Κορονοϊός: Τα πράγματα δυσκολεύουν στη χώρα μας, την ώρα που τα τεστ αντισωμάτων δεν κρίνονται ως αξιόπιστα.Το εμβολιαστικό πρόγραμμα κατά της Covid, με την πάροδο του χρόνου, γίνεται όλο και σύνθετο, ενώ καθημερινά τα κρούσματα κορονοϊού καταγράφουν το ένα μετά το άλλο «μαύρα» ρεκόρ. Όπως εξήγησε η Μαρία Θεοδωρίδου το πρόγραμμα στοχεύει κυρίως στον εμβολιασμό όσο το δυνατόν περισσοτέρων ατόμων με την πρώτη δόση, την ολοκλήρωση του αρχικού βασικού εμβολιασμού με τη 2η δόση και τη χορήγηση της αναμνηστικής δόσης, της 3ης δόσης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Αθ. Πλεύρης: Ψευδέστατα τα περί 18 κενών κλινών ΜΕΘ στο Παπανικολάου – Να κατεβάσει την ανάρτησή του ο κ. Τσίπρας
Αλέξης Τσίπρας: Αιφνιδιαστική επίσκεψη στο Ιπποκράτειο – Διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ (Βίντεο)
Τι προκύπτει για τους ανεμβολίαστους
Αναφερόμενη στους ανεμβολίαστους, η Μαρία Θεοδωρίδου εξέφρασε την ελπίδα «ότι ο φόβος της πραγματικότητας που ζούμε θα βοηθήσει, ώστε να μεταπειστούν πολλοί διστακτικοί». Πρόσθεσε δε, ότι μεταξύ των ανεμβολίαστων περιλαμβάνεται και ένας μεγάλος αριθμός εγκύων γυναικών, «γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, που λόγω πλημμελούς, ίσως, πληροφόρησης, ακόμη και από τους γιατρούς τους, εκθέτουν τον εαυτό τους σε κίνδυνο. Όχι όμως μόνο τον εαυτό τους, αλλά και το κυοφορούμενο παιδί τους».
Πριν λίγες μέρες, το Κέντρο Ελέγχου των Λοιμώξεων, το CDC δημοσίευσε πρόσφατες συστάσεις. Τα εμβόλια Covid συστήνονται, όπως γράφεται, σε εγκύους, θηλάζουσες, γυναίκες που προσπαθούν να τεκνοποιήσουν σε παρόντα χρόνο, αλλά και στο άμεσο μέλλον. «Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι τα εμβόλια επηρεάζουν τη γονιμότητα άμεσα ή και μελλοντικά. Και αυτό ισχύει και για τον βασικό εμβολιασμό, αλλά και για τον αναμνηστικό», τόνισε και υπενθύμισε ότι «οι έγκυες με Covid λοίμωξη έχουν αυξημένο κίνδυνο και για πρόωρο τοκετό, αλλά και για άλλες σοβαρές επιπλοκές, όπως η προεκλαμψία ή άλλες διαταραχές αιμόστασης». Υπογράμμισε επίσης ότι:
Οι έγκυες γυναίκες, καθ’ όλη τη διάρκεια της κύησης και 42 ημέρες μετά τον τοκετό, πρέπει να θεωρούνται ότι κινδυνεύουν όπως τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα.
Τα εμβόλια είναι ανοσογόνα, ασφαλή για εμβολιασμό ακόμη και στο πρώτο τρίμηνο. Τα δε αντισώματα που μεταβιβάζονται μέσω των ομφαλικών αγγείων, της εμβρυικής κυκλοφορίας, προστατεύουν και το νεογνό.
«Επομένως, η ενημέρωση της εγκύου από τον γυναικολόγο τον οποίο εμπιστεύεται πρέπει να είναι σαφής με πλήρη αναφορά των κινδύνων. Και οι έγκυες πρέπει να ρωτούν τους γυναικολόγους τους και να παίρνουν απαντήσεις ανάλογα με τη σύσταση που τους κάνουν», σημείωσε η ίδια.
Αναμνηστική δόση σε άνω των 18 ετών
Την Παρασκευή άνοιξε η πλατφόρμα για τη χορήγηση της αναμνηστικής δόσης και σε άτομα ηλικίας άνω των 18 ετών μετά από τη θετική γνωμάτευση και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών. Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, η χημική ανοσία μειώνεται μετά τον εμβολιασμό με την πάροδο των μηνών, κυρίως μετά την πάροδο 6 μηνών. Αυτό συμβαίνει και με άλλα εμβόλια.
Η εμφάνιση, δε, μεταλλάξεων είναι εκείνη η οποία επιτείνει τη μείωση της προστασίας από τη λοίμωξη, ενώ αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης από το εμβολιαζόμενο άτομο, αλλά παραμένει η προστασία από τη σοβαρή νόσηση και τον θάνατο.
Τι ισχύει για εμβολιασμένους που νοσούν μετά από ένα εξάμηνο
Σύμφωνα με τα εθνικά δεδομένα, μέχρι τις 11 Οκτωβρίου, όπως έχει ανακοινωθεί, με την εφαρμογή του βασικού εμβολιασμού υπολογίζεται ότι έχουν αποτραπεί 8,5 χιλιάδες θάνατοι. «Ορισμένοι που θεωρούν ότι μετά από το εξάμηνο είναι σε κατάσταση ανάλογη με των ανεμβολίαστων δεν είναι έτσι. Η χορήγηση της αναμνηστικής δόσης στοχεύει, βεβαίως, στην ενίσχυση αυτής της ανοσίας και στην μακρότερη διάρκεια της προστασίας. Αυξάνει την αντισωματική απάντηση, ιδιαίτερα σημαντική για τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και μειώνει το ποσοστό της λοίμωξης από τον κορονοϊό», υπογράμμισε η Μαρία Θεοδωρίδου και επανέλαβε: Είναι 93% αποτελεσματική στην πρόληψη εισαγωγής στο νοσοκομείο, 92% στην πρόληψη σοβαρής νόσου και 81% στην πρόληψη θανάτου, ενώ οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ήπιες και συγκρίσιμες με τις ανεπιθύμητες ενέργειες μετά το βασικό εμβολιασμό.
Τα επιδημιολογικά δεδομένα και η μετάλλαξη Δέλτα
Σημείωσε δε, ότι τα επιδημιολογικά δεδομένα της αυξημένης διασποράς της μετάλλαξης Δ, των νοσηλειών σε ΜΕΘ και των θανάτων, υπαγόρευσαν την επέκταση του εμβολιασμού σε ηλικίες άνω των 18 ετών. «Παρατηρείται, όμως, ότι πολλοί εμβολιασμένοι συμπολίτες μας αναβάλλουν τον εμβολιασμό τους, διότι ο τίτλος των αντισωμάτων που προσδιορίζουν είναι ικανοποιητικός. Από την διεθνή επιστημονική κοινότητα υπήρχε μια ομοφωνία σε αυτό το θέμα, και μάλιστα από τον FDA από το Μάιο του 2021 που εξέδωσε και ανακοίνωση, ότι τα τεστ αντισωμάτων δεν σχεδιάστηκαν για να αξιολογούν την ανοσία».
Ενώ δηλαδή, τα προστατευτικά επίπεδα, από ποιο επίπεδο και πάνω είμαστε προστατευμένοι, δεν είναι ακόμα γνωστό. «Δεν είναι προτυποποιημένα καν τα αυτά τεστ, τα οποία χρησιμοποιούνται και πολλές φορές παραπλανούν τους εμβολιαζόμενους διότι νομίζουν ότι έχουν αντισώματα αλλά αυτά τα αντισώματα δεν αντιστοιχούν στην προστασία που πρέπει να έχουν», τόνισε η κυρία Θεοδωρίδου.
«Λόγω λοιπόν της μείωσης των αντισωμάτων, συστήνεται η 3η δόση σε άτομα ηλικιωμένα και άτομα με υποκείμενα νοσήματα. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ο εμβολιασμός, όπως έχουμε πει- και ήταν η πρώτη ομάδα πληθυσμού στην οποία έγινε η σύσταση για εμβολιασμό- είναι των ανοσοκατεσταλμένων ατόμων που ανήκουν σε διάφορες ομάδες και διαφέρει και το ανοσολογικό προφίλ τους. Επομένως, είναι πολύ πιθανό, ορισμένα από αυτά τα άτομα να μην έχουν απαντήσει στον πρωτογενή εμβολιασμό και να είναι απόλυτα απαραίτητη η τρίτη δόση που είπαμε ότι χορηγείται και αμέσως 28 μέρες μετά την δεύτερη δόση».