Αποστάσεις από τους χειρισμούς του Γιώργου Παπανδρέου πριν το πρώτο μνημόνιο κράτησε ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης μιλώντας στο 2o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Υποστηρίζαμε τότε ότι το μόνο που χρειάζεται είναι όχι μια πολιτική σημαντικού περιορισμού των δημοσίων δαπανών αντίστοιχη με αυτή που έγινε το 1985 και το 1993 αλλά μόνο η ψυχολογική και πολιτική στήριξη της Ευρώπης. Την περίοδο εκείνη, το βάρος της διαπραγμάτευσης σήκωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών. Δεν γίνονται έτσι αυτές οι διαπραγματεύσεις. Συγκροτείται ένα επιτελείο το οποίο προετοιμάζει τη διαπραγμάτευση και οι επαφές του πρωθυπουργού γίνονται επί της βάσης αυτής της προετοιμασίας».
Ο κ. Σημίτης συνέχισε με τα εξής: «Εκείνη την περίοδο, η κυβέρνηση έλεγε στο εσωτερικό ότι πηγαίνει καλά και πείθει. Και ταυτόχρονα κατήγγειλε την άλλη πλευρά. Δεν γίνονται έτσι οι διαπραγματεύσεις. Μπορεί πράγματι να αντιπαθείς αυτόν με τον οποίο διαπραγματεύεσαι. Δεν πας όμως ποτέ να του το πεις».
«Εξοδος από την κρίση το 2030, αν όλα πάνε ομαλά»
«Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε πότε θα τελειώσει η κρίση. Είχαμε μείωση του ΑΕΠ 25%. Θα πρέπει να αυξηθεί τόσο, τουλάχιστον», εκτίμησε ο Κώστας Σημίτης.
Ο πρώην πρωθυπουργός συμπλήρωσε ότι «το 2030 θα έχουμε κερδίσει αυτό που χάσαμε και προϋποθέση είναι να πάνε όλα ομαλά. Η λέξη ομαλά όμως περιγράφει μία κατάσταση που δεν είναι συνηθισμένη στην Ελλάδα».
Υπό το πρίσμα και των εξελίξεων στην Ευρώπη ο πρώην πρωθυπουργός τόνισε ότι «χρειάζεται μία σοβαρή Ελλάδα».
Ο κ. Σημίτης εξέφρασε την διαφωνία του με την άποψη που, όπως είπε, επικρατεί και σε κυβερνητικούς κύκλους, κατά την οποία η χώρα βρίσκεται σε ευνοϊκή θέση στην παρούσα συγκυρία, ώστε να προωθήσει τα αιτήματά της, επειδή τα κράτη μέλη της ΕΕ θα θέλουν να αποφευχθούν προβλήματα. «Διαφωνώ, η υποχώρηση που εκτιμά η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να υπάρξει, δεν θα διακινδυνεύσει καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση στο εκλογικό της σώμα», τόνισε ο κ. Σημίτης.
Την ίδια στιγμή διατύπωσε μία προειδοποίηση βάσει των στοιχείων που έχουν καταγραφεί: Οι καταθέσες μειώθηκαν κατά 2,7 δισ. από τις αρχές του έτους, το επιτόκιο δανεισμού από τις αγορές αυξάνεται, οι επενδυσεις έχουν ελαχιστοποιηθεί.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο κ. Σημίτης ανέφερε ότι «πρέπει οπωσδήποτε να αντέξει η επιλογή της ένταξης της χώρας στην ΕΕ, είναι ανόητοι όσοι ισχυρίζονται ότι μπορούμε να πάρουμε μόνοι έναν δρόμο δικό μας. Η διεθνής αλληλεξάρτηση είναι κανόνας, δεν γίνεται χωρίς συνεργασίες».
«Υπάρχει και ανοησία γύρω μας»
Δήλωσε ότι αισθάνεται πως υπάρχει κίνδυνος απομόνωσης της χώρας, «υπάρχει και ανοησία γύρω μας», είπε χαρακτηριστικά και συμπλήρωσε ότι «έχουμε βαθιές και μακράς διάρκειας αιτίες για την ελληνική κρίση. Δεν είναι μόνο η σπατάλη από το 2004 και 2007 -2009». Τόνισε δε ότι το ερώτημα αν αντέχει η χώρα στην επιλογή της ένταξης στην ΕΕ, είναι άσχετο και δεν πρέπει να τίθεται. «Είναι σαν να ρωτάει κάποιος: Αντέχει ο άνθρωπος στην ζωή; Ο άνθρωπος πρέπει να αντέξει στην ζωή ή αυτοκτονεί», είπε ο πρώην πρωθυπουργός.
Με το βλέμμα στις εξελίξεις στην Ευρώπη, ο πρώην πρωθυπουργός είπε ότι στην πορεία μπορεί να προκύψουν ομάδες κρατών που θα συνεργάζονται στενότερα και άλλα που θα είναι σε ομάδες που δεν έχουν προχωρήσει, όπως η Ελλάδα. «Το πιθανότερο είναι ότι οι χώρες που ίδρυσαν την Ενωση μαζί με την Ισπανία θα κάνουν βήματα προς την ενοποίηση. Εχουν γίνει συζητήσεις που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί και σε μία τετοια περίπτωση θα υπάρχει ένα κέντρο, όπου θα κυριαχούν η Γερμανία η Γαλλία και τα ιδυρικά κράτη μέλη».
«Η κοινή πορεία των χωρών της Ένωσης αποτελεί μια τεράστια επένδυση που ένα μέλος της δεν μπορεί να θυσιάσει χωρίς σημαντικό κόστος για το ίδιο» πρόσθεσε ο κ.Σημίτης και τόνισε πως «η διεθνής αλληλεξάρτηση δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν υπάρχουν κράτη με απόλυτη αυτονομία, καθώς προβλήματα (όπως η μετανάστευση ή η κλιματική αλλαγή) απαιτούν συμπόρευση και συνεργασία».
Εις ό,τι αφορά την κρίση, ο πρώην πρωθυπουργός παρατήρησε ότι αυτή εξελίσσεται σε ένα διαφορετικό περιβάλλον πιο δυσμενές,καθώς στην μεν ΕΕ «το 2017 είναι έτος εκλογών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες», ενώ στις ΗΠΑ, η εξωτερική πολιτική Τραμπ φαίνεται πως θα χαρακτηριστεί από έναν «εθνικιστικό ηγεμονισμό».
«Η μικρή Ελλάδα θα πρέπει να γίνει η σοβαρή Ελλάδα» τόνισε στη συνέχεια ο κ. Σημίτης και σημείωσε πως «η κύρια επιδίωξη της Ελλάδας θα έπρεπε να είναι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Διότι, τι άλλο από έλλειψη εμπιστοσύνης σημαίνει ο μικρός αριθμός ξένων επενδύσεων στη χώρα, ή το γεγονός της συνεχούς αύξησης του επιτοκίου, που θα πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα αν θέλει να δανειστεί από τις αγορές;».
Επ’ αυτού, ο πρώην πρωθυπουργός υπογράμμισε ιδιαίτερα το πρόβλημα της «έλλειψης ενός δικού μας αναπτυξιακού μοντέλου» και υπογράμμισε ότι με τις αδιάκοπες κωλυσιεργίες της Αθήνας «οι δυνατότητες επανάκαμψης μειώνονται συνεχώς και ο αναγκαίος χρόνος για την επάνοδο στην ομαλότητα αυξάνεται όλο και περισσότερο».
Εις ό,τι αφορά την ΕΕ τέλος, ο κ.Σημίτης επεσήμανε το πρόβλημα της «δομικής ανισορροπίας» που τη χαρακτηρίζει – «ο Βορράς πραγματοποιεί πλεονάσματα και ο Νότος ελλείμματα» είπε – και άρα, αν δεν αρθεί αυτή η αδυναμία «οι κρίσεις στην Ένωση θα έρχονται και θα επανέρχονται» τόνισε.