Με άρθρο του ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου ουσιαστικά “καθαρίζει” τον Αλέξη Τσίπρα χρησιμοποιώντας μια φράση της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη ως τίτλο. Μια ανάλυση που αποδομεί το αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και θέτοντας μεγάλα ερωτήματα όσα αφορά τον τρόπο με τον κυβέρνησε το κόμμα της Κουμουνδούρου.
Διαβάστε όλο το άρθρο όπως δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο tvxs.gr:
Πρόεδρε, μήπως δεν αρέσουμε;
Η φράση του τίτλου- χωρίς το ερωτηματικό- ανήκει στη Μελίνα Μερκούρη και απευθυνόταν στον Ανδρέα Παπανδρέου, τότε που το ΠΑΣΟΚ είχε χάσει τη λάμψη του και φαινόταν ότι θα ηττηθεί στις εκλογές του 1989. Οι συγκρίσεις που κατά καιρούς γίνονται ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ του τότε και τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ και τους ηγέτες τους δεν στέκουν, για χίλιους λόγους. Μήπως η φράση της Μελίνας έχει κάποια σχέση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αρχίσει να μην αρέσει ήδη από το 2016, αλλά το 32% του 2019 θόλωσε την εικόνα. Από τότε, δύο χρόνια χωρίς τις αναγκαίες ριζοσπαστικές αλλαγές και με ένα είδος κομματικού lockdown, έχουν πλέον ξεκαθαρίσει το τοπίο. Η κυβέρνηση φθείρεται δυσανάλογα λίγο, συγκριτικά με τα λάθη και τις παλινωδίες της. Και από την όποια φθορά, δεν κερδίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η τελευταία δημοσκόπηση της Prorata στην ΕφΣυν, επιβεβαιώνει ότι ξέρουμε από όλες τις μετρήσεις. Η διαφορά της ΝΔ σταθεροποιείται.
Είναι γεγονός ότι η πανδημία ενίσχυσε το μητσοτακικό στρατόπεδο και έφερε σε αμηχανία την αντιπολίτευση. Είναι επίσης σωστό ότι διεθνώς, αριστερά και κεντροαριστερά έχουν απώλειες και από αυτήν την άποψη τα περισσότερα ευρωπαϊκά κόμματα θα ζήλευαν τα σημερινά δημοσκοπικά ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, αν και εμφανίζονται μειωμένα από τα εκλογικά.
Πέρα όμως από την πρόθεση ψήφου, που συχνά μπερδεύει, πρέπει να δούμε τα ποιοτικά στοιχεία. Η ΝΔ προηγείται και σήμερα, στις μετρήσεις, στην ικανότητα για την επίλυση προβλημάτων, που ευνοούσαν πάντα την αριστερά: υγεία, εκπαίδευση, κοινωνική ασφάλιση. Αυτό το φαινόμενο εντάθηκε τα τελευταία χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία δεν έχει γίνει ουσιαστικός απολογισμός.
Το αντι-Σύριζα μέτωπο ενισχύθηκε πολύ από τα ΜΜΕ, αλλά η βασική ευθύνη ανήκει , πέρα από τους εξαναγκασμούς των μνημονίων, στον τρόπο που κυβερνήθηκε η χώρα. Ούτε αυτό έχει εξεταστεί. Οι αδυναμίες δεν έχουν εντοπιστεί και τα καλά που έγιναν δεν έχουν επαρκώς αναδειχθεί. Είναι το επικοινωνιακό Βατερλό που λέγαμε.
Η ευκαιρία μιας μεγάλης, ανοιχτής ανασυγκρότησης των οργανωμένων δυνάμεων του κόμματος και των συμμάχων του μετά την εκλογική ήττα, χάθηκε επίσης. Εν μέσω πανδημίας και κυβερνητικών αθλιοτήτων στο ΕΣΥ, γίνονται εκλογές σε νοσοκομεία εκατοντάδων υγειονομικών και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κερδίζει ούτε το 5%, αν και έχει διοικήσει τα νοσοκομεία- ή μπορεί ακριβώς επειδή έχει διοικήσει. Ελάχιστες είναι οι προσπάθειες για την εξεύρεση στελεχών σε τοπικό επίπεδο, με ορίζοντα τις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές. Υποψήφιοι προσκείμενοι στον ΣΥΡΙΖΑ, που έφεραν ικανοποιητικά εκλογικά ποσοστά στις τελευταίες εκλογές, έχουν εγκαταλειφθεί.