«Δεν έχω τελειώσει ακόμα τη δουλειά», «Δεν φεύγω», διαβεβαίωνε μέχρι πρότινος ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, προτού τελικά ανακοινώσει στις 21 Ιουλίου το εναγωνίως αναμενόμενο και εντόνως επιδιωκόμενο μέσα στο ίδιο του το διχασμένο κόμμα.
Ήτοι την αποχώρηση από την κούρσα για την επανεκλογική του στον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριο, σε μια από τις πιο κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις στα χρονικά των ΗΠΑ.
«Πιστεύω ότι το ιστορικό μου, η ηγεσία μου και το όραμά μου για το μέλλον μας αξίζουν μια δεύτερη θητεία», όμως «αποφάσισα ότι ο καλύτερος δρόμος προς τα εμπρός είναι να δώσω τη σκυτάλη σε μια νέα γενιά», διακήρυξε τρεις ημέρες αργότερα στο διάγγελμά του.
«Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος», τόνισε, «για να ενώσουμε το έθνος» και για την «υπεράσπιση της δημοκρατίας, που διακυβεύεται».
Με εμφανώς παραπάνω μακιγιάζ απ’ ότι στο καταστροφικό ντιμπέιτ της 27ης Ιουνίου, φωνή που κατά διαστήματα χανόταν και με εκφορά λόγου που δεν ήταν πάντα καθαρή, ο 81χρονος Μπάιντεν δεν ανέφερε ούτε μια φορά στην 11λεπτη ομιλία του λόγους ηλικίας ή προβλημάτων υγείας για την απόφασή του.
Αντίθετα, υπογράμμισε ότι θα εξαντλήσει τη μια και μοναδική προεδρική θητεία του, που λήγει τυπικά στις 20 του προσεχούς Ιανουαρίου.
Απαρίθμησε μια σειρά από φιλόδοξους στόχους στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Όμως τα περιθώρια είναι πλέον ασφυκτικά στενά.
Ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρείται πλέον -εvτός και εκτός των ΗΠΑ- η επιτομή της «κουτσής πάπιας».
Η ομιλία του, παρατηρεί το Vox, αν και «ήταν μια προσπάθεια αξιοπρεπούς εξόδου από την πολιτική ζωή, λειτούργησε επίσης ως υπενθύμιση ότι, μόνο λίγες ημέρες αφότου ο πρόεδρος ανακοίνωσε την άνευ προηγουμένου απόφασή του, το έθνος έχει ήδη προχωρήσει».
Ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, κατά την αποβίβασή του από το Air Force One και την επιστροφή του στην Ουάσινγκτον, μετά την αυτοαπομόνωσή του στο Ντέλαγουερ λόγω νόσησης με κορονοϊό, στις 23 Ιουλίου (REUTERS/Ken Cedeno)
Το διακύβευμα ενός πολιτικού κληροδοτήματος
Με την κυριολεκτική έννοια, ο όρος «κουτσή πάπια» παραπέμπει σε αυτή που δεν μπορεί να συμβαδίσει με το κοπάδι της, καθιστώντας την στόχο για τα αρπακτικά.
Στην πολιτική, περιγράφει ένα απερχόμενο πολιτικό -εν προκειμένω τον πρόεδρο της μεγαλύτερης οικονομικής, στρατιωτικής και πυρηνικής δύναμης της Δύσης- που βρίσκεται στο μεταίχμιο της διαδοχής του.
Πολλώ μάλλον όταν αυτό συνδυάζεται με ένα διχασμένο ή μη ελεγχόμενο από το κόμμα του Κογκρέσο.
Σε αυτές τις περιόδους, ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει λιγότερη πολιτική και διπλωματική επιρροή στον περιορισμένο χρόνο που του απομένει στην εξουσία.
Στην περίπτωση του Τζο Μπάιντεν είναι έξι μήνες.
Μέσα σε αυτό το διάστημα θα προσπαθήσει να διαφυλάξει την υστεροφημία του και το πολιτικό κληροδότημά του και να βοηθήσει το κόμμα του, τους Δημοκρατικούς, να διατηρηθούν στην εξουσία.
Δεν αφορά μόνο στην αποτροπή της επανόδου του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αλλά και του ρεπουμπλικανικού ελέγχου στο Κογκρέσο.
Απαλλαγμένος ων από το άγχος της επανεκλογής και έχοντας τη δυνατότητα έκδοσης εκτελεστικών διαταγμάτων, ο Μπάιντεν -όπως και προκάτοχοί του- μπορεί θεωρητικά στο υπόλοιπο της προεδρικής θητείας του να επιδιώξει ένα «άλμα» στην εσωτερική πολιτική, ακόμη και ως «κουτσή πάπια».
Μεταξύ πολλών άλλων, ο ίδιος ανέφερε γενικόλογα ως στόχο του την οικονομική ανάπτυξη.
Τη μείωση του κόστους ζωής «για τις σκληρά εργαζόμενες οικογένειες» και «των φαρμάκων για όλους».
Μνημόνευσε την υπεράσπιση των προσωπικών και πολιτικών ελευθεριών, «από το δικαίωμα ψήφου μέχρι το δικαίωμα της επιλογής», αναφερόμενος στις αμβλώσεις.
Μίλησε εμφατικά για την ανάγκη μεταρρύθμισης του Ανώτατου Δικαστηρίου -«κρίσιμη για την δημοκρατία μας», όπως είπε.
Δεδομένου όμως ότι έχει απέναντί του ένα διχασμένο Κογκρέσο και μπροστά του μια πολωμένη προεκλογική περίοδο, οι μεμονωμένες αποφάσεις που μπορεί να λάβει είναι περιορισμένες.
Πλακάτ με καρικατούρα του Αμερικανού προέδρου Μπάιντεν στις διαδηλώσεις στην Ουάσιγκτον υπέρ των Παλαιστινίων, εν μέσω της επίσκεψης του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπενιαμίν Νετανιάχου, στις ΗΠΑ (REUTERS/Umit Bektas)
«Κουτσή» ή μήπως… παράλυτη «πάπια»;
Κάθε υπενθύμιση στους Αμερικανούς ψηφοφόρους από τον Τζο Μπάιντεν των επιτευγμάτων της κυβέρνησής του -από τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού, έως τον Νόμο για τις Υποδομές – θα είναι χρήσιμη για τους Δημοκρατικούς στον προεκλογικό αγώνα.
Ζητούμενο για το κόμμα πάντως παραμένει να μην «καπελώσει» εκ νέου πολιτικά την προφανή νέα προεδρική υποψήφια, Κάμαλα Χάρις.
Ως δυνητικό «ναρκοπέδιο» χαρακτηρίζονται επιπλέον τυχόν κοινές προεκλογικές εμφανίσεις του προέδρου με την νυν αντιπρόεδρό του, υπό τον φόβο πιθανών νέων λεκτικών ή γεροντικών ολισθημάτων.
Στο διεθνές πεδίο εν τω μεταξύ -που δεν συγκαταλέγεται στα δυνατά «χαρτιά» της Χάρις- χάσκουν μείζονες γεωπολιτικές κρίσεις και δύο μεγάλοι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας.
Σε αμφότερους, η στάση της κυβέρνησης Μπάιντεν διχάζει προεκλογικά βαθιά τους ψηφοφόρους.
Η αναφορά του Αμερικανού προέδρου στο διάγγελμα ότι είναι «ο πρώτος αυτόν τον αιώνα, που μπορώ να πω στον αμερικανικό λαό ότι οι ΗΠΑ δεν είναι σε πόλεμο πουθενά στον κόσμο» έκανε πολλά φρύδια να ανασηκωθούν από περισσό σκεπτικισμό.
Και δη ενώ οι μνήμες είναι νωπές από το αφγανικό φιάσκο.
Μοιραία, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ προετοιμάζονται ήδη για το ενδεχόμενο της εποχής Τραμπ Νο.2.
Προφανώς δεν αρκούν πλέον οι διακηρύξεις Μπάιντεν για την ηγεσία του στη συγκρότηση «συνασπισμού περήφανων κρατών για να σταματήσουμε τον Πούτιν από το να καταλάβει την Ουκρανία», κάνοντας «το ΝΑΤΟ ισχυρότερο».
Με προβληματισμό γίνονται δεκτές και οι -διαρκώς επαναλαμβανόμενες, αλλά ατελέσφορες έως τώρα- διαβεβαιώσεις του ότι θα συνεχίσει τις προσπάθειες «για να τερματιστεί ο πόλεμος στη Γάζα, να επιστρέψουν στα σπίτια τους οι όμηροι και να υπάρξει ειρήνη και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή».
Το ίδιο ισχύει και για τα περί συνέχισης της ενίσχυσης «των συμμάχων στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού», με τον Μπάιντεν να τονίζει ότι, ενώ ήταν κοινή πεποίθηση όταν ανέλαβε πρόεδρος των ΗΠΑ πως η Κίνα θα υπερίσχυε, «αυτό πλέον δεν ισχύει».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, με την Κάμαλα Χάρις σε παλαιότερη κοινή εμφάνιση σε προεκλογική συγκέντρωση (REUTERS/Carlos Barria/File Photo)
Κρίσιμοι μήνες
Η προεδρία «κουτσής πάπιας» στις ΗΠΑ θεωρούνταν ανέκαθεν μια επικίνδυνα ρευστή περίοδος για τις διεθνείς σχέσεις.
Στην παρούσα συγκυρία, με τις υφιστάμενες ένθεν κακείθεν γεωπολιτικές εντάσεις, το ερώτημα είναι εάν διεθνείς και περιφερειακοί παίκτες θα επιχειρήσουν να δοκιμάσουν, σε αυτό το μεταβατικό στάδιο για την Ουάσιγκτον, τα όρια της αμερικανικής ισχύος.
Αυτό δεν ισχύει απαραίτητα για «ορκισμένους» εχθρούς των ΗΠΑ, όπως η Ρωσία, η Κίνα ή το Ιράν.
Με την πολωμένη αμερικανική πολιτική σκηνή σε πλήρη περιδίνηση, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, είχε σειρά επαφών στην Ουάσιγκτον -από τον Μπάιντεν και την Χάρις, μέχρι τον Τραμπ- κατόπιν πρόσκλησης των Ρεπουμπλικανών και στον απόηχο της εμπρηστικής ομιλίας του στο Κογκρέσο.
Αυτά ενώ πίσω στο Ισραήλ ακροδεξιοί εταίροι του τάσσονταν ανοιχτά υπέρ της επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, ζητώντας να καθυστερήσει κάθε συμφωνία για το θέμα των ομήρων για μετά τις αμερικανικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Τυχαίο ή μη, εν τω μεταξύ, από τις 28 Ιουλίου η Κνεσέτ (η ισραηλινή Βουλή) πέρασε σε φάση τρίμηνων θερινών διακοπών, με την επανέναρξη των συνεδριάσεων της ολομέλειας να είναι στις 27 Οκτωβρίου.
Σε αυτό το φόντο είναι που ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε, κατά το διάγγελμά του, να αποτινάξει από πάνω του την εικόνα της «κουτσής πάπιας».
Λίγο-πολύ, υποσχέθηκε στους πολίτες των ΗΠΑ ότι θα κρατήσει γερά στα χέρια του τα ηνία εξουσίας, μέχρι την τελευταία ημέρα της θητείας του.
Όλο και περισσότεροι Ρεπουμπλικανοί εν τω μεταξύ αξιώνουν την παραίτηση του Τζο Μπάιντεν από τον Λευκό Οίκο, εγείροντας ακόμη και ζήτημα ενεργοποίησης της 25ης Τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος.