Η πρώτη συνάντηση της Διακοινοβουλευτικής Ομάδας «3+1», με τη συμμετοχή εκλεγμένων αντιπροσώπων από τις ΗΠΑ, την Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη μέσω διαδικτύου. Τη συνάντηση συγκάλεσε ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Μενέντεζ.
Ανακοίνωση από τη Βουλή αναφέρει ότι σε κοινή τους δήλωση επαναβεβαιώνουν την κοινή τους προσήλωση στην προώθηση της ασφάλειας, της σταθερότητας και της ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Στη συνάντηση συζητήθηκαν τρόποι με τους οποίους τα Κοινοβούλια μπορούν να προωθήσουν κοινές προτεραιότητες, περιλαμβανομένης της ενεργειακής και της θαλάσσιας ασφάλειας, της οικονομικής ανάπτυξης και της συνολικής σταθερότητας.
Από την Κύπρο συμμετείχαν οι βουλευτές Χάρης Γεωργιάδης (επικεφαλής), Άριστος Δαμιανού, Νικόλας Παπαδόπουλος και Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, μέλη της αντιπροσωπείας της Βουλής των Αντιπροσώπων στη Διακοινοβουλευτική Συνεργασία Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ και ΗΠΑ «3+1».
Τη συνάντηση συγκάλεσε ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Μενέντεζ, με σκοπό την αλληλογνωριμία και τον καθορισμό τομέων προτεραιότητας της διακοινοβουλευτικής συνεργασίας.
Κατά τη συνάντηση, αναφέρεται, τονίστηκε από όλες τις αντιπροσωπείες η σημασία της κοινοβουλευτικής διάστασης της συνεργασίας «3+1» και η πρόσθετη αξία που μπορεί αυτή να προσδώσει στην προώθηση κοινών στόχων και συνεργειών σε τομείς ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τις τέσσερις χώρες.
Σε κοινή τους δήλωση, οι αντιπροσωπείες της Βουλής των Αντιπροσώπων, της Βουλής των Ελλήνων, της Κνεσέτ και της αμερικανικής Γερουσίας, αναφέρουν ότι «εκφράζουμε ικανοποίηση για την πρώτη συνάντηση της Διακοινοβουλευτικής Ομάδας «3+1», με τη συμμετοχή εκλεγμένων αντιπροσώπων από τις ΗΠΑ, την Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ”.
“Επαναβεβαιώσαμε την κοινή μας προσήλωση στην προώθηση της ασφάλειας, της σταθερότητας και της ευημερίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Συζητήσαμε τρόπους, με τους οποίους τα Κοινοβούλια μας μπορούν να προωθήσουν κοινές προτεραιότητες, περιλαμβανομένης της ενεργειακής και της θαλάσσιας ασφάλειας, της οικονομικής ανάπτυξης και της συνολικής σταθερότητας. Προσβλέπουμε στη συνέχιση των προσπαθειών μας σε αυτό το πλαίσιο συνεργασίας», αναφέρει η κοινή δήλωση.