Σύμφωνα με πληροφορίες της “καθημερινής”, το θέμα της μονιμοποίησης 4.000 ιερέων «παγώνει» προσώρας και παραπέμπεται για αργότερα. Στην κυβέρνηση δεν είναι αρνητικοί επί της αρχής στο εκκλησιαστικό αίτημα, αλλά, παράλληλα, θεωρούν πως δεν είναι της παρούσης το συγκεκριμένο θέμα και μπορεί να συζητηθεί σε επόμενη φάση.
Το κυριότερο κριτήριο που το αίτημα μπαίνει στο συρτάρι είναι η πανδημία, που αποτελεί –αυτή τη στιγμή– την πρώτη κυβερνητική προτεραιότητα. Ωστόσο, ο πρωθυπουργός θα παραβρεθεί την Δευτέρα στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
- H εξομολόγηση του Βασίλη Χαλακατεβάκη για την υγεία του
- Ανδρουλάκης ή Παπανδρέου (Τo αποτέλεσμα του e-poll)
- Πάνω από 20.000 ραντεβού για εμβολιασμό παιδιών 5-11 ετών
Τι προηγήθηκε
Η αύξηση των οργανικών θέσεων των κληρικών στις 10.000, από περίπου 6.000 που είναι σήμερα, και η έναρξη, με τη σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της συζήτησης-διαδικασίας για την αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι τα δύο κρίσιμα ζητήματα που προκρίνονται από την πλευρά της Εκκλησίας ενόψει της συμμετοχής του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου την προσεχή Δευτέρα. Οπως επισημαίνουν εκκλησιαστικές πηγές, είναι η πρώτη φορά που πρωθυπουργός θα συμμετάσχει σε συνεδρίαση της ΔΙΣ, η οποία συγκαλείται εκτάκτως γι’ αυτόν τον λόγο. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι από μόνη της η κίνηση του πρωθυπουργού έχει βαρύνουσα σημειολογία και καταδεικνύει την έμφαση από πλευράς Πολιτείας για σύσφιγξη των σχέσεων με την Εκκλησία, ενώ, ταυτόχρονα, ερμηνεύεται και ως αναγνώριση της συμβολής της Εκκλησίας και της προσφοράς της για την υπέρβαση των διαδοχικών κρίσεων, της οικονομικής και της πανδημίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος πρόκειται να επιδώσει στον πρωθυπουργό υπόμνημα, στο οποίο θα καταγράφονται όλα τα εκκρεμή ζητήματα στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας, όπως αυτά αναδεικνύονται και από την Επιτροπή Σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας, την οποία, όπως επισημαίνεται με νόημα, ο κ. Μητσοτάκης επανενεργοποίησε. Η εν λόγω επιτροπή είχε θεσμοθετηθεί επί πρωθυπουργίας Γιώργου Παπανδρέου από την τότε υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων Αννα Διαμαντοπούλου, αλλά ουσιαστικά κατέστη ανενεργή την περίοδο των κυβερνήσεων Αντώνη Σαμαρά και Αλέξη Τσίπρα.
Από την Εκκλησία αναφέρεται ότι θα πρέπει να δρομολογηθεί η διαδικασία για την τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Κεντρικό ζήτημα που έχει απασχολήσει την επιτροπή και έχει αναδειχθεί σε προτεραιότητα, με σχετικές αναφορές και από την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως, είναι αυτό της θεσμοθέτησης οργανικών θέσεων για περίπου 4.000 κληρικούς, πέραν των 6.000 που έχουν αναγνωριστεί με νόμο από το 1945. Περίπου 10.000 κληρικοί μισθοδοτούνται σήμερα και η αναγνώριση των επιπλέον οργανικών θέσεων σημαίνει και την τύποις εξασφάλισή τους.
Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει η kathimerini.gr, σε σχετική συζήτηση το 2019 ο τότε υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Γαβρόγλου, είχε αναφέρει ότι εάν το Ελεγκτικό Συμβούλιο ζητήσει να μάθει γιατί μισθοδοτούνται όλοι αυτοί οι πέραν των οργανικών θέσεων ιερωμένοι, μπορεί να βρεθούν στον αέρα. Η διευθέτηση του ζητήματος, λοιπόν, αποτελεί πάγιο αίτημα της Εκκλησίας, η ικανοποίηση του οποίου φαίνεται ότι έχει ωριμάσει. Ο αριθμός των οργανικών θέσεων, να σημειωθεί, αφορά τις θέσεις όλων των κληρικών στην Ελλάδα, δηλαδή της Εκκλησίας της Ελλάδος, των μητροπόλεων Δωδεκανήσου και της Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Η “ωρίμανση”, ωστόσο, του αιτήματος εν μέσω πανδημίας και με τους ιερείς να έχουν το χαμηλότερο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης και αρκετοί εξ αυτών να επηρεάζουν αρνητικά τους πιστούς είναι ένα ζήτημα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο.
Την ίδια στιγμή, από την πλευρά της Εκκλησίας αναφέρεται –και όπως όλα δείχνουν έχουν υπάρξει κάποιες συζητήσεις επ’ αυτού– ότι θα πρέπει, με τη σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, να δρομολογηθεί η διαδικασία για την τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/77). Θεωρείται ότι στα 44 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τη θεσμοθέτησή του έχουν επέλθει σημαντικές αλλαγές, που επιβάλλουν μια διαδικασία επικαιροποίησης. Ενα άλλο ζήτημα το οποίο έχει τεθεί από την πλευρά της Εκκλησίας είναι αυτό μιας διαδικασίας «εκκλησιαστικού ΑΣΕΠ». Της θεσμοθέτησης, δηλαδή, κάποιων επιπλέον κριτηρίων για προσλήψεις που αφορούν την προκήρυξη θέσεων από μητροπόλεις, όπου η Εκκλησία θεωρεί ότι θα πρέπει να υπάρχουν κάποιες ασφαλιστικές δικλίδες επιπλέον για το προσωπικό που επιλέγεται.