Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Μαρκ Ρούτε. Ο σκληρός επικριτής του Πούτιν συγκεντρώνει τα βλέμματα στη Σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ

Μετά  το πολυπόθητο «ναι» μετά από μήνες ρητής άρνησης του Ούγγρου πρωθυπουργού Όρμπαν για την υποψηφιότητα του Ολλανδού ομολόγου του, Μαρκ Ρούτε, για τη θέση του νέου γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ. οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ οριστικοποίησαν την επιλογή τους για τον Μαρκ Ρούτε ως νέο γενικό γραμματέα της Συμμαχίας, που θα αναλάβει τα καθήκοντά του από την 1η Οκτωβρίου 2024, όταν λήγει η θητεία του Γενς Στόλτενμπεργκ μετά από δέκα χρόνια στο «τιμόνι» της Συμμαχίας.

Ο Ολλανδός πρώην πρωθυπουργός είναι από τα πρόσωπα που  συγκεντρώνουν τους προβολείς του ενδιαφέροντος, στην  πανηγυρική, αλλά συνάμα κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον, που εκτός από τα να τιμήσει τα 75χρονα της Συμμαχίας έχει να διαμορφώσει το στρατηγικό δόγμα της για την επόμενη δεκαετία μέσα σε ένα ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον που ορίζεται από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις συχνές πυρηνικές απειλές της Μόσχας, την σύρραξη στη Μέση Ανατολή, την επιθετικότητα του Ιράν και την ενδυνάμωση της διεθνούς επιρροής της Κίνας.

Δεινός υποστηρικτής της Ουκρανίας

Ο 57χρονος Μαρκ Ρούτε, επί 14 συναπτά έτη πρωθυπουργός της Ολλανδίας, από το 2010 έως σήμερα είναι μεν «βετεράνος» της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής, αλλά και διαπρύσιος υποστηρικτής της στρατηγικής συμμαχίας ΕΕ-ΗΠΑ, έχοντας συνυπάρξει αρμονικά με πάρα πολλούς ηγέτες χωρών του ΝΑΤΟ σε όλα αυτά τα χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των Ομπάμα, Τραμπ και Μπάιντεν, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Κάτι που αποδείχτηκε σε ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο των δημόσιων τοποθετήσεων, αλλά και των και σκληρών και εντατικών παρασκηνιακών διεργασιών, όπου οι ισχυρές χώρες της Συμμαχίας, με πρώτες τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις Γαλλία, Γερμανία και Βρετανία να ακολουθούν, είχαν υποστηρίξει από νωρίς την υποψηφιότητά του. Προκαλώντας όμως, την αντίδραση ορισμένων εκ των Ανατολικοευρωπαίων, που θα προτιμούσαν να επιλεγεί κάποιος δικός τους ως διάδοχος του Στόλτενμπεργκ λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία και της γενικότερης ρωσικής απειλής, που θεωρούν ότι τους αφορά σαφώς πιο άμεσα από τους υπόλοιπους συμμάχους.

Στην πορεία ωστόσο, ακόμη και αυτοί έδωσαν τη συναίνεσή τους, καθώς ο Ρούτε ξεκαθάρισε ότι η αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας θα παραμείνει στο επίκεντρο της στρατηγικής του ΝΑΤΟ, επαναλαμβάνοντας κάτι που και στο παρελθόν, από την πρώτη ώρα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, είχε με πάθος υποστηρίξει: ότι η ήττα της Μόσχας στο πεδίο της μάχης είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ασφάλειας των χωρών της ΕΕ και της ειρήνης στην Ευρώπη.

Ενώ στη συνέχεια αναδείχτηκε και δεινός υποστηρικτής της στρατιωτικής υποστήριξης της ΕΕ προς την Ουκρανία: «Το ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι ισχυρό για να αντιταχθεί στη Ρωσία και οι ηγέτες της ΕΕ δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν με αφέλεια τη Μόσχα. Γιατί δεν θα σταματήσει στην Ουκρανία, αν δεν τους σταματήσουμε τώρα. Ο πόλεμος αφορά τη διατήρηση του διεθνούς κράτους δικαίου» είχε τονίσει στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2022, επτά μήνες μετά τη ρωσική εισβολή.

Οι γνώστες αναφέρουν ότι η άποψή του αυτή έχει επηρεαστεί πολύ από την τραγωδία της κατάρριψης του αεροσκάφους πάνω από την Ουκρανία το 2014, για την οποία κατηγορήθηκε η Ρωσία, με 196 Ολλανδούς ανάμεσα στα 298 θύματα. Μέχρι τότε ασχολούταν κυρίως με την εσωτερική πολιτική της Ολλανδίας και στο διεθνές σκηνικό με τα θέματα της οικονομίας της Ευρωζώνης, πάντα υπέρμαχος των πιο άκαμπτων θέσεων στα ζητήματα δημοσιονομικής προσαρμογής και τήρησης των ευρωπαϊκών συνθηκών. Έκτοτε συμπεριέλαβε στις προτεραιότητές του το μεταναστευτικό, αλλά και τα θέματα άμυνας και ασφάλειας.

Η επιλογή του μακροβιότερου, αλλά απερχόμενου πλέον, πρωθυπουργού της Ολλανδίας για τη νευραλγικότερη θέση του ΝΑΤΟ έχει την απόλυτη έγκριση και των 32 μελών της Συμμαχίας. Λόγω του πραγματισμού και της αμεσότητας των προσεγγίσεων του, στην Ουάσιγκτον θεωρείται τόσο από τον Λευκό Οίκο όσο και από το στρατόπεδο του Τραμπ, ικανός και κατάλληλος να διαχειριστεί τα της συμμαχίας, ανεξαρτήτως του ποιος θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος των ΗΠΑ, που θα εκλεγεί από τις κάλπες του ερχόμενου Νοεμβρίου. Υπόψη ότι στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια τον Φεβρουάριο, ο Ρούτε είχε δηλώσει ότι οι νατοϊκοί ηγέτες θα πρέπει να σταματήσουν «να γκρινιάζουν και να παραπονιούνται για τον Τραμπ και να δαπανήσουν περισσότερα για την άμυνα και την παραγωγή πυρομαχικών, ανεξαρτήτως του ποιος θα κερδίσει τις εκλογές στις ΗΠΑ.

Επί πρωθυπουργίας του εξάλλου, η Ολλανδία αύξησε τις αμυντικές της δαπάνες πάνω από το 2% του ΑΕΠ της, με βάση τις απαιτήσεις του ΝΑΤΟ, ενώ προσέφερε μαχητικά αεροσκάφη F-16, πυροβολικό, drones και πυρομαχικά στο Κίεβο, ενώ επένδυσε πολύ στην ανάπτυξη της ολλανδικής αμυντικής βιομηχανίας, οι εταρείες της οποίας σήμερα θεωρούνται από τις κορυφαίες του πλανήτη.

Ηγήθηκε επιπλέον, πέρυσι ενός διεθνούς συνασπισμού με στόχο την παράδοση F-16 στην Ουκρανία και την εκπαίδευση Ουκρανών πιλότων. Εξάλλου τους τελευταίους μήνες της πρωθυπουργίας του υπέγραψε 10ετή αμυντική συμφωνία με την Ουκρανία, εγγυώμενος τη στήριξη της Ολλανδίας στο Κίεβο. Σε σύμπλευση με τον Μακρόν και στο Ουκρανικό και αλλού όμως, καθώς ανήκουν στην ίδια ευρωπαϊκή πολιτική οικογένεια, των Φιλελεύθερων, που όμως συρρικνώθηκε στις πρόσφατες Ευρωεκλογές.

Η πολιτική διαδρομή του

Εκτός από πραγματιστής και «προσαρμοστικός» στις κινήσεις τους, ο Ρούτε έχει μια σταθερότητα απόψεων σε ό,τι αφορά τα πιστεύω του για την οικονομία, την προοπτική της Ευρώπης, τις διεθνείς σχέσεις και όλα τα ζητήματα κεντρικής πολιτικής. Έχει αρχές και σταθερές, από τις οποίες δύσκολα αφίσταται.

Συντηρητικός εκ χαρακτήρος, θεωρείται δύστροπος στις αλλαγές. Το αποδεικνύει η διαδρομή του. Γεννημένος στη Χάγη στις 14 Φεβρουαρίου 1967, και αμετακίνητος απ’ αυτήν, το μικρότερο από τα επτά παιδιά μιας μεσοαστικής οικογένειας, σπούδασε ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Λέιντεν και στο Διεθνές Ινστιτούτο για την Ανάπτυξη της Διοίκησης. Τότε εντάχθηκε στην κομματική νεολαία του VVD (Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία). Την περίοδο 1993-1997 έγινε βουλευτής και το 2002 ανέλαβε υπουργός Κοινωνικών Θεμάτων και Εργασίας στην πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού του Γιαν Πέτερ Μπαλκενέντε. Ενώ την περίοδο 2004-2006 (στη δεύτερη κυβέρνηση συνασπισμού του Μπαλκενέντε) διετέλεσε υπουργός Εκπαίδευσης και Πολιτισμού. Στις 29 Ιουνίου 2006 αναδείχθηκε αρχηγός του VVD και διατήρησε την ηγεσία της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος για τα επόμενα τέσσερα χρόνια.

Στις βουλευτικές εκλογές της 9ης Ιουνίου 2010, το κόμμα του αναδείχθηκε πρώτο με 31 έδρες. Στις 7 Οκτωβρίου σχημάτισε κυβερνητικό συνασπισμό μειοψηφίας με τους Σοσιαλδημοκράτες του Γιόμπ Κόεν, με παράλληλη υποστήριξη του ακροδεξιού Γκερτ Βίλντερς. Είναι ο πρώτος πρωθυπουργός τον οποίο ανέδειξε το VVD. Με τον Βίλντερς αργότερα ήρθε σε σφοδρή ρήξη για το μεταναστευτικό, αλλά και για τη στάση της ολλανδικής κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα. Από σύμμαχοι έγιναν θανάσιμοι αντίπαλοι. Μάλιστα, ο Ρούτε δήλωσε δημόσια πως «ορκίζομαι ότι εγώ με αυτόν δεν πρόκειται να συνεργαστώ ξανά».

Το τήρησε. Αλλά και τον νίκησε, έχοντας τον ως κύριο αντίπαλο, στις εκλογές που έγιναν στις 15 Μαρτίου 2017. Στις 15 Ιανουαρίου του 2021, ανακοίνωσε την παραίτηση της τετρακομματικής κυβέρνησής του, αποδεχόμενος την ευθύνη για την πολυετή κακοδιαχείριση οικογενειακών επιδομάτων. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη, περίπου 10.000 οικογένειες στην Ολλανδία αναγκάστηκαν να επιστρέψουν χιλιάδες ευρώ επιδομάτων, γεγονός άδικο, που σε ορισμένες περιπτώσεις οδήγησε σε ανεργία και χρεοκοπίες. Η χώρα πήγε σε εκλογές τον Μάρτιο του 2021.

Παρέμεινε στη πρωθυπουργία μέχρι τις αρχές Ιουλίου πέρυσι, όταν η κυβέρνησή του κατέρρευσε λόγω διαφωνιών στο μεταναστευτικό. Δήλωσε πως δεν θα είναι υποψήφιος για μια πέμπτη θητεία και θα εγκαταλείψει την πολιτική μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, αλλά παρέμενε μετά απ’ αυτές ως υπηρεσιακός. Παραδίδει την πρωθυπουργία τη επόμενη Τρίτη. Και τη χώρα του, ως κορυφαία οικονομική δύναμη στην Ευρωζώνη, με το ΑΕΠ της να εκτινάσσεται επί των ημερών του, πάνω από το 1 τρισ. δολάρια (1,009 τρισ)

Αισιόδοξος, απλός και προσιτός

Φανατικός προτεστάντης, εκ πεποιθήσεως εργένης, με πολιτικά του πρότυπα Βρετανούς, τον Ουίνστον Τσόρτσιλ και την Μάργκαρετ Θάτσερ, χαλαρός στη συμπεριφορά του και προσιτός, αλλά και ενίοτε αντισυμβατικός καθώς διδάσκει ιστορία σε σχολές, ενώσεις και ινστιτούτα τις ελεύθερες ώρες του. Ακόμα και ως πρωθυπουργός (!) διδάσκει σε μια Σχολή Εμπορικών Σπουδών σε μια φτωχική συνοικία της Χάγης, κάθε Πέμπτη για μια ώρα. Οδηγεί μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, χρησιμοποιεί κινητό τηλέφωνο παλιάς τεχνολογίας και εξακολουθεί να μένει στο διαμέρισμα που αγόρασε όταν αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο το 1992.

Ντυμένος με τζιν, φούτερ και αθλητικά παπούτσια, κυκλοφορεί συχνά με ποδήλατο, ενώ εμφανίζεται συχνά τις Παρασκευές τα απογεύματα στο κέντρο της Χάγης, κάποιες φορές μάλιστα γευματίζει σε τοπική πιτσαρία.

Ακόμη είναι συγγραφέας τεσσάρων βιβλίων, με χαρακτηριστικούς τίτλους: “The Netherlands”, “Singapore”, “Our Regions”, “Our World: Connecting Our Common Culture”.

Αισιόδοξος στην ιδιοσυγκρασία του: «δεν έχω ταλέντο στην απαισιοδοξία και τη γκρίνια» όπως λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά έχει κερδίσει φίλους εντός και εκτός πολιτικής. Όταν κέρδισε τις εκλογές του 2018, δήλωσε ότι «αυτή ήταν η βραδιά που η Ολλανδία, μετά το Brexit και τις αμερικανικές εκλογές, είπε ‘στοπ’ στον κακής ποιότητας λαϊκισμό». Και αμέσως μετά, την επόμενη μέρα, πρώτα πήγε στη σχολή για να διδάξει και μετά συνάντησε τα στελέχη του κόμματός του και τους ηγέτες άλλων κομμάτων για το σχηματισμό κυβέρνησης.

Ο Ρούτε έχει παραδεχτεί ωστόσο, ότι επηρεάστηκε βαθιά από τον θάνατο του πατέρα του καθώς και ενός από τους αδελφούς του, ο οποίος πέθανε από AIDS το 1989: «Πάντα υπήρξαμε μια φιλελεύθερη οικογένεια και η αιτία θανάτου του αδελφού μου δεν ήταν ποτέ ταμπού».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Μαρκ Ρούτε έμεινε μοναδικός υποψήφιος για τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ

Ο Μαρκ Ρούτε θα είναι ο επόμενος Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ