Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Μαρτυρία σοκ: «Στο τμήμα προσπαθούσαν να με πείσουν να μην κάνω μήνυση!»

Σοκάρουν οι καταγγελίες θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας στην «Μ» για τη βιαιότητα και κυρίως για την αδιαφορία που επέδειξαν οι Αστυνομικές Αρχές σε μεγάλες πόλεις!

«Με χτυπούσε με ρόπαλα, με καδρόνια της οικοδομής, με σιδηρολοστούς, με μπουνιές στο πρόσωπο, μου πατούσε τον λαιμό μέχρι να μου κόψει την αναπνοή!»

«Αφού δεν μπορώ να σε έχω εγώ, δεν θα σε έχει κανένας άλλος. Εσύ στο χώμα, εγώ στη φυλακή»

 

Διαχρονικό το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών

Του
ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΕΤΑΚΗ

Δύο γυναίκες – θύματα ενδοοικογενειακής βίας περιγράφουν στην «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» τον εφιάλτη που έζησαν. Η πρώτη, στην πέμπτη δεκαετία της ζωής της, θεωρεί ότι η προσωπική της ζωή καταστράφηκε. Μόνο της στήριγμα πλέον έχει τα παιδιά και τα εγγόνια της. Παρά το διαζύγιο με τον κακοποιητή πρώην σύζυγό της ζούσε με τον φόβο του μέχρι που αυτός πέθανε από καρκίνο.
Η δεύτερη, 30 ετών, αναγκάστηκε να κρυφτεί μετακομίζοντας μόνιμα στην Αθήνα. Ζει με τον φόβο μήπως ο πρώην φίλος της την εντοπίσει.
Κοινό χαρακτηριστικό και στις δύο περιπτώσεις, όπως καταγγέλλουν, είναι η απόλυτη αδιαφορία των αστυνομικών αρχών.
Στην περίπτωση της μεγαλύτερης γυναίκας, πέταξαν τις μηνύσεις της κυριολεκτικά στα σκουπίδια, ενώ η 30χρονη έπεσε θύμα απαγωγής από τον δράστη έξω από το Α.Τ. όπου είχε πάει να τον καταγγείλει. Ακόμα και τότε οι αστυνομικοί δεν έκαναν απολύτως τίποτα!

Α.: 55 ετών από Κρήτη

«Με χτυπούσε με ρόπαλα, με καδρόνια της οικοδομής, με σιδηρολοστούς, με μπουνιές στο πρόσωπο, μου πατούσε τον λαιμό μέχρι να μου κόψει την αναπνοή!»

«Ο πρώην σύζυγός μου με κατέστρεψε. Κλεφτήκαμε και από την πρώτη ημέρα που μείναμε μαζί άρχισε να με χτυπάει. Επί επτά χρόνια που ήμασταν μαζί και άλλα τρία που είχαμε χωρίσει με έδερνε ανελέητα. Και δεν μιλάμε για ένα χαστούκι ή μια κλωτσιά, αλλά για χτυπήματα με ρόπαλα, καδρόνια της οικοδομής, σιδηρολοστούς… Να με χτυπάει με μπουνιές στο πρόσωπο μέχρι να μου κόψει την αναπνοή, να με πατάει στον λαιμό… Με χτυπούσε εντελώς, χωρίς καμία αφορμή. Μια φορά γιατί είδε όνειρο ότι τον απατούσα, ξύπνησε και άρχισε να με χτυπάει λέγοντάς μου ότι για να ονειρευτεί κάτι τέτοιο κάτι, μπορεί όντως να τον απατάω.
Η ζωή μου τέθηκε όμως πραγματικά σε κίνδυνο μετά που χώρισα. Όταν κατάλαβε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναγυρίσω, ξεκίνησε να προσπαθεί να με σκοτώσει. Μου έλεγε ότι ‘‘αφού δεν μπορώ να σε έχω εγώ, δεν θα σε έχει κανένας άλλος. Εσύ στο χώμα, εγώ στη φυλακή’’!
Ευχαριστώ τον Θεό που έχω παιδιά, γιατί αυτά μου έδωσαν ώθηση να ζήσω. Μπορεί να είχα βάλει τέρμα στη ζωή μου με όλα αυτά που τραβούσα. Αν δεν ήταν αυτά θα καθόμουν να με σκοτώσει, να τελειώνει αυτό το μαρτύριο. Από τη στιγμή μάλιστα που δεν είχα προστασία όχι μόνο από την Αστυνομία, αλλά ούτε από την οικογένειά μου! Γιατί μου έλεγαν τότε ‘‘μη χαλάσεις το σπίτι σου, τι θα πει ο κόσμος, αυτός θα αλλάξει’’ ή ‘‘τον ήθελες, τον πήρες. Κάτσε τώρα να τα λουστείς’’!


Και όταν άρχισα να κρύβομαι, να αλλάζω δουλειές και σπίτια, ήταν για τα παιδιά μου. Ο πρώην σύζυγός δεν ήταν κακοποιητικός απέναντί τους, ήταν όμως προς εμένα μπροστά στα παιδιά. Δεν με άφηνε να πηγαίνω πουθενά μόνη μου. Με κλείδωνε στο σπίτι και έβγαινα έξω μόνο μαζί του. Είχε μόνο μία πόρτα και έναν φεγγίτη ψηλά. Από τη στιγμή που ζεις με έναν τέτοιον άνθρωπο, η ζωή σου καταστρέφεται. Ζεις, αλλά δεν μπορείς να προχωρήσεις, όσο καλός κι αν είναι κάποιος άνθρωπος δίπλα σου, όσους ψυχολόγους και ψυχιάτρους να δεις. Μπορεί να παρεξηγήσεις την παραμικρή κίνηση και χειρονομία.
Όταν ξέφευγα από τα χέρια του έτρεχα στην Αστυνομία για βοήθεια. Ήθελα να του κάνω μήνυση μήπως φοβηθεί και σταματήσει να με κακοποιεί. Μάταια. Όταν πήγαινα στο τμήμα να κάνω μήνυση, αυτός με ακολουθούσε. Επειδή ήταν τόσο χειριστικός άνθρωπος, χειριζόταν πολύ καλά τους αστυνομικούς. Τους έλεγε: ‘‘Δεν ξέρω τι με πιάνει, την αγαπάω, τη λατρεύω, από φόβο μη φύγει τα κάνω όλα αυτά’’. Οι αστυνομικοί τον κοίταζαν με οίκτο, αυτόν και όχι εμένα που πήγαινα πάντα πολύ άσχημα χτυπημένη.
Στο τμήμα -μεγάλης πόλης- με αντιμετώπιζαν σαν κατώτερο ον. Αυτό ήταν χειρότερο κι από τον ξυλοδαρμό. Να σε κάνουν να ντρέπεσαι, να σε προσβάλλουν και να σε μειώνουν ως άνθρωπο», τονίζει η Α. και συνεχίζει: «Προσπαθούσαν να με πείσουν κάθε φορά να μην υποβάλω μήνυση. Δεν ήταν ότι με κατάφερναν, απλώς απελπιζόμουν και έφευγα. Την επόμενη φορά ξαναπήγαινα με την ελπίδα, αλλά μάταια. Μια φορά μάλιστα όταν έφτασα στο τμήμα αγνώριστη από το ξύλο μπροστά τους μέσα στα αίματα μετά από ξυλοδαρμό. με ρώτησαν ‘‘τι του έκανα’’! Να λέει αυτός ‘‘με αυτά που της κάνω μπορεί να με χτυπήσει’’ και να μου λένε μπροστά του ότι ‘‘αν πάθει το παραμικρό, εμένα θα συλλάβουν πρώτα’’!».

Στα σκουπίδια
Την τελευταία φορά που πήγα στο τμήμα ήμουν αποφασισμένη ότι δεν θα έφευγα αν δεν γίνει η μήνυση.
Ο αξιωματικός υπηρεσίας, που ήταν θυμωμένος μαζί μου επειδή τον απασχολούσα, παίρνει το χαρτί με νευρικές κινήσεις να συντάξει υποτίθεται τη μήνυση. Την ώρα που έφευγα γύρισα να τον ρωτήσω μήπως ξέρει πότε θα εκδικαστεί και τον βλέπω να πετάει τη μήνυση στα σκουπίδια μπροστά μου! Έγινε βέβαια χαμός, άρχισα να φωνάζω, αυτός μου έλεγε ότι θα με κλείσει μέσα γιατί φώναζα. Δεν θυμάμαι τι έλεγα, αλλά δεν έβριζα. Μπήκε ένας αστυνομικός και με έβγαλε έξω από το τμήμα να με ηρεμήσει. Ενώ νοσηλευόμουν στο νοσοκομείο αποφάσισα ότι θα αρχίσω να κρύβομαι για να προστατέψω τα παιδιά μου, γιατί αν μου συνέβαινε το παραμικρό θα κατέληγαν σε ίδρυμα.
Φοβόμουν ότι όταν πλέον δεν θα μπορούσε να χτυπήσει εμένα, θα ξεσπούσε στα παιδιά για να με εκδικηθεί. Το είχε κάνει αυτό ο Μεταξάκης που έπνιξε τα τρία από τα τέσσερα παιδιά του για να εκδικηθεί τη γυναίκα του, την οποία γνωρίζω προσωπικά. Ξέρετε πόσες φορές είχε πάει η ίδια στην Αστυνομία; Πάρα πολλές!
Τον είχαν μπροστά τους στο τμήμα, εγώ αιμόφυρτη και δεν τον πέρναγαν αυτόφωρο. Τον άφηναν και έφευγε μαζί μου.
Η τελευταία φορά που με χτύπησε πάρα πολύ άσχημα ήταν όταν είχαμε χωρίσει. Παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1996 μπήκε στο σπίτι μου και με χτύπησε ανελέητα στον ύπνο μου, γιατί μία ώρα νωρίτερα μου ζήτησε να είμαστε πάλι μαζί και του είπα όχι. Είχε φύγει ψύχραιμος, εγώ όμως δεν του είχα εμπιστοσύνη γιατί συνήθως με το χαμόγελο σε στέλνουν στην εντατική.
Μπήκε στην αυλή μου, κατάφερε να μπει μέσα, με χτύπησε, με έσυρε στην αυλή και συνέχισε να με χτυπάει. Προσπάθησα να φωνάξω. Αυτός φοβήθηκε. Είχα αιμάτωμα στο κεφάλι και αποκόλληση στο μάτι. Πάντα μου έκανε αγνώριστο το πρόσωπο για να μην μπορώ να κυκλοφορήσω, να μην μπορώ να βρω ‘‘κάποιον άλλον’’, αυτό ήταν μέσα στο μυαλό του.


Καλώ την Αστυνομία και μου λένε ότι ‘‘έχουν πιο σημαντικά πράγματα να ασχοληθούν’’. Αρχίζω να ουρλιάζω. Τελικά έρχονται ξημερώματα. Αυτός να είναι απέξω από το σπίτι μπροστά τους. Εγώ αγνώριστη από το ξύλο μέσα σε μια λίμνη αίματος γιατί με είχε χτυπήσει στον λαιμό με μπουνιές. Ήρθαν αρκετοί αστυνομικοί λόγω της βραδιάς. Μια γυναίκα συνάδελφός τους γυρίζει και τους λέει: ‘‘Παιδιά, δεν βλέπετε την κοπέλα πώς είναι;’’. Μου είπαν να με πάνε στο τμήμα, όχι στο νοσοκομείο, εγώ μετά τη συμπεριφορά τους αρνήθηκα. Με πήγε ο γαμπρός μου στο νοσοκομείο. Την επόμενη μέρα δεν μπορούσα να μιλήσω. Μου έλεγαν οι γιατροί ότι μπορεί να μην ξαναμιλήσω, τελικά τα κατάφερα μετά από έξι μήνες…
Τότε έκανα μήνυση. Αυτός φοβήθηκε γιατί μου είχε κάνει πιο σοβαρή ζημιά και έφυγε εκτός Κρήτης για έναν χρόνο περίπου. Η εκδίκαση της υπόθεσης όμως καθυστερούσε. Μετά από τρία χρόνια τηλεφωνώ στην Αστυνομία και ρωτώ πού βρίσκεται η υπόθεση. Η μήνυσή μου δεν υπήρχε πουθενά! Ούτε στο τμήμα, ούτε στην Εισαγγελία. Αυτός ήταν μακρινός συγγενής ενός στρατηγού. Κόμπαζε κιόλας γι’ αυτό, αλλά δεν πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο αυτό στο ότι με αγνοούσαν οι αστυνομικοί. Φοβόταν λίγο για τη ζωούλα του, μην μπει στη φυλακή. Αν υπήρχε τιμωρία, δεν θα μου τα έκανε αυτά σε τόσο σοβαρό βαθμό. Κάποια στιγμή σε δικαστήριο που του είχα κάνει ασφαλιστικά μέτρα, του λέει η εισαγγελέας ‘‘είστε ψυχοπαθής;’’. Της απαντά ‘‘μπορεί’’!
Oι δικοί του με ενημέρωναν πότε έφευγε από κει. Δεν με ξαναβρήκε, καθώς συνέχισα να κρύβομαι για άλλα δύο χρόνια, να αλλάζω δουλειές, μην τυχόν και με έχει δει κάπου, γιατί δεν με παρακολουθούσε μόνο αυτός, αλλά και ‘‘φίλοι του’’. Έρχονταν μάλιστα για να απειλήσουν το αφεντικό μου ή τον σπιτονοικοκύρη μου. Μου έλεγε ότι θα βάλει να με βιάσουν, να με σκοτώσουν… Τα ανέφερα αυτά στην Αστυνομία, αλλά…


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Άγιοι Ανάργυροι: Ολα όσα κατέθεσε ο φίλος της Κυριακής Γρίβα

Άγιοι Ανάργυροι: Χρήση κοκαΐνης και άλλων ουσιών είχε κάνει ο 39χρονος δολοφόνος


Όταν ήμουν νέα ήλπιζα ότι θα αλλάξει. Δεν αλλάζουν. Σε βαράνε, ακόμα κι αν είσαι έγκυος. Σου λένε ‘‘δική μου επιλογή είναι να έρθουν αυτά τα παιδιά στον κόσμο, δική μου είναι και να τα σκοτώσω μέσα στην κοιλιά σου’’. Γιατί ξέρει ότι αυτό θα σε πονέσει.
Η δολοφονία της Κυριακής έξω από το αστυνομικό τμήμα Αγίων Αναργύρων δείχνει ότι ύστερα από τόσα χρόνια από τότε που τα ζούσα εγώ όχι μόνο δεν έχει αλλάξει τίποτα, έχουν γίνει χειρότερα τα πράγματα. Ο πρώην άντρας μου φοβόταν μην πάει φυλακή, αλλά η συμπεριφορά των αστυνομικών του έδωσε θάρρος. Με χτυπούσε και μου έλεγε ‘‘τι θα κάνεις; Θα πας στην Αστυνομία;’’. Και γελούσε! Δεν δέχομαι ότι έχουν ψυχολογικά προβλήματα. Ο πρώην σύζυγός μου είχε μάθει από το νησί του ότι ‘‘άντρας που δεν χτυπάει τη γυναίκα του δεν είναι άντρας’’! Η κακοποιημένη γυναίκα κλείνοντας μας είπε ότι δεν θα συμβούλευε καμία γυναίκα να κάνει έστω και μία καταγγελία στην Αστυνομία, «γιατί μπορεί την επομένη να μη ζει!».

Μ.: 30 ετών
«Ο τότε ‘‘φίλος’’ μου μετά από πέντε μήνες ξυλοδαρμών και κακοποιήσεων, επειδή είχε καταλάβει ότι θα απευθυνθώ στην Αστυνομία για να κάνω καταγγελία, κλαμένη και χτυπημένη, με ακολούθησε και με άρπαξε έξω από το αστυνομικό τμήμα. Με έβαλε στο αμάξι και με κλείδωσε για πέντε ημέρες στο σπίτι στο οποίο μέναμε εκείνη την περίοδο μαζί! Δεν μπορούσα να έχω επαφή ούτε με το κινητό μου, ούτε με τους ανθρώπους μου, ούτε με κανέναν!».
Συγκλονίζουν τα λόγια 30χρονης, η οποία επί πέντε μήνες έζησε έναν εφιάλτη στα χέρια του κακοποιητικού συντρόφου της. Όπως καταγγέλλει, είχε απευθυνθεί αρκετές φορές στο αστυνομικό τμήμα επαρχιακής πόλης, από το οποίο όμως της είπαν κατ’ επανάληψη «να τα βρει με τον κακοποιητή της»: «Ας μην προχωρήσουμε σε κάποια μήνυση, γιατί αυτό θα τον εξοργίσει, οπότε θα ήταν καλύτερο να τον αφήσουμε ήρεμο και εσείς να γυρίσετε στο σπίτι σας, στην οικία σας, και να προσπαθήσετε εν ολίγοις να τα βρείτε». Την απάντηση-σοκ έδωσε αστυνομικός του τμήματος στην εμβρόντητη κοπέλα, η οποία είχε εμφανή σημάδια από τον ξυλοδαρμό που υπέστη.
Για να ξεφύγει από τον δράστη η γυναίκα αναγκάστηκε να μετακομίσει στην Αθήνα. Μόνο οι πολύ δικοί της άνθρωποι γνωρίζουν πού μένει, για ευνόητους λόγους. Όσο για τον κακοποιητικό πρώην σύντροφό της, κυκλοφορεί άνετος και ελεύθερος. Η 30χρονη ελπίζει να την έχει ξεχάσει. Η ίδια φοβάται ότι αν μάθουν οι δικοί της λεπτομέρειες για το τι περνούσε, μπορεί ο πατέρας ή ο αδελφός της να πάει να ζητήσει τον λόγο από τον «νταή». «Αν μιλήσω στον πατέρα μου και του πω τι περνούσα, πόσο σοκαριστικό είναι για μένα όλο αυτό που βίωσα, φοβάμαι πώς θα αντιδράσει. Αν ο πατέρας μου πάει μετά να ψάξει τον πρώην φίλο μου, τι θα γίνει; Μπορεί να πάθει κακό. Στη μόνη που θα μπορούσα να μιλήσω θα ήταν η Αστυνομία, που είναι και η δουλειά της. Όμως οι αστυνομικοί από το τοπικό τμήμα δεν με βοήθησαν καθόλου. Το είχα κάνει ελπίζοντας ότι θα μπορούσα να βρω το δίκιο μου αναίμακτα, χωρίς να το μάθουν οι δικοί μου και να πάρει έκταση το θέμα. Δεν βρήκα το δίκιο μου ποτέ!», μας λέει. Η δολοφονία της Κυριακής με συντάραξε. Έκλαιγα με μαύρο δάκρυ γιατί θυμήθηκα τι πέρασα. Αυτό είναι που με παρακίνησε και εμένα να μιλήσω», επισημαίνει. Η ίδια δεν έχει υποβάλει μήνυση, ούτε έχει προχωρήσει σε κάποια άλλη νομική ενέργεια, καθώς δεν θέλει πλέον να ασχοληθεί με τον δράστη της κακοποίησής της.

«Εντελώς χειριστικός»
Η 30χρονη μας είπε ότι σε αυτή τη σχέση, που κράτησε περίπου ένα χρόνο, αρχικά ο άνδρας είχε μια εντελώς διαφορετική συμπεριφορά: «Μετά από περίπου επτά μήνες της σχέσης μας ξεκίνησε να ασκεί βία επάνω μου με πολύ άσχημο τρόπο, ήταν εντελώς χειριστικός και με ήλεγχε δραματικά για το οτιδήποτε. Σε όλο μου το σώμα υπήρχαν σημάδια. Μου έριχνε χαστούκια, μπουνιές, κλωτσιές. Ήταν πολύ έντονος ο βαθμός της βίας επάνω μου».
Τη ρωτήσαμε αν ο δράστης επικαλούνταν κάποιο λόγο γι’ αυτή τη συμπεριφορά του. Η παθολογική ζήλια, ήταν η απάντηση: «Ζήλευε την ύπαρξή μου, χωρίς να έχω δώσει το παραμικρό δικαίωμα!».
Η 30χρονη μας είπε ότι προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τον κάνει να μη ζηλεύει. «Του είχα δώσει τους κωδικούς μου και έψαχνε εξονυχιστικά το κινητό μου. Λογοδοτούσα μάλιστα για τα like που έπαιρνα σε φωτογραφίες που ανέβαζα στο Instagram. Με ρωτούσε ποιοι είναι αυτοί που μου έκαναν like. Τους έψαχνε φυσικά έναν προς έναν!
Απευθύνθηκα στην Αστυνομία της πόλης στην οποία ζούσα για να με βοηθήσουν, δεν μπόρεσα όμως να βρω καμία βοήθεια. Όσες φορές κι αν πήγα εκεί, η απάντησή τους ήταν ‘‘να μην κάνω μήνυση και να προσπαθήσω να τα βρούμε’’. Δεν ξέρω αν δεν καταλάβαιναν το μέγεθος του βαθμού της κακοποίησης. Εγώ φαινόμουν χτυπημένη.
Από κάποια στιγμή και μετά νόμιζα ότι η ζωή μου θα είναι αυτή. Ευτυχώς με βοήθησε αφιλοκερδώς ο δικηγόρος Τάσος Ντούγκας, ο οποίος με στήριξε. Μου βρήκε και δουλειά».
Όπως μας λέει, ζει πάντα με τον φόβο μήπως τη βρει ο κακοποιητής της: «Έχω χάσει τον ύπνο μου. Ελπίζω τουλάχιστον να με έχει ξεχάσει ή να μην του κάνω πια αίσθηση. Και δεν θα ήθελα σε καμία περίπτωση να πω ότι έχει βρει το επόμενο θύμα. Ελπίζω όλοι αυτοί οι άνθρωποι που κάνουν τέτοια πράγματα να τιμωρηθούν όπως τους αξίζει. Πάντως είναι τρέλα ένας άνθρωπος να πρέπει να κρύβεται για να μπορεί να ζήσει».

Από την “ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ” που κυκλοφορεί

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ