Η Σοφία Μάντη είναι νοσηλεύτρια στα χειρουργεία δημόσιου νοσοκομείου αλλά ταυτόχρονα ασχολείται με τη μουσική. Η πρώτη της δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Απόφαση» κυκλοφορεί στα Public, στον Ιανό και στα music corner.
Της Άννας Τσιάλτας
Με ειλικρίνεια και αλήθεια η Σοφία Μάντη μίλα αποκλειστικά στη «Μ» για τους δύο φάρους της ζωής της, τη μουσική αλλά και τη νοσηλευτική που υπηρετεί με αγάπη και αφοσίωση τα τελευταία 20 χρόνια. Αναφέρεται στο πώς μπορεί δύο τόσο διαφορετικοί κόσμοι να συνυπάρξουν, εξομολογείται τις πιο οδυνηρές στιγμές που βίωσε ασκώντας το επάγγελμα της νοσηλεύτριας τονίζει ότι το τραγούδι είναι ο ήλιος στη ζωή και δεν κρύβει ότι δεν εκτιμά τη Eurovision και τα μουσικά ριάλιτι, αλλά υπάρχουν τραγουδιστές που θαυμάζει.
Πόσα χρόνια ασχολείσαι με τη μουσική; Πώς μπήκε στη ζωή σου;
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου η μουσική δεν έλειπε ποτέ από το σπίτι. Πάντα λέω χαριτολογώντας πως η μαμά μου πρέπει να με «τάιζε» νότες. Αυτό που είχε πει ο Νίτσε ότι η ζωή μας χωρίς τη μουσική θα ήταν ένα λάθος, νομίζω ότι το έγραψε για μένα. Κάποια πράγματα έρχονται γλυκά και όμορφα. Τα νιώθεις, τα αισθάνεσαι όπως ο ήλιος το καλοκαίριπου σου ζεσταίνει την καρδιά και τη ματιά..
Οταν έπιασα στα 7 μου χρόνια το πρώτο μου κιθαρόνι (ειδική παραγγελία για μένα στα μέτρα μου) ένιωσα κάτι σαν έρωτα. Ακόμα είμαι ερωτευμένη και το απολαμβάνω. Η μουσική είναι ένας ηθικός κανόνας. Δίνει ψυχή στο σύμπαν, φτερά στη σκέψη, απογειώνει τη φαντασία, χαρίζει χαρά στη λύπη και ζωή στα πάντα…
Είσαι όμως και νοσηλεύτρια σε δημόσιο νοσοκομείο. Πόση δύναμη χρειάζεσαι για ν` ανταπεξέλθεις σε όλο αυτό;
Ναι, είμαι και νοσηλεύτρια σ` ένα μεγάλο δημόσιο νοσοκομείο πρώτης γραμμής, σχεδόν 20 χρόνια τώρα. Η δουλειά είναι πολύ δύσκολη και απαιτητική. Οι συνθήκες κάνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Εργάζομαι στο χώρο του χειρουργείου. Χώρος που θέλει γερό στομάχι, πολλή υπομονή, ψυχραιμία, καθαρό μυαλό, αντοχή και πολλά ακόμα. Οι σπουδές και το μεταπτυχιακό μου στο Πανεπιστήμιο, οι άπειρες καιδύσκολες βάρδιες δεν με εμπόδισαν να κάνω αυτό που γεμίζει την ψυχή μου και τη ζωή μου ολόκληρη να τραγουδάω. Με αυτή την αγάπη και τη λαχτάρα γεννήθηκε και η πρώτη μου δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Απόφαση» που κυκλοφορεί χωρίς να οπλοφορεί στα Public, στον Ιανό και στα music corner. Είναι μια δουλειά για την οποία είμαι πολύ περήφανη. Ενα μεγάλο ευχαριστώ στον Δημήτρη Φάκο, που είναι ο δημιουργός όλου του δίσκου, στους μουσικούς μου που έπαιξαν με την ψυχή τους και στη δισκογραφική μου εταιρεία, MLK.
Πώς συνδυάζεις και τα δύο επαγγέλματα, το πρωί νοσοκομείο το βράδυ μουσική;
Ό,τι αγαπάς οφείλεις να το υπηρετείς με αξιοπρέπεια. Κάθε live μοιάζει λίγο με ιεροτελεστία. Γράφω και σβήνω τραγούδια, προσπαθώ να έχω ένα ρεπερτόριο που να καλύπτει και τους πιο απαιτητικούς. Και μετά ξεκινάνε οι πρόβες. Ενα ταξίδι είναι όλο αυτό που το απολαμβάνω κάθε φορά με το ίδιο πάθος. Όλα γίνονται αρκεί να το θέλεις πολύ. Ο Σαίξπηρ είχε πει: «O άνθρωπος που δεν συγκινείται από τη μουσική, είναι ικανός για προδοσίες, στρατηγήματα και αρπαγές. Να δυσπιστείτε ένα τέτοιον άνθρωπο».
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή σου στο χώρο αυτό; Σκέφτηκες ποτέ να τα παρατήσεις;
Τίποτα δεν είναι εύκολο και τίποτα δεν σου χαρίζεται στη ζωή. Ολα έχουν τον κόπο και το τίμημά τους. Η πιο δύσκολη στιγμή στον χώρο της Νοσηλευτικής ήταν όταν έχασα τον μπαμπά μου στα χέρια μου. Επαθε ανακοπή στην αιμοκάθαρση. Να τον βλέπω να «φεύγει» μπροστά στα μάτια μου. Παρά τις προσπάθειες, τελικά δεν τα κατάφερε. Ενα γεγονός που ακόμα και τώρα, 10 χρόνια μετά, με στιγμάτισε. Πιστεύω δεν θα σβήσει ποτέ εκείνη η εικόνα, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Έχω σκεφτεί αρκετές φορές να τα παρατήσω. Είναι φορές που ο πόνος και του αρρώστου και των συγγενών, είναι αβάσταχτος. Το να ισορροπείς μέσα σου κόντρα σε όλο αυτό θέλει πολύ κουράγιο και δύναμη. Θυμάμαι όταν χρειάστηκε ν` ακρωτηριάσουμε έναν 22χρονο μετά από τροχαίο… Ηταν τραγικό! Διπλός ακρωτηριασμός των κάτω ακρών σε μια στιγμή. Καταλαβαίνεις, λοιπόν, πόσο βάλσαμο και λύτρωση είναι η μουσική για μένα. Οσες φορές είπα θα τα παρατήσω, άλλες τόσες είπα θα μείνω για όσους μεμας έχουν ανάγκη. Και είναι σπουδαίο να βοηθάς»
Ποιους τραγουδιστές εξ’ όσων έχεις γνωρίσει ξεχώρισες;
Τον μεγάλο Δημήτρη Μητροπάνο, τη μοναδική Λίτσα Διαμάντη, τον αιώνιο έφηβο Πασχάλη και την Ηρώ, που θεωρώ μακράν ως την καλύτερη γυναίκα τραγουδοποιό των τελευταίων 20 χρόνων. Πολλοί ακόμη ερμηνευτές, που δεν είχα την τύχη να γνωρίσω αποτελούν πρότυπα μου. Μπορώ να σου αναφέρω με σιγουριά τη Τζένη Βάνου, τη Μαρινέλλα, τη Βίκυ Μοσχολιού και την Αννα Βίσση.
Θα εκπροσωπούσες την Ελλάδα στη Eurovision;
Δεν νομίζω. Η Eurovision τα τελευταία χρόνια είναι ένα πανηγύρι που σίγουρα δεν αντιπροσωπεύει την Ελλάδα και το φως της.
Προσπάθησες παρά ταύτα να μπεις στο «Fame Story».
Όντως. Πριν από 15 χρόνια προσπάθησα να πάω στο «Fame Story». Θυμάμαι ότι έφτασα στους 50 με συμμετοχή 1.300 ατόμων. Από εκεί και πέρα, όπως μου ανέφεραν εκ των υστέρων φίλοι στο χώρο, απαιτούνταν άλλα πράγματα για να μπεις. Μέτρησαν αν θες περισσότερο οι προσωπικές γνωριμίες, οι εταιρείες που ήθελαν να περάσουν νέους καλλιτέχνες τους και πολλά ακόμη. Μέσα από αυτή την εποικοδομητική όμως διαδικασία συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι άνθρωπος των διαγωνισμών.
Όπως δημοσιεύτηκε και στην έντυπη εφημερίδα «ΜΠΑΜ» στο ρεπορτάζ.