Οκτώ συγκεκριμένα και απόλυτα εφικτά μέτρα προτείνει το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας προς την Κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδος, ώστε-πέραν όσων αντιμετωπίζουν δυσκολίες εξυπηρέτησης των δανείων τους- να στηριχθούν και οι συνεπείς δανειολήπτες.
Δεδομένου ότι, μέχρι σήμερα, οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης έχουν εγκρίνει αναστολές για δάνεια κοντά στα 30 δισ. ευρώ, ο προβληματισμός όλων έγκειται στην επόμενη μέρα και στο κατά πόσο οι δανειολήπτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που έχουν ενταχθεί σε αυτή τη ρύθμιση, θα μπορέσουν να είναι φέτος συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
Σύμφωνα με το καλό σενάριο, ένα 20% περίπου, δηλαδή περίπου 6 δισ. ευρώ, δεν θα μπορέσει να τηρήσει τις δεσμεύσεις του. Στο δυσμενές σενάριο, το ποσοστό μπορεί να ξεπεράσει και το 50%.
Επίσης, να λάβουμε υπόψη μας και το γεγονός ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται σε 58,7 δισ. ευρώ και αποτελούν το 35,8% του συνόλου (Σεπτέμβριος 2020).
Σε αυτό το πλαίσιο, το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος δηλώνει αντίθετο στη συνήθη πρακτική των Τραπεζών και ιδιαίτερα των εταιρειών διαχείρισης δανείων, να προσκαλούν τους δανειολήπτες για άμεση ρύθμιση των δανείων τους, που βρίσκονταν σε κατάσταση μορατόριουμ.
Οπως αναφέρει, η ελληνική οικονομία και ο επιχειρηματικός κόσμος θα χρειαστούν ένα εύλογο χρονικό διάστημα για να μπορέσουν να ορθοποδήσουν και να είναι συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους. Επίσης, οι Τράπεζες θα πρέπει να προετοιμάσουν κοστολογημένα σχέδια για το επόμενο έτος και να παρέχουν διευκολύνσεις για τη σταδιακή επαναφορά, ιδιαίτερα στους ενήμερους πολίτες – επιχειρήσεις, όπως η καταβολή της μισής δόσης δανείου (50%) για το 2021 και η καταβολή των ¾ (75%) για το 2022, με αντίστοιχη επιμήκυνση των δανειακών συμβάσεων. Προς αυτή την κατεύθυνση, ορθά η Ελληνική Ένωση Τραπεζών προτρέπει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να εξετάζουν την πιθανότητα ένταξης των συνεπών δανειοληπτών σε βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα σταδιακής επαναφοράς στην καταβολή της συμβατικής δόσης.
Το ΟΕΕ, πιστό στον θεσμικό του ρόλου ως αρμόδιου φορέα επί οικονομικών θεμάτων, εφιστά την προσοχή τόσο στην Πολιτεία όσο και στις Τράπεζες, με απώτερο σκοπό την ταχύτερη επαναφορά στην κανονικότητα, και προτείνει:
- Την επέκταση του Προγράμματος «Γέφυρα» για όλο το 2021.
- Τη δυνατότητα παράτασης του προγράμματος των αναστολών πληρωμών δόσεων των ενήμερων δανείων, πέρα των 9 μηνών.
- Άμεση ρύθμιση των ενήμερων δανείων, που βρίσκονταν σε κατάσταση μορατόριουμ, αφού η επαναφορά θα έρθει σταδιακά. Την προετοιμασία κοστολογημένων σχεδίων από τις Τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης δανείων, ώστε να παρέχουν διευκολύνσεις για τη σταδιακή επαναφορά στην κανονικότητα, ιδιαίτερα στους ενήμερους πολίτες – επιχειρήσεις, όπως η καταβολή της μισής δόσης δανείου (50%) για το 2021 και η καταβολή των ¾ (75%) για το 2022, με αντίστοιχη επιμήκυνση των δανειακών τους συμβάσεων.
- Τη δημιουργία ενός «πλέγματος ασφαλείας», ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα καθυστερήσεων πληρωμών αλλά και να ενισχυθεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων.
- Η περαιτέρω ενίσχυση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων μέσω αξιοποίησης κοινοτικών πόρων πρέπει να αποτελέσει θέμα συζήτησης μεταξύ Πολιτείας και Τραπεζών, όπως και η συνεννόηση με Φορείς που συγχρηματοδοτούν (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων), ώστε να επιτευχθεί και στα προϊόντα αυτά αντίστοιχη μεταβατική περίοδος ρύθμισης των συμβάσεών τους.
- Την άμεση εφαρμογή του πλαισίου χορήγησης μικροχρηματοδοτήσεων (ν. 4701/2020) για τη χορήγηση δανείων έως 25.000 ευρώ χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις σε πολύ μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους.
- Η κυβέρνηση οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για τη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα αναλάβει τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας.
- Οι νέες ρυθμίσεις θα πρέπει να συνοδεύονται από δέσμευση της επιχείρησης για διατήρηση του υφιστάμενου αριθμού θέσεων απασχόλησης.
Ο Πρόεδρος του ΟΕΕ Κωνσταντίνος Κόλλιας δήλωσε:
«Οι τράπεζες οφείλουν να προστατεύσουν τους συνεπείς δανειολήπτες τους, που -παρά τις δυσκολίες- στήριξαν το τραπεζικό σύστημα, και, μέσω επέκτασης των διευκολύνσεων ή παροχής εναλλακτικών προτάσεων, να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα καθυστερήσεων πληρωμών, αλλά και να ενισχυθεί η ρευστότητά τους.
Η κουλτούρα πληρωμών, που δημιουργήθηκε το προηγούμενο διάστημα, πρέπει να διατηρηθεί και τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία στήριξαν με τις πληρωμές τους το κράτος την προηγούμενη δεκαετία, να ανταμειφθούν».