Οι υπουργοί Εξωτερικών της G7 και ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας καταδίκασαν σήμερα απερίφραστα τη βία που διαπράχθηκε από τις δυνάμεις ασφαλείας της Μιανμάρ σε βάρος διαδηλωτών που αντιτίθενται στο στρατιωτικό πραξικόπημα και τις κάλεσαν να δείξουν “τη μέγιστη αυτοσυγκράτηση”.
“Εμείς οι υπουργοί Εξωτερικών του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, της Βρετανίας και των ΗΠΑ, όπως και ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, καταδικάζουμε απερίφραστα τη βία που διαπράχθηκε από τις δυνάμεις ασφαλείας της Μιανμάρ σε ειρηνικές διαδηλώσεις”, αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους.
“Η χρήση πραγματικών σφαιρών κατά άοπλων ανθρώπων είναι απαράδεκτη”, προσθέτουν, καλώντας τον στρατό και την αστυνομία της Μιανμάρ να δείξουν “την μέγιστη αυτοσυγκράτηση” και “να σεβαστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα”.
Αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις
Κατά τη διάρκεια της νύχτας οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την επιβολή κυρώσεων κατά ακόμη δύο ηγετών της στρατιωτικής χούντας που ανέτρεψε την κυβέρνηση της Σου Τσι, του στρατηγού Μάουνγκ Μάουνγκ Κιάου, ο οποίος είναι επικεφαλής της στρατιωτικής αεροπορίας, και του αντιστράτηγου Μόε Μιντ Τουν.
Παρόμοια μέτρα είχαν ήδη ανακοινωθεί από την Ουάσινγκτον πριν από περίπου 10 ημέρες, με στόχο πολλούς ηγέτες της χούντας, μεταξύ των οποίων τον επικεφαλής της, τον στρατηγό Μιν Αούνγκ Χλάινγκ.
“Δεν θα διστάσουμε να λάβουμε κι άλλα μέτρα κατά αυτών που διαπράττουν βίαιες ενέργειες και καταστέλλουν την βούληση του λαού. Δεν θα διστάσουμε να υποστηρίξουμε τον λαό της Μιανμάρ”, προειδοποίησε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν.
Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας κάλεσε εξάλλου “τον στρατό και την αστυνομία να σταματήσουν οποιαδήποτε επίθεση κατά των ειρηνικών διαδηλωτών, να απελευθερώσουν άμεσα όλους τους ανθρώπους που κρατούνται άδικα, να σταματήσουν τις επιθέσεις και τους εκφοβισμούς κατά των δημοσιογράφων και των ακτιβιστών και να αποκαταστήσουν την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση” της χώρας.
Η ανακοίνωση αυτή έγινε μόλις μερικές ώρες μετά την απόφαση της ΕΕ να επιβάλλει κυρώσεις κατά των οικονομικών και χρηματοπιστωτικών συμφερόντων των στρατιωτικών υπευθύνων για το πραξικόπημα.
“Οποιαδήποτε άμεση οικονομική βοήθεια (…) στα προγράμματα μεταρρύθμισης της κυβέρνησης αναστέλλεται”, δήλωσε ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ.
Ωστόσο ο ίδιος διευκρίνισε ότι η ΕΕ δεν σκοπεύει να μειώσει το επίπεδο των εμπορικών σχέσεών της με την Μιανμάρ, καθώς κάτι τέτοιο φοβάται ότι θα είχε επιπτώσεις στον πληθυσμό.