- Σε θρίλερ για γερά νεύρα εξελίσσεται η εξαφάνιση της ανήλικης Ελένης, που αγνοείται από τις 21 Ιανουαρίου
- Οι μαρτυρίες που κατάφερε να συγκεντρώσει ο πατέρας της Ελένης, τον οδηγούν στα χνάρια ενός σκληρού κυκλώματος της αφγανικής μαφίας
- Τα όσα ακολουθούν μοιάζουν με σενάριο κινηματογραφικής ταινίας…
Σε θρίλερ για γερά νεύρα εξελίσσεται η εξαφάνιση της ανήλικης Ελένης, που αγνοείται από τις 21 Ιανουαρίου. Η Ελένη Ευσταθιάδη μεταφέρθηκε μες στη νύχτα στα επείγοντα νοσοκομείου της Αθήνας με δυνατούς πόνους στο στομάχι. Περίμενε να την εξετάσουν οι γιατροί και ξαφνικά χάθηκε απ’ τα μάτια του πατέρα της που τη συνόδευε. Η τσάντα με τα προσωπικά της στοιχεία, βρέθηκαν στον χώρο αναμονής των εξωτερικών ιατρείων.
Τα όσα ακολουθούν μοιάζουν με σενάριο κινηματογραφικής ταινίας… Η μαρτυρία ενός οδηγού ταξί, ο ιδιοκτήτης καταστήματος στην Αχαρνών που τον πλήρωσε και το περίεργο τηλεφώνημα σε έναν άγνωστο άνδρα που την παρέλαβε, συνθέτουν έναν γρίφο για δυνατούς λύτες.
Ο πατέρας της, που την μεγάλωσε μόνος του μετά τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας της, «οργώνει» μέρα – νύχτα την Αθήνα και έχει πάρει την υπόθεση της κόρης του στα χέρια του, αφού η Ασφάλεια Άνω Λιοσίων που ανέλαβε την υπόθεση, όπως όλα δείχνουν, έχει εγκαταλείψει την υπόθεση.
Μία υπόθεση στην οποία σύμφωνα με πληροφορίες εμπλέκονται επικίνδυνοι άνθρωποι, οι οποίοι κρατούν την ανήλικη στον «δικό τους κόσμο». Σύμφωνα με το “Πρώτο Θέμα” οι μαρτυρίες που κατάφερε να συγκεντρώσει ο πατέρας της Ελένης, τον οδηγούν στα χνάρια ενός σκληρού κυκλώματος της αφγανικής μαφίας. Ωστόσο δεν γνωρίζει ποιοι είναι εκείνοι που κρατούν την μονάκριβη κόρη του και κάτω υπό ποιες συνθήκες. Σύμφωνα με όσα μετέφερε στον πατέρα ένας άνδρας από το Μπαγκλαντές, η κοπέλα βρίσκεται στα χέρια της αφγανικής μαφίας. Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά αν πρόκειται για μία σημαντική πληροφορία ή για παραπληροφόρηση.
Και ενώ οι μήνες περνούν και η ανήλικη παραμένει απροστάτευτη σε ένα άγνωστο, και όπως όλα τα στοιχεία δείχνουν, τρομερά επικίνδυνο περιβάλλον, οι έρευνες για τον εντοπισμό της έχουν «παγώσει».
Η Ελένη, μετά τη δημοσιοποίηση της εξαφάνισής της, τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις του πατέρα της να επικοινωνήσει μαζί του αν τον βλέπει, αλλά και τις αποκαλύψεις που προέκυψαν καθώς ο ίδιος κατάφερε να ακολουθήσει ένα μέρος από την διαδρομή που έκανε μετά την εξαφάνισή της, του τηλεφώνησε λέγοντας ότι βρίσκεται στην Θεσσαλονίκη.
Ωστόσο το τηλεφώνημά της δεν έπεισε ούτε τον πατέρα της, αλλά ούτε και την δικηγόρο Βούλα Δημητριάδου, που έχει αναλάβει από την πρώτη στιγμή την υπόθεση. Κάτι που επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια από το στίγμα του κινητού, καθώς προέκυψε ότι το τηλεφώνημα έγινε από την Αθήνα. Η δικηγόρος, Βούλα Δημητριάδου, που έχει αναλάβει την υπόθεση μίλησε στο Πρώτο Θέμα: «Μετά το τηλεφώνημα δεν έχουμε τίποτα νεότερο από το κορίτσι. Έκτοτε ο διοικητής της Ασφάλειας Άνω Λιοσίων δεν εκδήλωσε κανένα ενδιαφέρον, δεν προχώρησε η αστυνομική έρευνα. Έχουν παγώσει όλα». «Λυπάμαι καθώς η ιδιωτική έρευνα έχει αποκαταστήσει την αστυνομική έρευνα και οι ίδιοι οι πολίτες ερευνούν τις υποθέσεις τους» πρόσθεσε.
«Το χρονικό της υπόθεσης»
Στις 21 Ιανουαρίου ο πατέρας της Ελένης την μετέφερε στο Αττικό νοσοκομείο που εφημέρευε, γιατί είχε πόνους στο στομάχι. Ήταν περίπου δέκα και μισή το βράδυ και υπήρχε πολύς κόσμος που περίμενε να εξεταστεί, λόγω της εφημερίας. Προμηθεύτηκαν το απαραίτητο εισιτήριο προτεραιότητας και περίμεναν τη σειρά τους.
Η Ελένη έδειχνε να υποφέρει και ο πατέρας της την συνόδεψε στην τουαλέτα δύο φορές. Την τρίτη φορά την άφησε να πάει μόνη της. Είχε αφήσει τη τσάντα της με τα προσωπικά της στοιχεία, στον χώρο αναμονής των εξωτερικών ιατρείων.
Μετά από λίγο και ενώ η κοπέλα αργούσε την αναζήτησε στο μπάνιο. Έντρομος διαπίστωσε πως δεν ήταν εκεί. Όπως είχε αναφέρει αμέσως άρχισε να την αναζητεί.
«Ανάστατος βγήκα έξω στην είσοδο κι άρχισα να ρωτάω τον κόσμο. Οδηγοί ταξί που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στην πιάτσα, μου είπαν ότι μια κοπέλα με τα χαρακτηριστικά της κόρης μου, είχε πάρει μια κούρσα με προορισμό την Αθήνα».
Για δυο ώρες ο πατέρας περίμενε στην πιάτσα μήπως και συναντήσει τον οδηγό που μετέφερε την Ελένη, κάτι που έγινε. Ο ταξιτζής του είπε πως άφησε την κόρη του σε συγκεκριμένο σημείο επί της οδού Αχαρνών. Γνωρίζοντας πως η Ελένη δεν είχε χρήματα μαζί της, τον ρώτησε με ποιο τρόπο τον πλήρωσε.
Εκείνος του απάντησε πως η νεαρή κοπέλα μπήκε σε κατάστημα ψιλικών, τηλεφώνησε σε κάποιον και τότε ο ιδιοκτήτης του καταστήματος, βγήκε και του πλήρωσε το αντίτιμο της κούρσας. Μες στην αγωνία ο πατέρας ειδοποίησε έναν συγγενή του και πήγαν μαζί στην Αχαρνών, να ψάξουν για την Ελένη. «Στο ψιλικατζίδικο συνάντησα έναν νεαρό υπάλληλο που μου είπε ότι δεν είδε, δεν άκουσε, δεν ήξερε…» είπε.
«Την εξαφάνισαν νύχτα στην Αχαρνών»
Ο Δημήτρης Ευσταθιάδης επέμεινε να μιλήσει με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος ψιλικών στην Αχαρνών, που είδε τελευταίος την κόρη του. Τον ειδοποίησαν και όταν έφτασε στο μαγαζί, του έδειξε την φωτογραφία της 18χρονης Ελένης. Εκείνος του απάντησε πως πράγματι είχε περάσει από εκεί τη νύχτα που χάθηκε.
Ανέφερε πως η αγνοούμενη μπήκε στο μαγαζί του και τον ρώτησε αν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το τηλέφωνό του. Κάλεσε κάποιον που της είπε να μιλήσει στον ιδιοκτήτη και όταν αυτός πήρε το τηλέφωνο, του ζήτησε να πληρώσει την κούρσα της κοπέλας. Ο πατέρας αναρωτήθηκε ποιο είναι αυτό το άτομο και ο ιδιοκτήτης αποκρίθηκε πως επρόκειτο για κάποιον τακτικό πελάτη του. Λίγες μέρες αργότερα ο ιδιοκτήτης τηλεφώνησε στον πατέρα και του είπε πως το συγκεκριμένο άτομο είχε περάσει από εκεί και τον είχε ενημερώσει για την εξαφάνιση. Εκείνος του απάντησε ότι η κοπέλα είχε επιστρέψει στο σπίτι της. «Ψάχνω τα βράδια με τη φωτογραφία της στα χέρια σε περίεργα στέκια. Κάποιοι μου λένε πως την έχουν δει με άτομα που βρίσκονται παράνομα στην Ελλάδα», είχε αναφέρει ο πατέρας της Ελένης, περιγράφοντας τον εφιάλτη και την αγωνία που βιώνει.