“Σεβόμαστε τα χρήματα του ελληνικού λαού”, ενώ “κάθε ευρώ που θα δίνει ο Έλληνας φορολογούμενος για την ΕΡΤ του αντιγυρίζει με τη μορφή υπηρεσιών”, ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας, Νίκος Παππάς, απαντώντας σε ερωτήσεις βουλευτών της αντιπολίτευσης.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο της συζήτησης για την τροπολογία που δίνει τη δυνατότητα μετακίνησης προσωπικού της ΕΡΤ σε άλλες υπηρεσίες, ο κ. Παππάς τόνισε ότι “δεν υπάρχει καμία σκοπιμότητα στην τροπολογία που κατατέθηκε, και η ΕΡΤ δεν πρόκειται να γίνει η πίσω πόρτα για προσλήψεις στο δημόσιο. Έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχει προσωπικό το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί αλλού, σε άλλες υπηρεσίες πιο ευαίσθητες για τις ανάγκες των πολιτών”.
Ερωτηθείς από το βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Σίμο Κεδίκογλου σχετικά με το κόστος λειτουργίας της ΕΡΤ, τον αριθμό των προσλήψεων και την καταβολή αποζημιώσεων, ο κ. Παππάς απάντησε ότι, κατά το παρελθόν και κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ, είχε καταθέσει στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι η ΝΕΡΙΤ είχε το ίδιο μισθολογικό κόστος με την ΕΡΤ.
“Η δική μας η κυβέρνηση δεν προβαίνει σε ενέργειες βίαιου κλεισίματος, αλλά επιδιώκει τη βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού”, επεσήμανε ο υπουργός Επικρατείας.
Για το θέμα των αποζημιώσεων, είπε ότι οι αποζημιώσεις έχουν δοθεί και είναι σε εξέλιξη η διαδικασία συμψηφισμού.
Με την τροπολογία η οποία περιλαμβάνεται στο σχέδιο νόμου, “Κύρωση της Ευρωμεσογειακής Συμφωνίας Αεροπορικών Μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ισραήλ”, επιτρέπεται η απόσπαση τακτικού προσωπικού της ΕΡΤ Α.Ε, για την κάλυψη κοινωνικών αναγκών σε τομείς υψηλής προτεραιότητας, χωρίς να επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός των φορέων υποδοχής. Η απόσπαση μπορεί να γίνει με αίτηση του ενδιαφερομένου, και διενεργείται σε φορέα υποδοχής του νομού στον οποίο υπηρετεί ο υπάλληλος μετά από έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης του υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του οικείου υπουργού ή του οργάνου διοίκησης του φορέα.
Η διάρκεια της απόσπασης ορίζεται σε ένα έτος με δυνατότητα ανανέωσης, ενώ η μισθοδοσία βαρύνει τον φορέα προέλευσης, με εξαίρεση πρόσθετες αποδοχές ή αποζημιώσεις που βαρύνουν τον φορέα υποδοχής.