Η Silvia Federici (Σίλβια Φεντερίτσι) γεννήθηκε στην Πάρμα της Ιταλίας το 1942.
Σε ηλικία 25 ετών το 1967 μεταναστεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου αναπτύσσει δράση στο φοιτητικό κίνημα και στις κινητοποιήσεις ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, στο κίνημα υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων και κυρίως στο φεμινιστικό κίνημα. Τη δεκαετία του 1980 ζει στη Νιγηρία, διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Πορτ Χάρκουρτ και συμμετέχει σε γυναικείες οργανώσεις που αγωνίζονται ενάντια στην πολιτική της “δομικής προσαρμογής”, οικονομικά προγράμματα που εφαρμόστηκαν από τους διεθνείς οργανισμούς για την εξάλειψη των εμποδίων για την οικονομική μεγέθυνση στον αναπτυσσόμενο κόσμο και που κρίθηκαν ιδιαίτερα καταστροφικά αφού τελικά έφεραν μεγαλύτερη φτώχια που επιβλήθηκε στη χώρα αυτή από τους διεθνείς οργανισμούς. Στη δεκαετία του 1990 δραστηριοποιήθηκε στα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης και κατά της θανατικής ποινής στις ΗΠΑ. Σήμερα είναι καθηγήτρια πολιτικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Χόφστρα στη Νέα Υόρκη.
H Silvia Federici ανήκει στα ηγετικά στελέχη ενός ρεύματος του ιταλικού φεμινιστικού κινήματος που αναδύθηκε στη δεκαετία του ’70, στο οποίο ανήκουν, μεταξύ πολλών άλλων, η Mariarosa Dalla Costa (Μαριαρόζα Ντάλλα Κόστα) και η Leopoldina Fortunati (Λεοπολντίνα Φορτουνάτι).το οποίο ασχολήθηκε σοβαρά με την ανάπτυξη πρωτότυπων επεξεργασιών για τη φύση της γυναικείας καταπίεσης στον καπιταλισμό. Μέσα από μια μακρά διαδρομή δράσης και στοχασμού, θα προβάλουν το αίτημα «Μισθός για το νοικοκυριό», το οποίο πραγματεύεται το βιβλίο που εξέδωσε το 1984, η Silvia Federici “Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση”.
Ένα βιβλίο καρπός μιας ερευνητικής προσπάθειας που παρουσιάζει βασικά θέματα που αφορούν στις γυναίκες κατά τη «μετάβαση» από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό.
Όπως η Silvia Federici έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις της η ιδέα «Μισθός για το νοικοκυριό», δεν ήταν καθόλου δημοφιλής μεταξύ πολλών φεμινιστριών που μάλιστα κατηγορούσαν την Silvia Federici και τις Mariarosa Dalla Costa (Μαριαρόζα Ντάλλα Κόστα) και Leopoldina Fortunati ότι ήθελαν να θεσμοποιήσουν τη θέση της γυναίκας στο σπίτι.
Όμως εκείνες επιθυμούσαν να δείξουν ότι επρόκειτο για μια κεντρική και ουσιώδη εργασία και όχι για μια απλή προσωπική υπηρεσία αφιερωμένη στους άντρες και στα παιδιά και ότι, εξαιτίας αυτής της άμισθης φύσης της εργασίας ένας μεγάλος αριθμός γυναικών υφίσταντο εξάρτηση από τους άντρες. Σαν αποτέλεσμα αυτό είχε φυσικά πολλές γυναίκες να μην μπορούν να εγκαταλείψουν μια καταπιεστική και βίαιη σχέση, εξαιτίας της κατάστασης εξάρτησής τους.
Μια δεύτερη πτυχή του προβλήματος ήταν πως αυτή η ζωή χωρίς έσοδα, αυτό το άμισθο καθεστώς, κατεδίωκε τις γυναίκες όπου κι αν αυτές πήγαιναν ακόμα κι όταν έβρισκαν μια δουλειά εκτός του σπιτιού. Πληρώνονταν λιγότερο και η πλειοψηφία των θέσεων στις οποίες μπορούσαν να αποβλέπουν δεν ήταν παρά συμπληρωματικές της οικιακής τους εργασίας.
Ο μισθός για την οικιακή εργασία σύμφωνα με την Silvia Federici ήταν ένας τρόπος αποσταθεροποίησης και ανατροπής της κοινωνικο-έμφυλης διαίρεσης της άδικης και άνισης εργασίας. Θα έπαιζε τον ίδιο ρόλο με αυτόν των εξεγέρσεων ενάντια στη δουλεία. Θα ήταν το γκρέμισμα μιας ολόκληρης κοινωνικής αρχιτεκτονικής που αποδέχεται ότι οι άνθρωποι παραμένουν διαιρεμένοι καθώς αναλαμβάνουν μια μεγάλη ποσότητα μη αμειβόμενης εργασίας, αφού το νοικοκυριό θεωρείται σαν κάτι το φυσικό για τις γυναίκες. Η γυναίκα νοικοκυρά δεν θεωρείται εργαζόμενη, αντιμετωπίζεται απλά σαν να εκπληρώνει το φυσικό της προορισμό ως γυναίκας.
Η δουλειά της Silvia Federici μέσα από το βιβλίο Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα δείχνει το πώς ο καπιταλισμός δημιούργησε τη μορφή της γυναίκας στο σπίτι, στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, όπου οι γυναίκες αποκλείστηκαν από όλες τις δραστηριότητες που είχαν έξω από το σπίτι. Ήδη όμως από τον Μεσαίωνα, αποκλείστηκαν από τις συντεχνίες, και μετά σταδιακά δεν μπόρεσαν παρά να αποκτούν απασχολήσεις σχετικές με την οικιακή εργασία, όπως για παράδειγμα νοσοκόμες, τροφοί, υπηρέτριες, πλύστρες, κλπ. Με αυτό τον τρόπο αρχίζει να διαγράφεται κάτω από τα μάτια μας σταδιακά στο πέρασμα του χρόνου η μορφή μιας στην ουσία σκληρά εργαζόμενης που όμως γίνεται ολοένα και περισσότερο γίνεται αόρατη.
Για τον Μαρξ, η αναπαραγωγή του εργαζομένου γίνεται μέσω του μισθού και μέσω του καλαθιού των εμπορευμάτων που αντιστοιχεί στο μισθό του. Ο εργαζόμενος καταναλώνει εμπορεύματα. Χρησιμοποιεί την πληρωμή του για να αγοράσει τροφή και ρούχα, έπειτα καταναλώνει εμπορεύματα και αναπαράγεται. Η γυναίκα όμως που εργάζεται στο σπίτι στο νοικοκυριό παραμένει αόρατη. Η εργασία της στο νοικοκυριό δεν περιλαμβάνεται μέσα στο κεφάλαιο του Μάρξ.
Η ιδέα για ένα μισθό για το νοικοκυριό είχε σαν σκοπό να ενώσει τις γυναίκες. Όχι μόνο γι`αυτό που θα παρήγε με όρους μιας αναδιανομής του πλούτου, αλλά δίνοντας στις γυναίκες περισσότερη δύναμη και θέτοντας σε αμφισβήτηση την εξάρτησή τους απέναντι στους άνδρες – και λόγω αυτού αλλάζοντας τη σχέση μεταξύ των γυναικών και των ανδρών, κάνοντάς την ισότιμη.
Και ενώ στην εποχή μας υπάρχουν γυναίκες που εργάζονται και διαπρέπουν σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας δεν μπορούμε παρά να παραδεχθούμε πως υπάρχει μια άλλη αλλά μεγάλη πλειοψηφία των γυναικών πάνω σε αυτό τον πλανήτη που ασχολούνται με το νοικοκυριό και απαξιώνονται, πολύ συχνά εξαρτώμενες από τους εξουσιαστές άντρες, με τα γνωστά αποτελέσματα των ολοένα και πιο συχνών βίαιων ενδοοικογενειακών περιστατικών με θύματα τις γυναίκες.
Στις σελίδες 146-147 διαβάζουμε τα εξής για τον 17ο αιώνα: «Από αυτή την ήττα προέκυψε ένα νέο είδος θηλυκότητας: η ιδανική γυναίκα και σύζυγος – παθητική, υπάκουη, οικονόμα, λιγόλογη, αφοσιωμένη στη δουλειά και αγνή», όπως ακριβώς το μοντέλο θηλυκότητας που προβαλλόταν τον 11ο και τον 13ο αιώνα στις μυθιστορίες που απεικόνιζαν τον ευγενή έρωτα, όπως περιγράφεται από τον Georges Duby το 1988 σε ένα βιβλίο που πραγματεύεται επίσης τη θέση της γυναίκας τον 17ο αιώνα «Ο άντρας που παντρεύεται μια γυναίκα, όποια κι αν είναι η ηλικία του, πρέπει να συμπεριφέρεται σαν ανώτερός της και να σφίγγει τα χαλινάρια, κρατώντας την υπό τον αυστηρό του έλεγχο […] Η συμφωνία βασίζεται στο προκλητικά διακηρυγμένο αξίωμα ότι η γυναίκα είναι ένα ασθενές ον που πρέπει αναγκαία να είναι υποταγμένο επειδή είναι εκ φύσεως διεστραμμένη, ότι προορισμός της είναι να υπηρετεί τον άνδρα εντός του γάμου και ότι ο άνδρας έχει τη νόμιμη εξουσία να τη χρησιμοποιεί».
Τα αστικά ιδανικά για τη γυναικεία φύση και την οικιακή ζωή σφυρηλατήθηκαν όπως στους θαλάμους βασανιστηρίων και στους πασσάλους της πυράς όπου έχασαν τη ζωή τους οι μάγισσες θύματα ενός πολέμου εναντίον των γυναικών, όπως μας περιγράφει το βιβλίο της Silvia Federici.
Μιας σχεδιασμένης απόπειρας εξευτελισμού των γυναικών, δαιμονοποίησής τους και καταστροφής της κοινωνικής τους δύναμης όπου οδήγησε σε τόσο πολλή βία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ