Ο Άρειος Πάγος θα κρίνει τελικά το τι ισχύει ως προς το θέμα της ασυλίας των τραπεζικών στελεχών μια και έχουν εκδοθεί αντίθετες αποφάσεις και θα εξετάσει την συνταγματικότητα της τροπολογίας που ψηφίστηκε τον Νοέμβριο του 2019.
Με αυτή την τροπολογία δόθηκε «ασυλία» στα τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας καθώς έβαζε τέλος στην αυτεπάγγελτη δίωξή τους από τις δικαστικές αρχές προβλέποντας ότι θα διώκονται μόνο κατόπιν έγκλησης των τραπεζών.
Η συγκεκριμένη διάταξη του Νόμου 4637 που περιελάμβανε τις τροποποιήσεις στον ποινικό κώδικα, θα περάσει από την κρίση του Ανώτατου Δικαστηρίου μετά την αναίρεση που άσκησε ο αντεισαγγελέας του Α. Π. Δημήτρης Παπαγεωργίου κατά απαλλακτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών που αφορούσε δάνεια τα οποία χορηγήθηκαν σε γνωστό εφοπλιστή.
Συγκεκριμένα ο νόμος 4637/19 προέβλεπε:
-Για τη δίωξη των τραπεζικών στελεχών απαιτείται έγκληση που θα υποβάλλουν, όταν το κρίνουν, τα πιστωτικά ιδρύματα. Παύει δηλαδή την αυτεπάγγελτη δίωξη από εισαγγελέα.
–Το αδίκημα της απιστίας για τα στελέχη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων από κακούργημα στο εξής θα διώκεται σε βαθμό πλημμελήματος.
Η όποια απόφαση πάντως του Αρείου Πάγου θα αποτελέσει ουσιαστικά και ένα οδηγό για τα δικαστικά συμβούλια και τα δικαστήρια που έως τώρα έχουν εκδώσει αντιφατικές αποφάσεις. Συγκεκριμένα, μετά την ψήφιση του νόμου, τρία δικαστικά συμβούλια Πλημμελειοδικών έχουν έχουν παύσει την ποινική δίωξη και άλλα τρία όχι ενώ το Εφετείο, σε σύνθεση Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, για την υπόθεση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου έπαυσε τη δίωξη σε τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Δικαστικό «μπλόκο» στην ασυλία Τραπεζιτών
Κατάθεση έγκλησης ή “ξέπλυμα”;
Αισχρό ξέπλυμα για τα δάνεια των κομμάτων. Η εισαγγελική πρόταση σοκ