Όσοι παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στην πολιτική ζωή του Ισραήλ εκτιμούσαν πως οι βίαιες πολιτικές ταραχές μεταξύ Εβραίων και Αράβων θα επέφεραν ένα ισχυρό πλήγμα στις προσπάθειες του κύριου πολιτικού αντιπάλου του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, Ναφτάλι Μπένετ, ο οποίος με τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ προσπαθούσε να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση και να καταφέρει να εκθρονίσει τον Ισραηλινό ηγέτη.
Tου Νίκου Βασιλειάδη
Συμφωνία μεταξύ Ναφτάλι Μπένετ, Γιαΐρ Λαπίντ και Μανσούρ Αμπάς για σχηματισμό κυβέρνησης. Στην αρχή της θητείας της ο Μπένετ θα διατελέσει πρωθυπουργός και ο Λαπίντ αντιπρόεδρος, ενώ δύο χρόνια μετά θα υπάρξει εναλλαγή των ρόλων εξουσίας
Ρυθμιστής
Ο Ναφτάλι Μπένετ, ηγέτης του δεξιού, ριζοσπαστικού κόμματος Γιάμινα, που θέλει εαυτόν να είναι ο ρυθμιστής του πολιτικού σκηνικού, μετά τις ατελέσφορες βουλευτικές εκλογές της 23ης Μαρτίου, με το ξέσπασμα της κρίσης στη Λωρίδα της Γάζας, δήλωσε ότι εγκαταλείπει τις συνομιλίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού με τον Λαπίντ, θεωρώντας πως οι συγκρούσεις με την αραβική μειονότητα του Ισραήλ (21% του πληθυσμού του Ισραήλ) θα έκαναν ανέφικτο ένα τέτοιο εγχείρημα. Μάλιστα, ο Μανσούρ Αμπάς, επικεφαλής του μικρού ισλαμιστικού κόμματος Ράαμ, ο οποίος εξελίχθηκε σε «κλειδί» για τη δημιουργία κυβέρνησης μετά τις εκλογές, δήλωσε ότι ο Μπένετ είχε επικοινωνήσει μαζί του τηλεφωνικά για να τον ενημερώσει ότι μια αποκαλούμενη «κυβέρνηση εναλλαγής» με τον Λαπίντ ήταν πλέον «εκτός συζήτησης». Και ενώ όλα έδειχναν να έχουν τελειώσει, ο Γιαΐρ Λαπίντ, επικεφαλής του κόμματος Yesh Atid που είχε στα χέρια του τη διερευνητική εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης από τον πρόεδρο της χώρας Ρεουβέν Ριβλίν, λίγες ώρες πριν λήξει η διορία, ξαφνικά ανακοίνωσε πως βρέθηκε κοινός τόπος συνεννόησης με τον Ναφτάλι Μπένετ και τον Μανσούρ Αμπάς καταλήγοντας σε οριστική συμφωνία για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Όπως ανακοίνωσε η ισραηλινή προεδρία, στην αρχή της θητείας της νέας κυβέρνησης, ο Ναφτάλι Μπένετ θα διατελέσει πρωθυπουργός και ο Λαπίντ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Ύστερα από περίπου δύο χρόνια θα υπάρξει εναλλαγή και ο Λαπίντ θα αναλάβει τον πρωθυπουργικό θώκο και ο Μπένετ θα γίνει αντιπρόεδρος.
Όπως συμβαίνει με τους περισσότερους Ισραηλινούς πολιτικούς, ο δρόμος του Ναφτάλι Μπένετ προς την πολιτική πέρασε από τις ένοπλες δυνάμεις. Επί έξι χρόνια υπηρέτησε στις ειδικές δυνάμεις. Αυτό το κομμάτι του παρελθόντος του θα πρέπει να έπαιξε κάποιον ρόλο, όταν το 2006 ο τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος είχε υπηρετήσει στις ειδικές δυνάμεις της αντιτρομοκρατικής ομάδας Sajeret – Matkal, επέλεξε τον Μπένετ ως επιτελάρχη του. Η κοινή γνώμη γνώρισε τον Μπένετ όταν ως αξιωματικός μιας ομάδας των ειδικών δυνάμεων συμμετείχε στον πόλεμο του Απριλίου του 1996 σε επίθεση πυροβολικού στο λιβανέζικο χωριό Κανά, όπου καταστράφηκε το αρχηγείο των δυνάμεων του ΟΗΕ και σκοτώθηκαν πάνω από 100 άμαχοι.
Μετά τη στρατιωτική θητεία, ο Μπένετ σπούδασε στη Νέα Υόρκη νομικά, ίδρυσε μια εταιρεία λογισμικού που γρήγορα του απέφερε μεγάλα κέρδη και την οποία λίγα χρόνια αργότερα πούλησε έναντι 145.000.000 δολαρίων. Ήδη σε ηλικία 33 χρόνων ο Μπένετ δεν είχε κανένα οικονομικό πρόβλημα. «Θα μπορούσα να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου πίνοντας κοκτέιλ στην Καραϊβική», έλεγε.
Με τον Νετανιάχου οι δρόμοι τους χώρισαν το 2009 όταν ο Νετανιάχου έγινε πρωθυπουργός. Ο Μπένετ διέκοψε τη συνεργασία, αποστασιοποιήθηκε από τον πρώην μέντορά του και άρχισε να ασκεί δριμύτατη κριτική στο προσωρινό πάγωμα εποικισμών έπειτα από αμερικανικές πιέσεις.
Αρχές του 2012 αποχώρησε οριστικά από το κόμμα Λικούντ μετά από πολλά χρόνια και μπήκε στο εθνικιστικό θρησκευτικό κόμμα Εβραϊκή Εστία. Μισό χρόνο αργότερα εκλέγεται πρόεδρός του με τρεις βουλευτικές έδρες. Υπό την ηγεσία του το κόμμα κατάφερε να ενισχύσει τη λαϊκή βάση και να στείλει περισσότερους βουλευτές στην Κνεσέτ. Στην κυβέρνηση του αντιπάλου του Νετανιάχου εισέρχεται το 2013 ως υπουργός και μέλος του Συμβουλίου Υπουργών Ασφάλειας. Αλλά και η Εβραϊκή Εστία αναδεικνύεται σε μεταβατικό σταθμό, καθώς το 2018 ιδρύει μια νέα κοινοβουλευτική παράταξη, την HaJamin HeChadasch (Η Νέα ∆εξιά) που στις βουλευτικές εκλογές του 2019, σε συνασπισμό με την Ένωση ∆εξιών Κομμάτων, μετονομάζεται σε Jamina. Τότε τάχθηκε υπέρ της επανεκλογής Νετανιάχου και το 2019 ο Μπένετ αναλαμβάνει το υπουργείο Άμυνας.
Από τότε ο Μπένετ εργάζεται για το τέλος εποχής Νετανιάχου. Και για να το καταφέρει, γνωρίζει καλά πως χρειάζεται να στηριχθεί σε έναν ευρύ συνασπισμό κομμάτων, από τον ακροαριστερό χώρο μέσω του μεσαίου στα πιο ακραία δεξιά κόμματα του πολιτικού φάσματος. Στον ευρύ αυτό συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων και κινημάτων ανήκει και αυτό του Γιαΐρ Λαπίντ, του φιλελευθέρου Yesh Atid (Υπάρχει Μέλλον). Ο Λαπίντ, γιος του δημοσιογράφου και πρώην υπουργού ∆ικαιοσύνης Τόμι Λαπίντ και της Σουλαμίτ, επίσης δημοσιογράφου, συγγραφέως και εκ των ιδρυτών της εφημερίδας «Maariv», θεωρούνταν ο «Τζορτζ Κλούνεϊ» της ισραηλινής τηλεόρασης, εγκατέλειψε όμως το 2011 τα τηλεοπτικά πλατό για να ιδρύσει το κόμμα Yesh Atid.
Πατριώτης, φιλελεύθερος, υποστηρικτής του κοσμικού κράτους, ο Λαπίντ συσπειρώνει το Κέντρο, αλλά συγκεντρώνει τα πυρά και την οργή των ορθόδοξων Εβραίων. Με τον Μπένετ, εκπρόσωπο της ριζοσπαστικής ∆εξιάς που είναι αντίθετη με τα κεντρώα οράματά του, συγκροτεί μία αφύσικη συμμαχία, αλλά με έναν κοινό στόχο, την αλλαγή στην ηγεσία του Ισραήλ.
Γαλιλαία
Τέλος, ο δρ Μανσούρ Αμπάς, οδοντίατρος σε μικρή πόλη, καταγόμενος από τη Γαλιλαία, αποτελεί μάλλον ασυνήθιστη φιγούρα για Ισραηλινό παράγοντα-κλειδί για το ποιος θα ανέλθει στην εξουσία στο εβραϊκό κράτος. Ο Αμπάς δεν είναι σιωνιστής. Το κόμμα του έχει τις ρίζες του στο παγκόσμιο δίκτυο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ισχυρής ισλαμικής οργάνωσης η οποία ιδρύθηκε προ δεκαετιών στην Αίγυπτο, αντίθετα όμως απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς κρατά χαμηλούς τόνους και υποστηρίζει λύσεις μέσα από τη νόμιμη οδό του κοινοβουλευτισμού: Ζητεί την αποτελεσματική παρέμβαση από την εθνική ισραηλινή αστυνομία κατά της ανεξέλεγκτης εγκληματικής και ενδοοικογενειακής βίας, περισσότερες κρατικές δαπάνες για εκπαίδευση, μεγαλύτερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας, αυξημένες σε αριθμό οικοδομικές άδειες, καθώς και λιγότερους περιορισμούς στον πολεοδομικό σχεδιασμό σε αραβικές πόλεις και το νομικό καθεστώς για τα στρατόπεδα των Βεδουίνων στην ενδοχώρα του Negev.
Αυτό που πρεσβεύει ο Αμπάς είναι η μεγαλύτερη ένταξη των μειονοτήτων στο ισραηλινό mainstream και τα οφέλη που αυτή συνεπάγεται. Αν στη νέα κυβέρνηση καταφέρει να κερδίσει τις σημαντικές παραχωρήσεις σε αυτά και άλλα εσωτερικά ζητήματα, πολύ σύντομα θα έχουμε μπροστά μας τον πρώτο Αραβοϊσραηλινό πολιτικό που πραγματικά θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις εσωτερικές εξελίξεις στο Ισραήλ.
Τέλος, στον νέο αυτό κυβερνητικό συνασπισμό συμμετέχει και το κόμμα Νέα Ελπίδα που ζήτησε την αποτροπή παλαιστινιακών κτισμάτων στην ελεγχόμενη από το Ισραήλ «περιοχή Γ» της ∆υτικής Όχθης, αλλά και… τη νομιμοποίηση της κάνναβης. Το κόμμα φαίνεται πως θα αναλάβει χαρτοφυλάκια στα υπουργεία ∆ικαιοσύνης, Παιδείας, Υποδομών και Επικοινωνίας.
«Σας υπόσχομαι, κύριε πρόεδρε, πως η κυβέρνηση θα λειτουργήσει με τρόπο που να υπηρετεί όλους τους πολίτες του Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που δεν αποτελούν μέλη της, θα σέβεται όσους της αντιτίθενται και θα κάνει τα πάντα ώστε να ενώνει κομμάτια της ισραηλινής κοινωνίας» έγραψε ο Λαπίντ στην επίσημη ενημέρωση προς τον Ισραηλινό πρόεδρο Ρεουβέν Ριβλίν, εγκαινιάζοντας τη νέα μετα-Νετανιάχου εποχή για το Ισραήλ.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί