Toυ Νίκου Βασιλειάδη
Επί τέσσερα χρόνια ο αυστριακός σκηνοθέτης και παραγωγός Φρίντριχ Μόζερ και ο Ματιέ Λιετέρ διερεύνησαν το «μαύρο κουτί των Βρυξελλών», όπως το ονόμασαν, καταγράφοντας σε ένα αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «The Brussels Business» τη δράση των λόμπι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη σκοτεινή πλευρά της Ευρώπης, στην οποία οι αποφάσεις παίρνονται εκτός των επισήμων αιθουσών συνεδρίασης και μακριά από τη δημοσιότητα.
Στο αποκαλυπτικό τους ντοκιμαντέρ υπάρχουν βιντεοσκοπημένες σκηνές που καταδεικνύουν πόσο διεισδυτική είναι η επιρροή των λόμπι. Όπως για παράδειγμα μια σκηνή σε ένα ρεστοράν πολυτελείας των Βρυξελλών, όπου ένας κύριος περιγράφει σε μια κυρία με περισσή αυταρέσκεια τη δραστηριότητά του ως λομπίστας.
Υπερηφανεύεται ότι εκπροσωπεί τα συμφέροντα πέντε πελατών του και εισπράττει για αυτή του τη δραστηριότητα 100.000 ευρώ ετησίως. Ωστόσο, ο σοβαρός κύριος με το μαύρο κοστούμι και το λευκό πουκάμισο δεν είναι κάποιος επίσημος λομπίστας. Είναι ο Ερνστ Στράσερ, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των αυστριακών συντηρητικών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αργότερα τον Μάρτιο του 2011 ο αυστριακός πρώην υπουργός Εσωτερικών και ευρωβουλευτής, Ερνστ Στράσερ, αναγκάστηκε να παραιτηθεί, οδηγήθηκε στη ∆ικαιοσύνη και καταδικάσθηκε σε τετραετή φυλάκιση με την κατηγορία της διαφθοράς, αφού δέχθηκε να προωθήσει τροπολογίες οι οποίες θα ευνοούσαν ένα λόμπι, έναντι μιας ιδιαίτερα υψηλής αμοιβής.
Νομοσχέδιο
Σκοπός του ντοκιμαντέρ ήταν να καταδείξει από πού έρχονται οι ιδέες για κάθε νέο νομοσχέδιο και ποιος αναλαμβάνει τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία. Με λίγα λόγια αποκάλυπτε ποιος κινεί τα νήματα στην Ευρώπη, θέτοντας το ερώτημα εάν τελικά είναι οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις που αποφασίζουν ή είναι οι μάνατζερ και οι δεξαμενές σκέψης των μεγάλων επιχειρήσεων. Στην περίπτωση του Στράσερ τα πράγματα ήταν απλά.
Υπάρχει, ωστόσο, στις Βρυξέλλες ένα μεγάλο μέρος του συστήματος εκπροσώπησης ιδιωτικών συμφερόντων που λειτουργεί «νομιμότατα» και αυτό γιατί «οι λομπίστες είναι εκείνοι που διαθέτουν την τεχνογνωσία για συγκεκριμένα θέματα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, κυρίως η Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο -σε αντίθεση με τις εθνικές κυβερνήσεις αλλά και τις ΗΠΑ- δεν διαθέτουν σε επάρκεια το κατάλληλο προσωπικό προκειμένου να εκπονήσουν μια έκθεση πραγματογνωμοσύνης.
Έτσι, εκ των πραγμάτων η δουλειά γίνεται με τους «ειδικούς», οι ιδέες των οποίων για τη στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ εμφανίζονται αυτολεξεί σε χιλιάδες επίσημα έγγραφά της. Για να πάρουμε μια γεύση από την επιρροή τους, σε μια έκθεση του ανεξάρτητου think tank «Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών» (Corporate Europe Observatory) με τίτλο «Τhe fire power of the financial lobby», υπογραμμίζεται ότι 900 από τις 1.700 τροπολογίες μιας ευρωπαϊκής οδηγίας για τα επενδυτικά κεφάλαια γράφτηκαν από λομπίστες!
Εκτιμήσεις θέλουν τον αριθμό των λομπιστών στις Βρυξέλλες να αγγίζει τις 20.000. Στόχος τους και δουλειά τους είναι η πρόσβαση στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Το πεδίο δράσης τους δεν είναι μεγαλύτερο από τέσσερα τετραγωνικά χιλιόμετρα, γύρω από την πλατεία Ρομπέρ Σουμάν των Βρυξελλών. Εκεί είναι τα γραφεία της Κομισιόν, του Συμβουλίου των Υπουργών και το Ευρωκοινοβούλιο. Σε πολύ κοντινή απόσταση είναι και τα γραφεία των λόμπι όπου οι μεγάλοι όμιλοι δαπανούν ετησίως για Lobbying περισσότερα από ένα δισεκατομμύριο ευρώ.
Αποφάσεις
Πόσο, όμως, μπορούν να επηρεάζουν τις αποφάσεις στην ΕΕ; Είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς. Η καταγραφή των συναντήσεων με διαπιστευμένους λομπίστες είναι υποχρεωτική μόνο για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Έχοντας στη διάθεσή τους 120.000.000 ευρω τον χρόνο (δηλαδή 10.000.000 το μήνα), 1.700 λομπίστες του χρηματοπιστωτικού τομέα, των φαρμακευτικών εταιρειών, του κλάδου των τροφίμων, μεγάλων βιομηχανιών, των ασφαλιστικών, των τραπεζών και άλλων, έχουν τη δυνατότητα να ασκούν πιέσεις, να επηρεάζουν και να καθορίζουν τις αποφάσεις, που λαμβάνονται από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και αφορούν τις ζωές εκατομμυρίων Ευρωπαίων. Υπολογίζεται ότι για κάθε εργαζόμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που ασχολείται με θέματα του χρηματοπιστωτικού τομέα αντιστοιχούν τέσσερις λομπίστες, που εργάζονται «full time» για να υπαγορεύουν και να επιβάλλουν τις επιθυμίες παντοδύναμων συμφερόντων.
Ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της δραστηριότητας που έχει και την τιμητική του λόγω της πανδημίας του νέου κορωνοϊού είναι και το λόμπι των φαρμακοβιομηχανιών με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει μπίζνες και εμπόριο ακόμα και με την πανδημία.
Ένα πρόσφατο παράδειγμα που αποκάλυψε τον τρόπο με τον οποίο τα λόμπι, κάθε δραστηριότητας, λειτουργούν στην ΕΕ είναι η δράση του πανίσχυρου λόμπι των ιδιωτικών νοσοκομείων, UEHP. Στα χρόνια της κρίσης το UEHP κατάφερε να συμμετάσχει σε ορισμένες από τις σημαντικότερες συμβουλευτικές επιτροπές που καθόριζαν την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Υγεία. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο ευρωβουλευτής Μάρτιν Σίρντεβαν, από το 2011 έως το 2018 η Κομισιόν το χρονικό εκείνο διάστημα ζήτησε 63 φορές από κράτη-μέλη της να μειώσουν τις δαπάνες για την Υγεία ή να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις στον συγκεκριμένο κλάδο. Όπως συνάγεται από τη σχετική έρευνα του Μάρτιν Σίρντεβαν αυτό ήταν το δεύτερο πιεστικότερο αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μετά την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης με 105 αιτήματα, ενώ ακολουθούσαν 50 αιτήματα για περικοπές μισθών και 45 για μείωση επιδομάτων σε ανέργους και άτομα με αναπηρία.
Εξελίξεις
Ουσιαστικά, τα περισσότερα από τα αιτήματα αυτά λειτουργούσαν προς όφελος των ιδιωτικών νοσοκομείων, αφού όπως είναι απόλυτα λογικό οι μειώσεις μισθών και επιδομάτων έχει αποδειχθεί ότι επιβαρύνουν συνολικά την υγεία του πληθυσμού, οι περικοπές στον κλάδο υγείας διαλύουν τα δημόσια νοσοκομεία, ενώ τα προγράμματα αποκρατικοποιήσεων στέλνουν τους ασθενείς απευθείας στα ιδιωτικά νοσοκομεία.
Τώρα το ενδιαφέρον στρέφεται στο κεφάλαιο «εμβόλια» αφού οι πρόσφατες εξελίξεις με το εμβόλιο της AstraZeneca και σε ποιο βαθμό είναι οι ανησυχίες για τις παρενέργειες του βάσιμες ώστε πολλές χώρες να έχουν διακόψει τη χορήγησή του κάνει πολλούς που γνωρίζουν για την δράση των λόμπι στην ΕΕ να μιλούν για μία μη επιστημονική διαμάχη αλλά για μία πολιτική υπόθεση με μεγάλη ανάμιξη των λόμπι των φαρμακευτικών εταιριών.
Την ίδια στιγμή, που στη Βρετανία όπου έχουν γίνει περισσότεροι από 11.000.000 εμβολιασμοί με το εμβόλιο της συγκεκριμένης εταιρείας και δεν έχει σημειωθεί κάτι που να δικαιολογεί μια κάποια ανησυχία οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δείχνουν να υπερβάλλουν σε κάποιες αποφάσεις τους για την χορήγησή του ενισχύοντας πολλούς ψιθύρους για ένα κατασκευασμένο επεισόδιο ενός πολέμου των φαρμακευτικών εταιρειών, αλλά και με πολιτικές διαστάσεις αφού μοιραία το μυαλό οδηγείται στην ευρω-βρετανική διαμάχη στη μετά-Brexit εποχή.
Φθηνότερο στην παρασκευή και πιο εύκολο στη συντήρηση από ανταγωνιστικά «σκευάσματα» άλλων φαρμακευτικών κολοσσών, το εμβόλιο που ανέπτυξε το Βρετανικό Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σε συνεργασία με την εταιρεία AstraZeneca προοριζόταν να δώσει ώθηση στο πρόγραμμα εμβολιασμού της Ε.Ε. Αλλά ενώ όλα έμοιαζαν να είναι «μαγικά» ξαφνικά μας προέκυψε ένα σίριαλ, με τους «27» να ζητάνε περισσότερες δόσεις του εμβολίου για να προχωρήσουν στην ανοσοποίηση των πολιτών τους, κάτι που η εταιρεία δεν μπορούσε να ικανοποιήσει. Η συνέχεια οδήγησε σε καταγγελίες για «παραβιάσεις του συμβολαίου» και αμέσως μετά σε μια σειρά ανακοινώσεων περί αμφίβολης αποτελεσματικότητας με πολλές εθνικές επιτροπές εμβολιασμού να συστήνουν να μη χρησιμοποιείται το εμβόλιο σε άτομα ηλικίας άνω των 65.
Aφού, λοιπόν, αμφισβητήθηκε η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κυρίως σε Γερμανία και Γαλλία ο κόσμος άρχισε να διστάζει ή να αρνείται να το κάνει και τότε «έσκασε» και η «βόμβα» των θρομβώσεων.
Ερωτήματα
Τώρα πια άσχετα με το αν ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) έχει άλλη άποψη, το κακό έχει ήδη συντελεστεί. Σε μια χρονική στιγμή που κύριο μέλημα είναι να πείσεις τον κόσμο να εμβολιαστεί, η διασπορά της αμφιβολίας και μάλιστα διά επισήμου πηγής όπως είναι οι κυβερνήσεις ουσιαστικά από τη μία καταστρέφει όλο το εμβολιαστικό σου πρόγραμμα, από την άλλη όμως αφήνει ένα κενό που λογικά θα έρθει να καλύψει ένα άλλο σκεύασμα. Βολικό; Ναι.
Θέλησαν οι Γερμανοί να πετάξουν έξω τη Βρετανία για να προωθήσουν έστω και με το κόστος της καθυστέρησης της ανοσοποίησης του πληθυσμού κάποιο «ντόπιο» σκεύασμα; Έβαλε το «χεράκι» της κάποια άλλη εταιρεία στην ΕΕ για να δημιουργηθεί (γιατί από εκεί ξεκίνησε η ιστορία) το θέμα; Αυτά είναι κάποια ερωτήματα που ίσως δεν απαντηθούν ποτέ ή αν απαντηθούν θα είναι μετά από κάποια χρόνια, αν κάποιος καταφέρει και ανοίξει το το «μαύρο κουτί των Βρυξελλών». Το αποτέλεσμα, δυστυχώς, είναι ένα. Για μια ακόμη φορά οι περίεργες διαδρομές κάποιων μέσα στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο στοιχίζουν στους πολίτες της Ευρώπης που πληρώνουν με τον φόρο του θανάτου τα παιχνίδια εξουσίας και χρήματος της …«αγίας» Ευρωπαϊκής Ένωσης και των πανίσχυρων λόμπι που την κυβερνούν.
Όπως δημοσιεύτηκε στη «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί