Η αναγγελία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης για την τοποθέτηση 1.000 καμερών στο λεκανοπέδιο της Αττικής, σε συνδυασμό με τις 388 κάμερες καταγραφής τροχαίων παραβάσεων που θα εγκαταστήσει η Περιφέρεια Αττικής, δίνει ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει.
Το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης απαιτεί αρκετές διαδικασίες και διαλειτουργικότητα
Το νέο αυτό μέτρο στοχεύει στην ενίσχυση της ασφάλειας και της παρακολούθησης της κυκλοφορίας, σε μια εποχή που οι ανάγκες για τέτοιες υποδομές είναι κρίσιμες. Ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει ότι η υλοποίηση παρόμοιων σχεδίων δεν είναι επιτυχημένη.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το περιβόητο «υπερ-πανοπτικό» σύστημα με την κωδική ονομασία «C4i», το οποίο κόστισε 259 εκατ. ευρώ και δεν λειτούργησε ποτέ όπως είχε σχεδιαστεί. Το σύστημα αυτό περιελάμβανε 1.200 κάμερες ασφαλείας τοποθετημένες σε στρατηγικά σημεία του οδικού δικτύου της Αττικής, με στόχο να καταγράφουν παραβατικές συμπεριφορές.
Η αποτυχία του «C4i» είναι μάθημα
Το «C4i» ήταν ένα πανάκριβο και πολύπλοκο σύστημα, με 31 υποσυστήματα που περιελάμβαναν καταγραφή και παρακολούθηση ευρείας κλίμακας. Η «καρδιά» αυτού του συστήματος ήταν η διαλειτουργικότητα, δηλαδή η δυνατότητα των υποσυστημάτων να επικοινωνούν μεταξύ τους και να συγκεντρώνουν όλες τις πληροφορίες σε ένα κέντρο παρακολούθησης.
Ωστόσο, όταν το σύστημα παραδόθηκε λίγο πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, η διαλειτουργικότητα δεν ήταν εφικτή, με αποτέλεσμα η ελληνική κυβέρνηση να παραλάβει το σύστημα μόνο για την προσωρινή του χρήση κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Όταν ήρθε η στιγμή της οριστικής παραλαβής, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους και την τιμή, αντιμετωπίζοντας όμως σκληρή αντίσταση από τις εμπλεκόμενες εταιρείες και πολιτικές πιέσεις. Στη διαδικασία ενεπλάκη και η εταιρεία Siemens, η οποία ήταν μία από τις βασικές εταιρείες που συμμετείχαν στο έργο. Τελικά, το σύστημα παραδόθηκε το 2007, τρία χρόνια μετά τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων, χωρίς να εκπληρώνει τον αρχικό του στόχο.
Η σημερινή εικόνα των καμερών ασφαλείας στην πρωτεύουσα
Τα συστήματα παρακολούθησης στους δρόμους της Αττικής παρουσιάζουν μια απογοητευτική εικόνα. Οι κάμερες που τοποθετήθηκαν στο πλαίσιο του «C4i» είναι εκτός λειτουργίας, ενώ τα ερμάρια που φιλοξενούν τον εξοπλισμό σε 1.200 σημεία είναι ανοιχτά και παραμένουν ρευματοδοτούμενα, χωρίς να προσφέρουν ουσιαστική υπηρεσία. Οι πράσινες, στιβαρές κολόνες ύψους 12 μέτρων που φιλοξενούν τον εξοπλισμό εξακολουθούν να στέκουν αγέρωχες, αλλά ο εξοπλισμός είναι παρωχημένος, καθώς μετράει ήδη δύο δεκαετίες ζωής.
Το σύστημα αυτό πλαισιώνεται από το δίκτυο καμερών της Siemens, με 230 κάμερες που βρίσκονται ακόμη σε λειτουργία, καθώς και από τις 40 κάμερες της Ασφάλειας Αττικής και άλλες 12 του ΟΑΣΑ, οι οποίες λειτουργούν ακόμη. Το δίκτυο αυτό, όμως, δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες της Αττικής.
Οι προκλήσεις της εγκατάστασης
Η εγκατάσταση των 1.388 νέων καμερών αναμένεται να αλλάξει σημαντικά τα δεδομένα στην Αττική. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτού του σχεδίου δεν θα είναι άμεση. Η σύμβαση για τις 388 κάμερες της Περιφέρειας Αττικής, μαζί με την ανάπτυξη του αντίστοιχου λογισμικού, απαιτεί 18 μήνες για να παραδοθεί στην Ελληνική Αστυνομία. Από την άλλη, το δίκτυο των 1.000 καμερών που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός θα χρειαστεί ακόμη περισσότερο χρόνο, καθώς απαιτείται συντονισμός μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Προστασίας του Πολίτη, και Υποδομών και Μεταφορών. Οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις προβλέπουν ότι το σύστημα δεν θα είναι πλήρως λειτουργικό πριν από το 2026.
Το μεγάλο στοίχημα
Το κρίσιμο σημείο για την επιτυχία του νέου συστήματος είναι η διαλειτουργικότητα, κάτι που απέτυχε στο παρελθόν με το «C4i». Ο στόχος είναι τα νέα συστήματα να μπορούν να συνεργάζονται αποτελεσματικά, να συνδυάζουν τις πληροφορίες και να αποστέλλουν δεδομένα σε ένα κεντρικό σύστημα παρακολούθησης και διαχείρισης.
Η Ελληνική Αστυνομία καλείται να αξιοποιήσει πλήρως το ολοκληρωμένο αυτό σύστημα, ώστε να επιτευχθεί η πραγματική βελτίωση της ασφάλειας και της κυκλοφορίας. Παρά την αποτυχία του «C4i», το σύστημα άφησε πίσω του μια σημαντική παρακαταθήκη. Οι μελέτες που έγιναν για τον καθορισμό των στρατηγικών σημείων εγκατάστασης των καμερών μπορούν να αξιοποιηθούν, όπως επίσης και οι στιβαρές, μεταλλικές κολόνες και οι ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται ακόμη σε καλή κατάσταση. Η εξέλιξη της τεχνολογίας μπορεί να συμβάλει στην επιτάχυνση της διαδικασίας. Πλέον δεν είναι απαραίτητη η χρήση οπτικών ινών για τη μεταφορά των δεδομένων, καθώς μπορεί να αξιοποιηθεί το δίκτυο 5G για την ασύρματη μετάδοση. Αυτό θα μπορούσε να επιτρέψει την τοποθέτηση και λειτουργία των νέων καμερών εντός δύο ετών, εφόσον οι συμβάσεις περιλαμβάνουν τμηματικές παραδόσεις.
Η τοποθέτηση των 1.388 νέων καμερών στην Αττική είναι ένα φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο αν υλοποιηθεί σωστά, μπορεί να αλλάξει ριζικά την εικόνα της ασφάλειας και της κυκλοφορίας στο λεκανοπέδιο. Ωστόσο, η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η αξιοποίηση των υφιστάμενων υποδομών στήριξης και η ταχεία εφαρμογή των νέων τεχνολογιών. Αν οι διαδικασίες προχωρήσουν γρήγορα και ορθά, τότε οι νέες κάμερες μπορεί να είναι σε λειτουργία εντός δύο ετών. Διαφορετικά, αν απαιτηθεί νέος σχεδιασμός από το μηδέν, θα χρειαστούν τουλάχιστον τέσσερα χρόνια για την πλήρη υλοποίηση του έργου.