Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

ΟΛΕΣ ΟΙ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ Γ. ΤΣΑΤΑΝΗ

Της Ρεγγίνας Σπυράτου 

Την δικογραφία μιας υπόθεσης που απασχόλησε και απασχολεί το πανελλήνιο με ένθεν και ένθεν κατηγορίες και πλούσιο παρασκήνιο αποκαλύπτουν τα «Παραδικαστικά», το ένθετο της εφημερίδας #Είδηση που κυκλοφορεί στα περίπτερα. Μια ανώτερη εισαγγελέας, η κυρία Γεωργία Τσατάνη, αρχειοθετεί την τριετή έρευνα που αφορούσε τα δάνεια της Marfin και την ίδια μέρα προχωρά σε μία πρωτοφανή καταγγελία. Κατονομάζει τον εν ενεργεία αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης αρμόδιο για θέματα Διαφθοράς, κ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλο για προσπάθεια χειραγώγησης της ανεξάρτητης κρίσης της με πιέσεις και απειλές. Με ταχύτητα φωτός, οι Κύπριοι στέλνουν επιστολές διαμαρτυρίας για την αρχειοθέτηση και η πρόεδρος του Αρείου Πάγου αναλαμβάνει αυτοπροσώπως τον πειθαρχικό έλεγχο της εισαγγελέως Εφετών.

Στην δικογραφία της εν εξελίξει δικαστικής πειθαρχικής έρευνας υπάρχουν εννέα μαρτυρικές καταθέσεις Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων και ανακριτών που «φωτίζουν» άγνωστες πτυχές της υπόθεσης. Επιπλέον υπάρχουν δεκάδες έγγραφα με παραγγελίες, χρεώσεις, αιτήματα και επιστολές, την απόρρητη αλληλογραφία μεταξύ ελληνικών και κυπριακών αρχών για την υπόθεση Βγενόπουλου, συναντήσεις δίχως πρακτικά που κρατούν στο σκοτάδι επικαλούμενες ή αμφισβητούμενες συμφωνίες, το μακρύ κατάλογο αποδεικτικών στοιχείων για τη «δωροδοκία» Κύπριου αξιωματούχου. Ενός αξιωματούχου για τον οποίον οι Κύπριοι ναι μεν διεκδίκησαν να μην ελεγχθεί ποινικά στην Ελλάδα, έστειλαν δε όλα τα στοιχεία που τους ζητήθηκαν με δικαστική συνδρομή, αν και με καθυστέρηση επτά μηνών παρά τη βιασύνη τους για περαίωση της ελληνικής έρευνας για τον Βγενόπουλο.

Η ανάγνωση του ογκωδέστατου φακέλου απαντά μια σειρά από ερωτήματα: Ορθώς η κυρία Τσατάνη ανέλαβε την έρευνα Βγενόπουλου; Γιατί το αίτημα της κ.Ράικου για έρευνα από «ανώτερο σε βαθμό εισαγγελέα», δηλαδή από αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατέληξε από την τελική παραγγέλλουσα εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σε έρευνα «από αρχαιότερο εισαγγελέα εφετών»; Υπήρξε συμφωνία μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων για διαχωρισμό της έρευνας Βγενόπουλου; Γιατί η δικογραφία για τα δάνεια άλλαξε χέρια ενώ ήδη είχαν δώσει εξηγήσεις οι εμπλεκόμενοι, την ημέρα που είχε κληθεί ο τελευταίος ύποπτος από τους εισαγγελείς Διαφθοράς, κ.κ. Ελευθεριάνο και Δραγάτση; Γιατί ο εισαγγελέας Αγγελής από επικεφαλής του Τμήματος που συγκέντρωνε στοιχεία από δικαστικές συνδρομές επέλεξε να μετατραπεί σε καταγγέλλοντα, οδηγώντας με την αναφορά του –αναμφισβήτητα δίχως πρόθεση- την έρευνα Βγενόπουλου σε νέα μονοπάτια;

Οκτώ μαρτυρικές καταθέσεις εισαγγελέων, μία ανακρίτριας και μία ένορκη βεβαίωση δύο Κυπρίων εισαγγελέων περιλαμβάνει η δικογραφία στο πλαίσιο της πειθαρχικής προκαταρκτικής έρευνας που διέταξε και αρχικά διενήργησε η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κυρία Βασιλική Θάνου.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΗΣ: «Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΜΟΥ, Ο ΝΤΟΓΙΑΚΟΣ ΚΑΙ Η ΚΟΥΤΖΑΜΑΝΗ»

Την 1η Μαρτίου 2016 ο Εισαγγελέας Εφετών και μέχρι πρότινος προϊστάμενος του Τμήματος Εκδόσεων και Δικαστικών Συνδρομών κ. Ιωάννης Αγγελής καταθέτει για πρώτη φορά ως μάρτυρας ενώπιον της Προέδρου του Αρείου Πάγου. Ακολούθησε και μια δεύτερη κατάθεση, δυο ημέρες αργότερα.

Ο εισαγγελικός λειτουργός εξηγεί τους λόγους για τους οποίους προχώρησε στην αναφορά (στις 13-11-2014) για την υπόθεση Βγενόπουλου. «…Για να είμαι και τυπικά κατοχυρωμένος αλλά και προπαντών για να θεμελιωθεί η άποψη ότι υπάρχει το στοιχείο του διπλού αξιοποίνου το οποίο αμφισβητούσε με τρεις αιτήσεις του ο κ. Ανδρέας Βγενόπουλος», εξηγεί.

Στις καταθέσεις του ο κ. Αγγελής αφήνει σαφείς αιχμές για τον ρόλο του προϊσταμένου της εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, κ. Ισίδωρου Ντογιάκου αλλά και για την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κυρία Ευτέρπη Κουτζαμάνη.

Ο κ. Αγγελής εξηγεί γιατί κατέθεσε αυτή την αναφορά. Αναφέρεται εκτενώς στο τι είχε προηγηθεί. Αναφέρεται σε μια σύσκεψη στις 4 Σεπτεμβρίου 2014 που πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Παρόντες ήταν ο κ. Νικόλαος Ορνεράκης (Έλληνας εισαγγελέας στην Eurojust), ο ίδιος ο κ. Αγγελής, η 10η ειδική ανακρίτρια κυρία Ευαγγέλου, μια εκπρόσωπος της εισαγγελίας Κύπρου και δυο αστυνομικοί ανακριτικοί υπάλληλοι.

«Λίγο πριν ξεκινήσει η συνάντηση παρουσιάστηκε η Εφέτης Αθηνών, κυρία Αγγελική Καμπανάρη, η οποία μας εδήλωσε ότι ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης κ. Αθανασίου, του οποίου κατά εκείνο το χρονικό διάστημα ήταν σύμβουλος, επιθυμεί να λάβει γνώση των στοιχείων της υποθέσεως διότι το υπουργείο Δικαιοσύνης ως Κεντρική Αρχή σε θέματα δικαστικής συνδρομής και λόγω της σοβαρότητος της υποθέσεως ήθελε να γνωρίζει…».

new1

1,6 1.5

Ελάχιστες ημέρες μετά εκείνη την συνάντηση ο κ. Αγγελής αναφέρει ότι επισκέφθηκε το γραφείο της εισαγγελέως Διαφθοράς, κυρίας Ελένης Ράικου: «Παρέδωσα ανεπίσημα στη κ.Ράικου σε ηλεκτρονική μορφή τα στοιχεία που μας είχαν δώσει οι Κύπριοι που ζητούσαν η δικογραφία να περαιωθεί το ταχύτερο δυνατόν. Για να είμαι όμως και τυπικά κατοχυρωμένος αλλά και προπάντων για να θεμελιωθεί η άποψη ότι υπάρχει το στοιχείο του διπλού αξιοποίνου, το οποίο αμφισβητούσε με τρεις αιτήσεις του ο κ.Βγενόπουλος, θεώρησα ότι θα πρέπει να τα υποβάλω και γραπτώς».

Ο Εισαγγελέας Εφετών αφήνει αιχμές για το ρόλο της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, κυρίας Κουτζαμάνη. Καταθέτει συγκεκριμένα ότι για τις τέσσερις αιτήσεις που είχε υποβάλει ο κ.Βγενόπουλος και οι συνεργάτες του, με τις οποίες ζητούσαν να διακοπεί άμεσα η παροχή δικαστικής συνδρομής προς τις Κυπριακές Αρχές, «είχαν γίνει μέχρι και τότε 13-11-2014, δύο συναντήσεις με την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η δεύτερη με την παρουσία και του κ. Ορνεράκη, στις οποίες συναντήσεις μου είχε ζητήσει να κάνω δεκτές τις αιτήσεις καθότι ελλείπει το στοιχείο της αμοιβαιότητας, όπως και το στοιχείο του διπλού αξιοποίνου. Υπήρξε έντονη διαφωνία εκ μέρους μου για την αποδοχή των αιτήσεων… Η εισαγγελέας διαφωνούσε ευθέως με τη δημιουργία κοινής ομάδας έρευνας με τις Κυπριακές Αρχές. Στα μέσα  Σεπτεμβρίου την είχα ενημερώσει για το σχετικό αίτημα των Κυπρίων. Εκείνη αντέδρασε, καταρχάς γιατί έγινε η συντονιστική συνάντηση στις 4 Σεπτεμβρίου χωρίς να την έχω ενημερώσει  και στη συνέχεια μου διευκρίνισε για κάθε ενέργειά μου να την ενημερώνω και να μην κάνω οτιδήποτε χωρίς την έγκρισή της».

Στον επίλογο της κατάθεσής του ο κ.Αγγελής είναι «φωτιά» για τον άλλοτε στενό του φίλο και νυν προϊστάμενο στην Εισαγγελία Εφετών, κ. Ισίδωρο Ντογιάκο, ο οποίος τον Οκτώβριο του 2015 τον αντικατέστησε στο Τμήμα Εκδόσεων ορίζοντας προϊστάμενο τον κ.Μπρακουμάτσο.

«Από τα τέλη Απριλίου έως τον Οκτώριο του 2015 την υπόθεση Βγενόπουλου χειριζόταν παράτυπα κατά την κρίση μου ο κ.Ντογιάκος. Συγκεκριμένα είχε παραγγείλει στο Τμήμα Δικαστικών Συνδρομών, κάθε έγγραφο που εξέρχεται από το Τμήμα να αποστέλλεται υποχρεωτικά δια του διευθύνοντος κι όχι απευθείας από το Τμήμα μου. Ετσι, ουδεμία γνώση ελάμβανα για την υπόθεση, όπως και για τις αιτήσεις που είχαν κατατεθεί (σ.σ. προσφυγές Βγενόπουλου και συνεργατών του για την εξέτασή τους από τους Κυπρίους). Κάποιοι όμως δεν ήθελαν να τις χειριστώ εγώ, αφού κατά πάγια τακτική του Τμήματος Εκδόσεων, θα τις είχα απορρίψει με διάταξή μου, όπως είχε γίνει με προγενέστερες, σχεδόν πανομοιότυπες των ίδιων αιτούντων…. Δείχνει για ποιο λόγο απομακρύνθηκα από το Τμήμα Εκδόσεων, παράτυπα κατά τη γνώμη μου».

Μάλιστα περιγράφει ως εξής την κλήση του από την κυρία Τσατάνη για να καταθέσει ως μάρτυρας: « Αρχικώς αρνήθηκα να καταθέσω, τονίζοντας ότι εγώ είμαι ο εισαγγελέας που ανέφερα κατά άρθρο 37 και όχι μάρτυρας. Μου είπε ότι εκτελεί παραγγελία της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, στην οποία η κ.Ράικου είχε διαβιβάσει την αναφορά μου με το σκεπτικό ότι θα πρέπει να ερευνηθεί από εισαγγελικό λειτουργό, έχοντας ανώτερο βαθμό από το δικό μου. Γνώριζα ότι υπάρχει ενώπιον της συναφής δικογραφία και θεωρούσα ευνόητο ότι θα συσχετίσει τα στοιχεία προκειμένου να περαιώσει γρήγορα τη δικογραφία. Προβληματίστηκα που η αναφορά μου διερευνάτο από την κ.Τσατάνη, η οποία ήταν ούτε Εισαγγελέας Διαφθοράς, ούτε Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος. Επιπλέον, διότι το επιχείρημα της κ.Ράικου για έρευνα από ανώτερο σε βαθμό εισαγγελέα από εμένα, δεν στηρίζεται σε οποιαδήποτε διάταξη νόμου αλλά ούτε και δεοντολογικά».

ΕΛΕΝΗ ΡΑΪΚΟΥ: «ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ»

Στις 7 Μαρτίου 2016 κατέθεσε η εισαγγελέας Διαφθοράς, κυρία Ελένη Ράικου. Στην κατάθεσή της εξηγεί τους λόγους για τους οποίους έκρινε ότι έπρεπε την αναφορά Αγγελή να την εξετάσει ανώτερος εισαγγελικός λειτουργός.

«…Είδα ότι πρόκειται ουσιαστικά περί μηνυτήριας αναφοράς… Σε αυτή από ότι θυμάμαι ανέφερε βαρύτατες καταγγελίες για αδικήματα τελεσθέντα στην Κυπριακή Δημοκρατία σε βάρος Έλληνα πολίτη, αναφέροντας δωροληψίες Κυπρίων αξιωματούχων και οικονομικά σκάνδαλα στη Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου… Λόγω της σοβαρότητας της αναφοράς αλλά και του γεγονότος ότι αναλάμβανε την ευθύνη των καταγγελιών ο συγκεκριμένος ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο αν όχι μοναδικό, έκρινα για λόγους αρχής ότι θα έπρεπε να προτείνω στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, την υπόθεση να τη χειριστεί Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Ο τελευταίος λόγω της επιστημονικής του κατάρτισης, της εμπειρίας του αλλά και της γνώσης ειδικού χειρισμού που θα απαιτούσε μια τέτοια δικογραφία, η οποία ουσιαστικά αφορούσε δύο κράτη, Ελλάδα και Κύπρο, αλλά και με τη συνδρομή τη δική μας, όπου χρειαζόταν θα μπορούσε να διερευνήσει την υπόθεση… Η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου συμφώνησε με το αίτημά μου….. Αργότερα βέβαια πληροφορήθηκα ότι η δικογραφία χρεώθηκε στην κ.Τσατάνη, Εισαγγελέα Εφετών, αναπληρώτρια προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών. Δεν γνωρίζω τι μεσολάβησε και δεν χρεώθηκε σε ανώτερο κατά βαθμό του κ.Αγγελή εισαγγελικό λειτουργό…. Η πρότασή μου έγινε διότι επρόκειτο για αδικήματα τα οποία φέρονται ότι οδήγησαν στην κατάρρευση μιας ξένης χώρας. Κατά συνέπεια θα έπρεπε η όλη διαδικασία να παρέχει τα εχέγγυα ώστε να μην δημιουργηθεί οποιαδήποτε υπόνοια στην Κυπριακή Δημοκρατία σε βάρος μας, ενόψει της ιεραρχικής εξάρτησης που υπάρχει κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους».

2

3

Για τη συνάντηση της 10ης Ιουλίου μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων στο υπουργείο Δικαιοσύνης η κ.Ράικου καταθέτει:

«Συμφωνήθηκε (άτυπα) μεταξύ μας να ασχοληθούμε εμείς με τα δάνεια της τράπεζας και για τη διερευνόμενη από την κ.Τσατάνη δωροδοκία στην Κύπρο, να αναμένουμε το πόρισμα των Κυπρίων συναδέλφων μας. Διευκρινίζω ότι αναφέρω άτυπα καθώς τα αποτελέσματα της συνάντησης αυτής δεν καταγράφηκαν ως προς το σημείο αυτό από τον εκπρόσωπο της Eurojust κ.Πασχάλη, προφανώς επειδή πρέπει να ήταν η πρώτη φορά που παραστάθηκε σε τέτοια συνάντηση».

Β.Θάνου: «Γνωρίζετε αν τηρήθηκε από την πλευρά μας αυτή η συμφωνία;»

Ελ.Ράικου: «Δεν το γνωρίζω γιατί το αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τους Κυπρίους εκτελέστηκε, πλην όμως τα όποια αντίγραφα απεστάλησαν, υποβλήθηκαν από το τμήμα δικαστικών συνδρομών στην κ.Τσατάνη».

ΜΑΣ ΖΗΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

Η κυρία Ράικου περιγράφει και τον τρόπο με τον οποίο η δικογραφία απεστάλη από τους εισαγγελείς Διαφθοράς στην κυρία Τσατάνη. Όπως λέει λίγο πριν παραδώσουν τη δικογραφία, στα μέσα Ιουλίου 2015, οι κ.κ. Δραγάτσης και Ελευθεριάνος κάλεσα σε ανωμοτί εξηγήσεις πέντε ή έξι πρόσωπα προκειμένου, όπως καταθέτει η κ.Ράικου «να υπάρξουν διευκρινίσεις σε κάποιες επισημάνσεις της έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος».

Στις 11 Σεπτεμβρίου οι κληθέντες καταθέτουν τα υπομνήματά τους και οι εισαγγελείς αναμένουν στις 14 Σεπτεμβρίου το υπόμνημα του τελευταίου υπόπτου.

«Το πρωί εκείνης της ημέρας έλαβα ένα τηλεφώνημα από την κ.Τσατάνη και όπως μου ζήτησε, μετέβην στο γραφείο της. Μου ανέφερε ότι σκέφτεται ότι θα ήταν προτιμότερο η υπόθεση να κριθεί ενιαία επειδή αφορούσε το ίδιο πρόσωπο και μήπως θα έπρεπε να της υποβάλω τη δικογραφία των δανείων που χειριζόμασταν. Της απάντησα ότι βρισκόμασταν στο στάδιο των ανωμοτί εξηγήσεων με τους υπόπτους να έχουν ήδη προσκομίσει τα υπομνήματα τους πλην ενός που θα το έκανε το μεσημέρι. Δεν με ρώτησε εάν και ποια ευρήματα είχαν προκύψει με βάση τα οποία κλήθηκαν σε εξηγήσεις. Αντί αυτού μου είπε ξανά ότι η υπόθεση πρέπει να κριθεί ενιαία. Συμφωνήσαμε την άλλη μέρα το πρωί ότι θα ερχόταν στο γραφείο μου να συζητήσουμε το θέμα λεπτομερέστερα. Αντί αυτού την άλλη μέρα το πρωί μου έστειλε το υπ’αριθμ.74407/2014/15-9-2015 έγγραφο με το οποίο μου παρήγγειλε να της υποβάλω άμεσα, μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργούσαμε, την εν λόγω δικογραφία. Εφόσον είχε δώσει εξηγήσεις και ο τελευταίος ύποπτος και πριν από την τελική αξιολόγησή της, ως όφειλα εκτελώντας την παραγγελία της, της υπέβαλα τη δικογραφία περαιωμένη».

Στις 16-3-2016, στη δεύτερη κατάθεσή της η κυρία Ράικου κάνει λόγο για ενόχληση των Κυπρίων όταν στη συνάντησή τους «η κ. Τσατάνη είπε ότι εμείς μπορούμε να συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με τη δωροδοκία».

ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΤΣΗΣ: «ΣΤΟ ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ ΕΦΥΓΕ Η ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ»

Στις 7 Μαρτίου καταθέτει ο επίκουρος εισαγγελέας διαφθοράς κ. Ιωάννης Δραγάτσης, ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του κ. Ελευθεριάνο διενεργούσαν την προκαταρκτική εξέταση για την αυτοκαταγγελία της εταιρίας MIG.

Όπως καταθέτει κατά την διάρκεια της προκαταρκτικής ερεύνησαν τμηματικά κάθε δανειοδότηση και οι πρώτες κλήσεις σε υπόπτους αφορούσαν στη χρηματοδότηση της επενδυτικής εταιρίας IRF. Αλλά, όπως αναφέρει ο κ.Δραγάτσης «όταν ολοκληρώθηκε η υποβολή των ανωμοτί εξηγήσεων και πριν εξεταστούν οι προτεινόμενοι μάρτυρες, άρα πριν περαιωθεί η τυπική διαδικασία, η οποία θα μας επέτρεπε να αξιολογήσουμε συνολικά τη δικογραφία, μου έγινε γνωστό ότι η δικογραφία συσχετίζεται με συναφή δικογραφία κατόπιν παραγγελίας της κ.Τσατάνη».

ΑΝΤΩΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝΟΣ: «ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΜΕ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΠΟΡΙΣΜΑ »

Στις 8 Μαρτίου κατέθεσε ο έτερος επίκουρος εισαγγελέας Διαφθοράς κ. Αντώνης Ελευθεριάνος, ο οποίος επίσης διερευνούσε την αυτοκαταγγελία της Marfin.

Α.Ελευθεριάνος: «Ερευνήσαμε πρώτα τα δάνεια της IRF, ύψους κατά προσέγγιση 170 εκ ευρώ, λόγω των επισημάνσεων παλαιότερης έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος. Όταν μας διαβιβάστηκε η αναφορά του κ.Αγγελή, η κ.Ράικου είχε την άποψη ότι α πληττόταν η αξιοπιστία της έρευνας, η οποία θα είχε διενεργηθεί από εισαγγελέα ιεραρχικά κατώτερο του αναφέροντος…. Με την από 16-3-2016 παραγγελία της η κ.Τσατάνη παρήγγειλε προς την Εισαγγελία Εγκλημάτων Διαφθοράς τη διενέργεια συγκεκριμένων ανακριτικών πράξεων, μεταξύ των οποίων την υποβολή αιτήματος δικαστικής συνδρομής προς τις κυπριακές αρχές με αντικείμενο τα αποδεικτικά στοιχεία που αυτές είχαν συλλέξει από τις έρευνες του για τη Marfin ευρύτερα…. Στη συνάντηση στο υπουργείο Δικαιοσύνης, η κυπριακή πλευρά επέμεινε στη θέση της να προηγηθεί η ίδια στη διερεύνηση της δωροδοκίας την οποία φερόταν να έχει διαπράξει ο κεντρικός τραπεζίτης της Κύπρου κ.Χριστοδούλου, διαβεβαίωσε δε ότι αμέσως μετά το πέρας των σχετικών ερευνών της θα μας διαβίβαζε το τελικό πόρισμά της και όλα τα αποδεικτικά στοιχεία. Αντιθέτως για το θέμα των δανείων της Marfin δεν είχε αντίρρηση να προηγηθεί η ελληνική πλευρά στην έρευνα, υποσχέθηκε δε να μας αποστείλει άμεσα όλα τα στοιχεία που είχε συλλέξει.  Οι Κύπριοι ως προς τη δωροδοκία ανέφεραν πως είχαν σημαντικά ευρήματα, τα οποία σύντομα θα δημοσιοποιούνταν και ότι επομένως δεν είχε κανένα νόημα η εξαρχής διερεύνησή της στην Ελλάδα… Ουσιαστικά συμφωνήθηκε η ελληνική έρευνα για τη δωροδοκία να συμπεριλάβει το τελικό πόρισμα της κυπριακής έρευνας και κατά αναγκαιότητα θα έπρεπε να το περιμένει. Εως τις 15-9 που υποβλήθηκαν αμφότερες οι δικογραφίες στην κ.Τσατάνη, πόρισμα των κυπριακών αρχών δεν μας είχε υποβληθεί.»

4ελεθτηερ

Β.Θάνου: «Σας προβλημάτισε το γεγονός ότι η κ.Τσατάνη σας έδωσε παραγγελία να της υποβάλετε τη δικογραφία παρότι η κ.Ράικου της εξήγησε ότι είχαν ληφθεί ανωμοτί εξηγήσεις από τους κληθέντες ως υπόπτους;»

Α.Ελευθεριάνος: «Μας προβλημάτισε επειδή κάτι τέτοιο δεν μας είχε ξανασυμβεί.  Βεβαίως, ανάλογα με τους ισχυρισμούς που περιέχονταν στα υπομνήματα των υπόπτων δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να προβαίναμε σε συμπληρωματικές ανακριτικές ενέργειες προκειμένου να διακριβωθεί η βασιμότητά τους.»

ΗΛΙΑΣ ΖΑΓΟΡΑΙΟΣ: «ΥΠΗΡΞΑΝ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ»

Στις 9 Μαρτίου κατέθεσε ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών Ηλίας Ζαγοραίος ο οποίος κλήθηκε να απαντήσει εάν ο Εισαγγελέας Διαφθοράς είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τα αδικήματα του ν.4022/2011.

«Προέκυψε –απαντά ο κ.Ζαγοραίος- ζήτημα εγκρίσεως της άσκησης της ποινικής δίωξης σε υποθέσεις του ν.4022 για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 2014 για μία  υπόθεση ευρωαπάτης, η οποία εστάλη στην υπηρεσία μας στα πρόθυρα της παραγραφής μετά από πολυετή προκαταρκτική εξέταση και περαιώθηκε με την άσκηση ποινικής δίωξης, καθώς άποψή μας ήταν ότι μπορεί να ασκηθεί δίωξη χωρίς την έγκριση του Εισαγγελέα Διαφθοράς. Σε συζήτηση με την κ.Ράικου δεν καταλήξαμε σε κοινή γραμμή.  Το ζήτημα επανατέθηκε τέλη Ιανουαρίου του 2015 από την κ.Ράικου που μου ζήτησε να της υποβάλω δικογραφίες που χειριζόταν το προανακριτικό τμήμα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών προκειμένου να τις χειριστεί, διότι κατά την άποψή της ήταν αποκλειστικώς αρμόδια».

Όπως καταθέτει εκείνος διαφώνησε με αποτέλεσμα ο αντεισαγγελέας του ΑΠ, κ. Νίκος Παντελής να αποφανθεί ότι «αποκλειστικά αρμόδιος για εγκλήματα του ν.4022 είναι ο Εισαγγελέας Διαφθοράς».

Κατόπιν τούτου μου ζητήθηκε τόσο από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου όσο και από την κ.Ράικου να αποστείλω πλήρη κατάλογο των δικογραφιών που εκκρεμούσαν στην Εισαγγελία μου για εγκλήματα του εν λόγω νόμου, προκειμένου να κρίνουν ποιες από αυτές θα υποβάλλονταν στην Εισαγγελία Διαφθοράς αλλά τελικά δεν έστειλαν καμία καθώς συνεννοήθηκαν με την κυρία Ράικου

ΑΝΑΚΡΙΤΡΙΑ ΜΑΡΙΝΑ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ: «ΤΙ ΜΟΥ ΕΙΠΕ Ο ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ»

Στις 9 Μαρτίου η Μαρίνα Ευαγγέλου, 10η ειδική ανακρίτρια στο Πρωτοδικείο Αθηνών, αρμόδια σε θέματα δικαστικών συνδρομών, περιγράφει στην κατάθεσή της τη συνάντησή της με τον επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλο, παρουσία του Κύπριου ανακριτή, στις 22 Φεβρουαρίου 2016. Στην κατάθεσή της πάντως δεν αναφέρει ότι ο επιχειρηματίας ζήτησε προθεσμία επικαλούμενος την κατάληξη της έρευνας Τσατάνη που είχε ως αποτέλεσμα την αρχειοθέτηση της υπόθεσης μια ημέρα μετά.

5ευα

«Μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια ανεπίσημης συζήτησης, ο κ.Βγενόπουλος απευθυνόμενος προς τον Κύπριο ανακριτή ανέφερε ότι «… και εδώ στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει προκαταρκτική έρευνα σε βάρος μου και εάν βγει διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών που θα θέτει την υπόθεση στο αρχείο, τότε θα έχουμε ευρωπαϊκό δεδικασμένο…». Εν συνεχεία ζήτησε να λάβει προθεσμία εκ νέου για το λόγο ότι είχε καταθέσει αίτηση για την άσκηση αναιρέσεως κατά του προαναφερθέντος βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών… Στις 23-2-2016 πληροφορήθηκα από τηλεφώνημα του Κύπριου ανακριτή, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα ενοχλημένος, ότι στις 22-2-2016 είχε εκδοθεί διάταξη της κ.Τσατάνη, με την οποία έθετε στο αρχείο την έρευνα που διεξήγαγε. Αργότερα, την ίδια ημέρα (23-2) δέχθηκα τηλεφώνημα από το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα της Κύπρου κ.Κληρίδη και μεταξύ άλλων μου εκδήλωσε την ενόχλησή του για τη συγκεκριμένη δήλωση του ανωτέρου υπόπτου και το γεγονός της αρχειοθέτησης».

ΠΑΝΤΕΛΗΣ: «ΝΟΜΙΜΑ Η ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΣΑΤΑΝΗ»

Στις 23 Μαρτίου καταθέτει ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και επόπτης των Εισαγγελέων Διαφθοράς Νίκος Παντελής. Σε εκείνον –όπως λέει- απευθύνθηκε αρχικά η κ.Ράικου ζητώντας για λόγους δεοντολογίας η έρευνα για την αναφορά Αγγελή «να ανατεθεί είτε σε ανώτερό της κατά βαθμό, είτε σε ανώτερο κατά βαθμό του υποβαλόντος την αναφορά». Το αίτημα διατυπώθηκε εν συνεχεία στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία, κατά τον κ.Παντελή «συνέστησε στην κ.Ράικου να υποβάλει έγγραφη αναφορά εκθέτοντας τους λόγους για τους οποίους ζητούσε να ανατεθεί η δικογραφία σε άλλους εισαγγελικούς λειτουργούς».

Ο κ.Παντελής, στα τέλη Νοεμβρίου του 2015, ήταν ο αποδέκτης αναφοράς του εκδότη του περιοδικού Hot Doc, που κατήγγειλε ότι η κ.Τσατάνη αναρμοδίως διερευνά την υπόθεση Βγενόπουλου.

Kαταθέτει: «Με αφορμή την αναφορά Βαξεβάνη παρήγγειλα άτυπη έρευνα για τη διαδικαστική πορεία της δικογραφίας και αποφάνθηκα ότι νομίμως η σχετική δικογραφία που είχε σχηματιστεί με αφορμή την αναφορά του κ.Αγγελή και η απόλυτα συναφής με αυτή που αφορούσε στα ίδια πρόσωπα, βρισκόταν στα χέρια της εισαγγελέως Γ.Τσατάνη».

Β.Θάνου: «Κατά τη διάρκεια της θητείας σας ως επόπτης, υπήρξε άλλη παρόμοια περίπτωση κατά την οποία εισαγγελέας που χειριζόταν κάποια υπόθεση ζήτησε λόγω συνάφειας να αφαιρέσει από τους Εισαγγελείς Διαφθοράς σχετική δικογραφία για να τη χειριστεί ο ίδιος;»

Ν.Παντελής: «Δεν γνωρίζω τέτοια περίπτωση αλλά γνωρίζω ότι η συνάφεια είναι λόγος που προβλέπεται στον ΚΠΔ και συνεπώς η συμμόρφωση προς τις επιταγές είναι γενική και υποχρεωτική για όλους».

ΚΥΠΡΙΟΙ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΙΣ: «ΆΛΛΑ ΜΑΣ ΕΙΠΑΝ ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ…»

Στις 6 Απριλίου οι Κύπριοι εισαγγελείς Ελενα Κλεόπα και Ελενα Ζαχαριάδου κατέθεσαν ότι «η κ.Τσατάνη αρνήθηκε να αποστείλει στην Κύπρο την απόφαση αρχειοθέτησης της δικογραφίας Βγενόπουλου με το σκεπτικό ότι ουδεμία συμφωνία εγένετο κατά τη συνάντησή τους για διερεύνηση συγκεκριμένης υπόθεσης δωροδοκίας του πρώην διοικητή Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου».

«Δηλώνουμε ότι η πιο πάνω αναφορά της κ.Τσατάνη δεν αναποκρίνεται στην πραγματικότητα», υποστηρίζουν οι δύο εισαγγελείς που συμμετείχαν στη συνάντηση. «Συμφωνήθηκε ότι η διερεύνηση θα συνεχίσει και θα ολοκληρωθεί από τις κυπριακές αρχές και ότι οι ελληνικές δεν θα προέβαιναν σε οποιαδήποτε ενέργεια αλλά θα ετύγχαναν ενημέρωσης ως προς την τελική έκβαση των ανακρίσεων».

ΝΙΚΟΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ: «ΑΤΥΠΗ Η ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΥΠΡΙΟΥΣ»

Στις 4 Μαρτίου ο Νίκος Πασχάλης, εθνικός αντιπρόσωπος στη Eurojust στη συντονιστική συνάντηση της 10ης-7-2015 μεταξύ Ελλήνων και Κυπρίων εισαγγελέων καταθέτει:

«Ουσιαστικά θεωρώ ότι έλαβε χώρα μία άτυπη συνεννόηση χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα ώστε να ασχοληθούν οι αρχές της Κύπρου με την υπόθεση της δωροδοκίας του ενός εκατομμυρίου ευρώ προς τον πρώην διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και οι ελληνικές αρχές με την υπόθεση της παράνομης χορήγησης δανείων από την Marfin. Η συνεννόηση αυτή δεν καταγράφηκε στα σύντομα συμπεράσματα της συνάντησης και αυτό επιβεβαιώνει ότι ήταν άτυπη και δεν είχε δεσμευτικό χαρακτήρα», επεσήμανε.

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ