Σύσσωμος ο δικηγορικός κόσμος της χώρας, δια μέσου του προέδρου της Ολομελείας των Δικηγορικών Συλλόγων κ. Δημήτρη Βερβεσού κατέθεσε σήμερα στις ανακριτικές αρχές της Λάρισας εμπεριστατωμένο και εκτενές υπόμνημα καθώς και ειδική πραγματογνωμοσύνη που διενήργησε πραγματογνώμονας που όρισαν οι δικηγόροι στο πλαίσιο της παράστασης υποστήριξης της κατηγορίας, για το έγκλημα των Τεμπών.
Με το υπόμνημα ζητείται η ουσιαστική και ταχεία διερεύνηση του δυστυχήματος των Τεμπών, ενώ επισημαίνονται οι αστοχίες και οι ελλείψεις στην έως τώρα δικαστική έρευνα και δηλώνουν αποφασισμένοι να σταθούν αρωγοί μέχρι τέλους στην πλήρη διαλεύκανση του τραγικού συμβάντος και στην απόδοση ευθυνών χωρίς εξαιρέσεις και διακρίσεις.
Μετά την παράσταση στις δικαστικές αρχές η αντιπροσωπεία των δικηγόρων με επικεφαλής τον πρόεδρο Δημήτρη Βερβεσό και τη συμμετοχή των Δημήτρη Φινοκαλιώτη (Θεσσαλονίκης) ,Ηλία Κλάππα (Πειραιά), Χρήστο Στρατηγόπουλο, (Βόλου), Ασημίνα Στρίμπα, (Κατερίνης) ,Κώστα Παπανικολάου , (Γρεβενών) και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ολομέλειας Βασίλη Χειρδάρη, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν αναφέρθηκαν κυρίως σε τρία σημεία που έθεσαν στην εισαγγελέα και στον ανακριτή Λάρισας, που ερευνούν την υπόθεση.
«Πρώτο σημείο, όπως τόνισε ο πρόεδρος της Ολομέλειας είναι “η διαφωνία μας με τις πολιτικές παρεμβάσεις ,διότι το υπουργείο Δικαιοσύνης αρέσκεται
τελευταία να παρεμβαίνει στην υπόθεση αυτή με μία μη οφειλόμενη επέμβασή της στο έργο της Δικαιοσύνης”
Δεύτερο σημείο ,είναι “η ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχής χρονικά κατ εμάς έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου,που
δίνει κατευθυντήριες εντολές όχι μόνο στους ιεραρχικά υφισταμένους της αλλά και στους δικαστές που ερευνούν την υπόθεση σε μια πιο επικοινωνιακού
τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης.” Τρίτο σημείο, είναι ότι “ η Χώρα όφειλε πριν από το δυστύχημα να είχε
θεσπίσει βάση κοινοτικών οδηγιών εθνικούς κανονισμούς ασφαλείας όλων των συγκοινωνιών της χώρας μεταξύ των οποίων και των τρένων. Πράγμα
που δεν έχει πράξει ούτε σήμερα ,παρά το τραγικό δυστύχημα ,γεγονός που καταδεικνύει ότι τίποτα δεν έχουμε διδαχθεί ως χώρα από το τραγικό αυτό
συμβάν.
Υπογράμμισε ακόμη : “ Μέχρι σήμερα έχουν αργήσει να κληθούν στην ανάκριση τα μεσαία βαγόνια της αμαξοστοιχίας των ευθυνών, οι άνθρωποι
δηλαδή που διαχειρίστηκαν την αμαρτωλή σύμβαση 717, ενώ πρέπει να αποδοθούν ευθύνες και στους μηχανοδηγούς-πολιτικούς υπεύθυνους του
τρένου».
Σε ανακοίνωση του ΔΣΠ, εξάλλου επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι «παρά το σοκαριστικό δυστύχημα στα Τέμπη με τους δεκάδες νεκρούς και παρότι πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, δεν έχουν θεσπιστεί εθνικοί κανόνες που θα εστιάζουν αποκλειστικά στην ασφάλεια καθορίζοντας προδιαγραφές και απαιτήσεις για την ασφαλή λειτουργία και συντήρηση των σιδηροδρομικών υποδομών και συστημάτων». Και ζητούν την άμεση θεσμοθέτησή τους.
Διαβάστε ολόκληρο το υπόμνημα που υπογράφεται από τους 47 Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας:
Σήμερα συμπληρώνεται ένας χρόνος από το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό
δυστύχημα στη χώρα μας. Η τραγική σιδηροδρομική σύγκρουση στοίχισε την ζωή
πολλών ανθρώπων και τον τραυματισμό περισσοτέρων. Πλέον αυτού ανέδειξε
σοβαρά και δομικά προβλήματα ασφαλείας και δυσλειτουργίας των
σιδηροδρομικών συγκοινωνιών και των φορέων της.
Οι καταθέτοντες το παρόν Υπόμνημα δικηγορικοί Σύλλογοι στα πλαίσια του
θεσμικού τους ρόλου υπέβαλαν παράσταση προς υποστήριξη των κατηγοριών
ζητώντας από Εσάς μαζί την έγγραφη δήλωσή της νομότυπης παράστασής τους την
άμεση διερεύνηση της ποινικής ευθύνης όλων των υπευθύνων προσώπων και
βεβαίως και εκείνων που φέρονται ότι έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση για
λήψη μέτρων, η τυχόν ύπαρξη των οποίων θα είχε αποτρέψει το επελθόν τραγικό
αποτέλεσμα.
Είναι γεγονός ότι η Ανάκριση έχει κάνει μια μεγάλη προσπάθεια για τη
διερεύνηση ενός τόσο μεγάλου θέματος που συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία
αλλά και τη διεθνή κοινότητα.
Η υπόθεση όμως επειδή έχει μια εξαιρετικά σοβαρή, διεθνοποιημένη
μάλιστα, διάσταση και οι τεράστιες απώλειες ανθρώπινων ζωών είναι σοκαριστικές,
απαιτεί η διερεύνησή της να διαθέτει τον χαρακτήρα της μέγιστης συστηματικής
επιμέλειας, την σε βάθος έρευνα χωρίς όρια, την αναζήτηση κάθε υπεύθυνου, όσο
«ψηλά» και αν βρίσκεται, τη διαφύλαξη κάθε δυνατού αποδεικτικού μέσου και τη
συγκέντρωση κάθε αποδεικτικού στοιχείου ώστε να εξαντληθεί πλήρως η έρευνα
των ευθυνών και της ανακάλυψης όλων των υπαιτίων του δυστυχήματος και να
αποδοθούν ευθύνες.
Οι δικηγορικοί σύλλογοι όλης της χώρας ζητούν η έρευνα να κατευθυνθεί
προς πάσα κατεύθυνση και χωρίς καμία καθυστέρηση, με πλήρη βεβαίως σεβασμό
των θεσμικών δικαιωμάτων όλων των διαδίκων, τόσων των θυμάτων όσων και των
κατηγορουμένων και υπόπτων.
Πρέπει να επισημανθεί ότι η ενώ η υπόθεση ποινικής έρευνας για την
Σύμβαση με αριθμ. 717/2014 (που αφορούσε Σύμβαση της ΕΡΓΟΣΕ για την
αποκατάσταση του Συστήματος Σηματοδότησης – Τηλεδιοίκησης του
σιδηροδρομικού τμήματος Αθηνών – Θες/νίκης – Προμαχώνα) ετέθη στο αρχείο από
τα αρμόδια δικαστικά όργανα της χώρας μας, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία σε σύντομα
εύλογο χρονικό διάστημα ερεύνησε και συνέταξε σχετικό πόρισμα για πλήθος
ποινικών αδικημάτων που αφορούν την ίδια ανωτέρω Σύμβαση 717 που είχε σχέση
με τις υποδομές ασφαλείας του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας μας. Το
πόρισμά της ήδη απεστάλη στη Βουλή από το καλοκαίρι του 2023 προκειμένου να
ελεγχθούν για σχετικές ευθύνες δύο πρώην υπουργοί Μεταφορών, ενώ παράλληλα
και Εσείς με δικό Σας αίτημα ζητήσατε και ήδη λάβατε την ίδια ολοκληρωμένη
πλέον δικογραφία για το θέμα αυτό από την 18 η Ανακρίτρια Αθηνών.
Θεωρούμε ότι όχι πολύ ορθά, εκφράζοντας και την αντίληψη σύσσωμου του
νομικού κόσμου και της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών
αναφέρετε στο σχετικό έγγραφο σας: «Το αντικειμενικό υπόβαθρο των ως άνω
αξιόποινων πράξεων της δίωξης του Ευρωπαίου Εισαγγελέα και των
αποδεικτικών στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί στα πλαίσια της
προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργήθηκε από αυτόν, θεμελιώνουν
αποδεικτικά το κίνητρο και τον αναγκαίο αιτιώδη σύνδεσμο για τις ερευνώμενες
από εμάς πράξεις», και πιο κάτω: «Οι πολυετείς παρατάσεις στην ολοκλήρωση
του έργου της Σύμβασης 717/14, μετά από σχετικά αιτήματα στελεχών της ΕΡΓΟΣΕ
[…] συνδέονται άμεσα αιτιωδώς με την επέλευση του δυστυχήματος, αφού εάν η
Σύμβαση 717/14 είχε εγκαίρως και στα αρχικά συμβατικά πλαίσια ολοκληρωθεί
και είχαν παραδοθεί και λειτουργούσαν τα σχετικά συστήματα ασφαλείας –
ελέγχου της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, θα αποφευγόταν μετά βεβαιότητας η
επέλευση του δυστυχήματος».
Στα πλαίσια της ως άνω επικεντρωμένης διερεύνησης η ανακριτική
διαδικασία έχει προβεί σε πολλές ενέργειες, από όσο γνωρίζουμε. Για το βάρος και
το μέγεθος της υπόθεσης όμως απαιτείται περαιτέρω έρευνα σε ευθύνες και
υπευθύνους, επίσπευση της ανάκρισης και ολοκλήρωσή της, χωρίς βεβαίως
οιαδήποτε έκπτωση στην διείσδυση, αποτελεσματικότητα και δραστικότητά της. Η
έρευνα πρέπει να είναι πλήρης, χωρίς κενά και χωρίς την παραμικρή έλλειψη ή
παράλειψη.
Πρέπει εδώ επίσης να επισημάνομε το απαράδεκτο σε ένα κράτος δικαίου
γεγονός ότι αντίθετα με όλες τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες που αφορούν την ασφάλεια
στο σιδηρόδρομο, για λόγους που πρέπει να διερευνήσετε ενδελεχώς, δεν έχουν
θεσπιστεί στην χώρα μας ακόμα Εθνικοί Κανόνες Ασφαλείας.
Αυτό όχι μόνο αντιβαίνει στις διατάξεις των άρθρων 13,14,59 και 60 του
Ν.4632/2019, ο οποίος ενσωμάτωσε τις Οδηγίες ΕΕ 2016/797 και 2016/798, αλλά
αποτελεί σημαντική παράλειψη, που πρέπει να διερευνηθεί για τυχόν ύπαρξη
αιτιώδους συνδέσμου με το πολύνεκρο έγκλημα που διερευνάτε και για τυχόν
υπευθύνους και υπαιτίους της παράλειψης αυτής.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι οι Εθνικοί Κανόνες Ασφαλείας εστιάζουν
συγκεκριμένα στην ασφάλεια της σιδηροδρομικής λειτουργίας, καθώς
περιλαμβάνουν προδιαγραφές και απαιτήσεις για την ασφαλή λειτουργία των
τρένων, την συντήρηση των σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων και του υλικού.
Επίσης καθορίζουν τις διαδικασίες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση
ατυχημάτων και περιστατικών. Επιπλέον, περιλαμβάνουν κανόνες για την
εκπαίδευση και πιστοποίηση του προσωπικού, καθώς και για τη διαχείριση
κινδύνων και την αξιολόγηση της ασφάλειας.
Η κύρια διαφορά μεταξύ του Γενικού Κανονισμού Κυκλοφορίας και των
Εθνικών Κανόνων Ασφαλείας, έγκειται στο γεγονός ότι ο πρώτος εστιάζει στη
διαχείριση της κυκλοφορίας και την τήρηση των κανόνων για την αποτελεσματική
λειτουργία των τρένων, ενώ οι δεύτεροι εστιάζουν αποκλειστικά στην ασφάλεια,
καθορίζοντας προδιαγραφές και απαιτήσεις για την ασφαλή λειτουργία και
συντήρηση των σιδηροδρομικών υποδομών και συστημάτων.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό ότι ακόμη και με την συμπλήρωση ενός
έτους από το τραγικό δυστύχημα δεν έχουν θεσπισθεί Εθνικοί Κανόνες
Ασφαλείας, ιδίως ως επείγον προληπτικό μέτρο, όπως ορίζει ο ανωτέρω Νόμος
(άρθρο 60 παρ.3 περ. γ.).
Στο σημείο αυτό αναφέρομε και σχετική χρήσιμη νομολογία του
Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ).
Το ανωτέρω Δικαστήριο έχει κρίνει ότι οι θετικές υποχρεώσεις που
απορρέουν από το άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή) της ΕΣΔΑ απαιτούν από τα κράτη
να διαθέτουν ένα κατάλληλο σύνολο προληπτικών μέτρων που αποσκοπούν στη
διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας και στην ελαχιστοποίηση του αριθμού των
ατυχημάτων και, δεύτερον, να διασφαλίζουν την αποτελεσματική λειτουργία των
μέτρων αυτών στην πράξη (αποφάσεις ΕΔΔΑ: Smiljanić κατά Κροατίας, § 69,
Ciechońska κατά Πολωνίας, 2011 § 69, Banel κατά Λιθουανίας, 2013, § 68).
Το ΕΔΔΑ έχει εκδώσει και μια σημαντική και εμβληματική απόφαση για
σιδηροδρομικό δυστύχημα (μικρότερο των Τεμπών) με δύο νεκρούς (Kalender
κατά Τουρκίας της 15.12.2009, αρ. προσφ. 4314/2002).
Κατά την απόφαση αυτή το θεμελιώδες δικαίωμα προστασίας της ζωής
απαιτεί την ύπαρξη κανονιστικού πλαισίου που θεσπίζει συγκεκριμένα μέτρα για
τη διασφάλιση της προστασίας της ζωής και αποτελεσματικούς και ανεξάρτητους
δικαστικούς λειτουργούς για τον προσδιορισμό των συνθηκών του δυστυχήματος
και τη λογοδοσία των υπευθύνων (παρ. 42).
Στην ίδια απόφαση αναφέρεται ότι, όταν ένα πρόσωπο πεθαίνει υπό
περιστάσεις που δύνανται να θεμελιώσουν ευθύνη του κράτους, το άρθρο 2
της ΕΣΔΑ συνεπάγεται την υποχρέωση των κρατικών οργάνων να εξασφαλίσουν,
με όλα τα μέσα που διαθέτουν, κατάλληλη απάντηση – δικαστική ή άλλη – για να
διασφαλίσουν ότι το νομοθετικό πλαίσιο που θεσπίστηκε για την προστασία της
ζωής εφαρμόζεται αποτελεσματικά και ότι οι παραβιάσεις της νομοθεσίας
εντοπίζονται και οι υπεύθυνοι τιμωρούνται (Kalender κατά Τουρκίας της
15.12.2009, παρ. 49, Osman κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 28.10.1998, § 115,
και Paul και Audrey Edwards κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 14.03.2002 ,
αρ.προσφ. 46477/99, § 54).
Αντιγράφομε από την απόφαση αυτή: «53. Εν ολίγοις το δικαστικό σύστημα
…..πρέπει να περιλαμβάνει έναν επίσημο μηχανισμό έρευνας που να πληροί
ορισμένα κριτήρια αποτελεσματικότητας και χαρακτήρα που να διασφαλίζει την
καταστολή των επιθέσεων κατά της ζωής που οφείλονται σε μεταφορική
δραστηριότητα….. Στην περίπτωση αυτή, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να επιδείξουν
υποδειγματική επιμέλεια και ταχύτητα και να διενεργήσουν αυτεπάγγελτες
έρευνες για να προσδιορίσουν, αφενός, τις συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα
ένα τέτοιο συμβάν καθώς και τις αστοχίες στην εφαρμογή του ρυθμιστικού
πλαισίου και από την άλλη πλευρά, προσδιορίζουν τους υπαλλήλους ή τα όργανα
του κράτους που εμπλέκονται, με οποιονδήποτε τρόπο, στην αλυσίδα αυτών των
περιστάσεων ( Öneryıldız κατά Τουρκίας της 30.11.2004 § 94, προσφ.
αρ. 48939/99). Συνοψίζοντας, το δικαστικό σύστημα … πρέπει να προβλέπει μια
ανεξάρτητη και αμερόληπτη επίσημη διαδικασία έρευνας που να πληροί ορισμένα
ελάχιστα πρότυπα αποτελεσματικότητας και να μπορεί να διασφαλίζει την επιβολή
ποινικών κυρώσεων όταν χάνονται ζωές ως αποτέλεσμα επικίνδυνης
δραστηριότητας …… Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές πρέπει .… να
ξεκινήσουν έρευνες ικανές, πρώτον, να εξακριβώσουν τις συνθήκες υπό τις οποίες
συνέβη το συμβάν και τυχόν ελλείψεις στη λειτουργία του ρυθμιστικού
συστήματος και, δεύτερον, ταυτοποίηση των κρατικών αξιωματούχων ή αρχών
που εμπλέκονται με οποιαδήποτε ιδιότητα στην αλυσίδα των επίμαχων
γεγονότων (Öneryıldız κατά Τουρκίας της 30.11.2004, § 94 προσφ. αρ. 48939/99).
54. ….τα εθνικά δικαστήρια δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι
πρόθυμα να αφήσουν ατιμώρητες τις επιθέσεις κατά της ζωής. Αυτό είναι
απαραίτητο για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού και τη διασφάλιση της
τήρησής του στο κράτος δικαίου, καθώς και για την αποτροπή κάθε εμφάνισης
ανοχής σε παράνομες πράξεις ή συμπαιγνίας κατά τη διάπραξή τους….
57. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο το
τουρκικό σύστημα ποινικής δικαιοσύνης αντέδρασε στην (σ.σ. σιδηροδρομική)
τραγωδία επέτρεψε να στοιχειοθετηθεί η πλήρης ευθύνη των κρατικών
παραγόντων ή αρχών για τον ρόλο τους σε αυτό το ατύχημα και να εγγυηθεί την
εφαρμογή της αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου
που διασφαλίζουν το σεβασμό του δικαιώματος στη ζωή…».
Το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Τουρκία στην παραπάνω απόφαση για
αναποτελεσματικότητα των ερευνών του θανατηφόρου σιδηροδρομικού
δυστυχήματος και για παραβίαση τόσο του ουσιαστικού όσο και του διαδικαστικού
σκέλους του δικαιώματος στη ζωή.
Η απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου τα λέει «όλα» και δείχνει
τον δρόμο της καταδίκης της χώρας μας σε περίπτωση που δεν ερευνηθεί σε βάθος
και αποτελεσματικά ένα τόσο σοβαρό δυστύχημα, όπως αυτό των Τεμπών.
Κύριε Ανακριτά,
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της Χώρας στέκονται αρωγοί στο σοβαρό,
πολύπλοκο και δύσκολο έργο Σας. Δυστυχώς ο εύλογος χρόνος της έρευνας
βρίσκεται στα όριά του μετά από ένα χρόνο από το δυστύχημα.
Στα πλαίσια της αρωγής αυτής και προς υποβοήθηση του δύσκολου και
πολύπλοκου έργου Σας η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων
Ελλάδος διόρισε ως Τεχνικό Σύμβουλο τον ειδικό Πραγματογνώμονα κ. Αναστάσιο
Χ. Δέδε, Μηχανολόγο – Μηχανικό (εκ των καταλόγων Πραγματογνωμόνων των
Εισαγγελιών Αθηνών και Πειραιά) και του ανέθεσε τη διερεύνηση του
σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών της 28.02.2023. Ο ανωτέρω
Πραγματογνώμονας συνέταξε την από Ιανουάριο 2024 «Έκθεση Τεχνικού
Συμβούλου», την οποία και σας προσκομίζομε σήμερα, στην οποία με
εμπεριστατωμένο, αντικειμενικό και επιστημονικό τρόπο αναλύει τις συνθήκες του
δυστυχήματος των Τεμπών και καταλήγει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα, τα
οποία θα βοηθήσουν στην αναζήτηση της αλήθειας, στην εξακρίβωση των
πραγματικών περιστατικών και θα υποβοηθήσουν το έργο της Ανάκρισης και της
γενικά της δικαιοσύνης.
Επειδή σύμφωνα με το άρθρο 178 του ΚΠΔ στην ποινική διαδικασία
επιτρέπεται κάθε είδος αποδεικτικού μέσου, η δε απαρίθμηση των αποδεικτικών
μέσων της πρώτης παρ. του άρθρου αυτού είναι ενδεικτική και επιτρέπει την
αναζήτηση της αλήθειας με αποδεικτικά μέσα χωρίς περιορισμούς και όρια,
εφόσον αυτά κινούνται στα πλαίσια της νομιμότητας.
Επειδή σύμφωνα με την δεύτερη παρ. του άρθρου 178 ΚΠΔ οι δικαστικές και
εισαγγελικές αρχές εξετάζουν αυτεπαγγέλτως ΟΛΑ τα αποδεικτικά μέσα που
θεμελιώνουν την ενοχή ή κατατείνουν στην αθώωση του κατηγορουμένου.
Επειδή η θεσμική μας ιδιότητα ως δικηγορικοί σύλλογοι και η δικονομική
ιδιότητα που έχομε ως παραστάντες προς υποστήριξη των κατηγοριών μας
δημιουργεί την θεσμική υποχρέωση παρακολούθησης της διαδικασίας αναζήτησης
όλης της αλήθειας, όλων των ευθυνών και όλων των υπευθύνων, χωρίς καμία
διάκριση, για το τόσο σοβαρό δυστύχημα των Τεμπών.
Επειδή το ιστορικό που έχει διαμορφωθεί με την Σύμβαση 717/2014, όπου η
υπόθεση για ένα τόσο σοβαρό θέμα αρχικά αρχειοθετήθηκε από τις ελληνικές
δικαστικές αρχές και μόνον μετά από παρέμβαση της ευρωπαϊκής εισαγγελίας
κινήθηκε η ποινική διαδικασία, μας δημιουργεί ανησυχία και προβληματισμό, γιατί
δεν πρέπει να επαναληφθεί. Πρέπει δε να διεξαχθεί πλήρης έρευνα προς πάσα
κατεύθυνση για το δυστύχημα των Τεμπών, να αποδοθούν οι τυχόν ευθύνες και να
παραπεμφθούν όλοι οι υπεύθυνοι. Στην κατεύθυνση αυτή οι δικηγορικοί σύλλογοι
δηλώνομε ευθέως ότι επαγρυπνούμε και δεν εφησυχάζουμε και θα απαντήσομε
νομίμως και δεόντως σε τυχόν παραλείψεις στην αναζήτηση της αλήθειας, των
ευθυνών και των υπευθύνων.
Με το παρόν Υπόμνημά μας ΣΑΣ ΖΗΤΑΜΕ υπό την θεσμική μας ιδιότητα των
παραστάντων προς υποστήριξη των κατηγοριών:
Να επισπευσθεί η ανάκριση και να συμπληρωθεί με άμεσες,
αποτελεσματικές ενέργειες προς κάθε κατεύθυνση, χρησιμοποιώντας όλα τα
δυνατά νόμιμα αποδεικτικά μέσα, ώστε να αναζητηθούν και να εντοπιστούν όλες
οι ευθύνες και όλοι οι πραγματικά υπεύθυνοι και να αποδοθεί δικαιοσύνη μέσα
από μια δίκαιη, αποτελεσματική, εύλογου χρόνου διαδικασία, χωρίς κανένα κενό
και καμία παράλειψη.
Λάρισα 28 Φεβρουαρίου 2024
Ο Πρόεδρος της Ολομέλειας των Προέδρων Οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι
των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και
Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Ο Πρόεδρος
του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας