Ούτε μία λέξη, ούτε μία γραμμή σε δεκάδες καταθέσεις και έγγραφα που αφορούσαν τον θανάσιμο τραυματισμό του αστυνομικού των ΜΑΤ Γιώργου Λυγγερίδη δεν υπάρχει στην ογκωδέστατη δικογραφία που σχηματίστηκε από τις Αρχές για μια πολύ σοβαρή καταγγελία που έγινε από τους συναδέλφους του ενώπιον της πολιτικής και της φυσικής ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας, μόλις μία εβδομάδα μετά την επίθεση στο γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη» του Ρέντη από τους χούλιγκαν του Ολυμπιακού.
Του ΦΩΤΗ ΑΝΔΡΕΟΥ
Ήταν 14 Δεκεμβρίου όταν σε μια πρωτόγνωρη, και για πολλούς αμφιλεγόμενη, πρωτοβουλία από τον τότε υπουργό Προστασίας του Πολίτη Γιάννη Οικονόμου και τον τέως αρχηγό της Αστυνομίας Λάζαρο Μαυρόπουλο κλήθηκαν στον 7ο όροφο της λεωφόρου Κατεχάκη οι επικεφαλής των διμοιριών των ΜΑΤ, καθώς οι πληροφορίες που έφταναν στους επιτελείς έλεγαν ότι «η ψυχολογία των αστυνομικών που υπηρετούν στα ΜΑΤ, μετά τη δολοφονική επίθεση, ήταν πεσμένη και χρειάζονταν στήριξη». Αν και αρκετοί ήταν αυτοί που διαφώνησαν με το συγκεκριμένο «κάλεσμα», η τότε ηγεσία έκρινε ότι είχε περισσότερα να κερδίσει παρά να χάσει, καθώς θα ήταν κυρίως μια κίνηση στήριξης του προσωπικού. Εκείνο το πρωινό ένας από τους διμοιρίτες έκανε μια καταγγελία που άφησε άφωνη όλη την αίθουσα «Γ. Βασιλάκης» του υπουργείου. Μια καταγγελία, όμως, που ούτε λίγες ώρες μετά την επίθεση στις καταθέσεις τους οι αστυνομικοί των ΜΑΤ έκαναν, αλλά ούτε και το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η καταγγελία
Σύμφωνα με αυτήν, το βράδυ των επεισοδίων χούλιγκαν… φυγαδεύτηκαν από πορτάκια του γηπέδου με τις «ευλογίες» ανώτερων αξιωματικών που ήταν στο σημείο, με αποτέλεσμα να διαφύγουν και να μην είναι ανάμεσα στα άτομα που ελέγχθηκαν και, όπως εντόπισαν τα εγκληματολογικά εργαστήρια, ήταν αυτοί που εξαπέλυσαν τις σφοδρές επιθέσεις εναντίον των διμοιριών. «Δεν είναι δυνατόν την ώρα που έχουμε σταματήσει τους οπαδούς για να σφραγίσουμε το γήπεδο και να κάνουμε τις προσαγωγές, κάποιοι συνάδελφοι, άλλης υπηρεσίας, που δεν ανήκουν στα ΜΑΤ, να αφήνουν υπόπτους να φύγουν, χωρίς έλεγχο, μετά τη δολοφονική επίθεση στου Ρέντη!», είχε υποστηρίξει ο διμοιρίτης.
Και όμως, όταν ήρθε η ώρα του σχηματισμού της δικογραφίας κανένας αστυνομικός δεν ανέφερε κάτι τέτοιο στην κατάθεσή του, παρά το γεγονός ότι έγινε προσπάθεια από τους συναδέλφους τους στην Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Βίας στους Αθλητικούς Χώρους να… επαναφέρουν στη μνήμη τους το συγκεκριμένο περιστατικό. Αποτέλεσμα, να υπάρχει ο κίνδυνος αρχηγικά μέλη να έχουν διαφύγει από το γήπεδο του Ρέντη και να μην κατηγορηθούν ποτέ για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση.
Η «απόδραση»
Το εντυπωσιακό είναι ότι, σύμφωνα με πληροφορίες της «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ», το άνοιγμα της πόρτας και της «απόδρασης» κάποιων ατόμων που ήταν στο γήπεδο είχε γίνει αντιληπτό ακόμα και από άλλους οργανωμένους οπαδούς του Ολυμπιακού, οι οποίοι εκείνοι το βράδυ οδηγήθηκαν στη Διεύθυνση Αλλοδαπών στην Πέτρου Ράλλη και στη συνέχεια είδαν το όνομά τους να είναι ανάμεσα στους κατηγορουμένους για την υπόθεση. «Σε περίπτωση που υπήρχε μια τέτοιου είδους αναφορά σε κατάθεση, στην υπόθεση θα εμπλεκόταν και η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων μια και η καταγγελία θα αναφερόταν σε αστυνομικό και τότε κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιες θα ήταν οι εξελίξεις», λέει αστυνομικός που ασχολήθηκε με την υπόθεση. Παρ’ όλα αυτά, όμως, δεν ειπώθηκε ούτε λέξη…
Αντίθετα, παρά το γεγονός ότι ο υπαρχιφύλακας των ΜΑΤ είχε μεταφερθεί στο «Γενικό Κρατικό Νικαίας» και προσπαθούσε να κρατηθεί στη ζωή, όσοι συνάδελφοί του κλήθηκαν λίγες ώρες μετά να καταθέσουν στον 7ο όροφο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής τι είδαν εκείνο το βράδυ, περιέγραψαν με συγκλονιστικό τρόπο τις συνθήκες των επεισοδίων αλλά και την κατάσταση του 31χρονου. Μάλιστα αποκάλυψαν ότι ενώ είχε δεχτεί τη ναυτική φωτοβολίδα και είχε πέσει στο έδαφος, υπήρξε και δεύτερη επίθεση σε βάρος του. «Όσο ήταν στο έδαφος, κάποιος εκ των δραστών έριψε προς το μέρος του έναν αυτοσχέδιο εκρηκτικό μηχανισμό ο οποίος εξερράγη, με αποτέλεσμα να του τραυματίσει το δεξί του πόδι», καταθέτει ένας από τους αστυνομικούς των ΜΑΤ που ήταν δίπλα στον άτυχο Γιώργο Λυγγερίδη. «Εγώ και ο αστυφύλακας τον τραβήξαμε σε ασφαλές σημείο για να τον προφυλάξουμε από τις ρίψεις που συνεχίζονταν», συνεχίζει ο συνάδελφός του. «Τότε οι συνάδελφοι αστυνομικοί της διμοιρίας μας του παρείχαν τις πρώτες βοήθειες κάνοντας τουρνικέ μέχρι να προσέλθει ασθενοφόρο περίπου 30 λεπτά αργότερα, όπου τον παρέλαβε και τον μετέφερε στο Γενικό Κρατικό Νικαίας», λέει ένας άλλος αστυνομικός. Δυστυχώς, δεν ήταν ικανό να του σταματήσει την ακατάσχετη αιμορραγία. «Ο υπαρχιφύλακας (εννοώντας τον Γιώργο Λυγγερίδη) είχε στην αριστερή του τσέπη το κινητό του τηλέφωνο, το οποίο ήταν μαύρου χρώματος και έχει έντονες φθορές προφανώς από τη φωτοβολίδα που του χτύπησε το πόδι, καθώς έχει αποκολληθεί η οθόνη και έχει σπάσει, όπως και η μαύρη θήκη που ήταν μέσα. Η κάρτα που είχε το κινητό την παραδώσουμε στους οικείους του», καταλήγει ακόμα ένας αστυνομικός των ΜΑΤ.
Ωστόσο, το βράδυ της 7ης Δεκεμβρίου ο 31χρονος δεν ήταν ο μοναδικός που τραυματίστηκε, αλλά μόνο αυτός που έχασε τη ζωή του. «Μπροστά μας υπήρχαν 200 άτομα, οπαδοί της ομάδας του Ολυμπιακού, τόσο στο οδόστρωμα όσο και στον χώρο στάθμευσης του γηπέδου. Όταν αντιλήφθηκαν την παρουσία μας εξαπέλυσαν σφοδρές και συντονισμένες επιθέσεις εναντίον μας με ρίψεις από πέτρες, μάρμαρα, φωτοβολίδες ευθείας βολής, κροτίδες και πλήθος αντικειμένων που ήταν πρόσφορα για επίθεση. Από τη ρίψη πέτρας τραυματίστηκα στον δεξί μου ώμο, πλην όμως συνέχισα κανονικά. Παράλληλα μας απειλούσαν με τις φράσεις ‘‘έχουμε πόλεμο, κωλόμπατσοι’’, ‘‘Νέα Σμύρνη σας χρειάζεται ξανά’’, ‘‘θα σας σκοτώσουμε’’. Μετά τη λήξη της υπηρεσίας μου μετέβην στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο για εξετάσεις και διαγνώστηκα με κάκωση δεξιού ώμου».