Έπειτα από 20 χρόνια οπαδικής βίας με νεκρούς, τραυματίες και ανυπολόγιστες ζημιές, πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε πως τα εγκληματικά φαινόμενα που κυριαρχούν στον χώρο του αθλητισμού πια, και όχι μόνο του ποδοσφαίρου, είναι συνειδητές πράξεις βίας πίσω από τις οποίες βρίσκονται εγκληματικές συμμορίες, που διαθέτουν δομή, οργάνωση και πόρους.
Και έτσι πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε αντιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο λύθηκε στην Αγγλία το πρόβλημα του χουλιγκανισμού, με αποτέλεσμα σήμερα το αγγλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, η περίφημη Premier League, να αποτελεί ένα απίστευτα κερδοφόρο σύστημα με εύρωστους ποδοσφαιρικούς συλλόγους από τηλεοπτικά δικαιώματα και διαφημιστικές εταιρείες, με ευτυχισμένους φιλάθλους –που το παρακολουθούν οικογενειακώς παρακαλώ– και χιλιάδες εργαζομένους. Ένα θέαμα γεμάτο διασκέδαση και χαρά, ανεξάρτητα αν κάποιοι κερδίζουν τίτλους ή όχι.
Δεν θα ανακαλύψουμε την Αμερική αν επιτέλους εφαρμόσουμε όπως η Θάτσερ και ο Βρετανός δικαστής Πίτερ Τέιλορ την κάρτα μέλους για τους φίλαθλους της κάθε ομάδας, το ξεκαθάρισμα των λεσχών φιλάθλων που έχουν μετατραπεί σε φυτώρια χούλιγκαν, καθώς και την τοποθέτηση καμερών και κλειστών συστημάτων παρακολούθησης στα γήπεδα, αλλά και αν θεσπίσουμε αυστηρότατες ποινές για κάθε οπαδό που δημιουργεί πρόβλημα στις κερκίδες.
Κυρίως όμως πρέπει να αλλάξει η διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Γιατί τα μικρά παιδιά μπορούν εύκολα να παρασυρθούν και αντί να δουν το ποδόσφαιρο ως ένα άθλημα που προβάλλει την υγεία και την ευγενή άμιλλα, να το δουν ως «πόλεμο» που η μία ομάδα πρέπει να κερδίσει την άλλη, με τους οπαδούς να… πλακώνονται μεταξύ τους σε κάθε αγώνα.
Απλά βήματα που μπορούν να μετατρέψουν τα σπορ σε αυτό που πρέπει να είναι. Μια πηγή διασκέδασης και χαράς, και όχι αιτία «αποκτήνωσης και πανδημίας βίας», όπως είπε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Γ. Οικονόμου, προσπαθώντας να συμμαζέψει την εγκληματική παραβατικότητα.