Κατά τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, δεν χωρά αμφιβολία.
Η χώρα του και η «αντίσταση» θα ισχυροποιηθούν, παρά τις καταιγιστιγκές εξελίξεις στη Συρία βάσει «κοινού αμερικανοσιωνιστικού σχεδίου», στο οποίο «μια κυβέρνηση γειτονική στη Συρία παίζει επίσης ρόλο».
Δεν την κατονόμασε, αλλά ήταν σαφές ότι αναφερόταν στην Τουρκία.
Όσο όμως κι αν το θεοκρατικό καθεστώς της Τεχεράνης επιχειρεί την αποποίηση των δικών του ευθυνών, γεγονός παραμένει ένα.
Συγκαταλέγεται στους μεγάλους χαμένους των τεκτονικών αλλαγών που συντελούνται σε αυτή τη φάση στη Μέση Ανατολή.
Ο περιβόητος «Άξονας της Αντίστασης» έχει υποστεί βαρύ πλήγμα.
Η Χαμάς και η Χεζμπολάχ έχουν σαφώς αποδυναμωθεί.
Η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία αποκόπτει τον χερσαίο διάδρομο που διατηρούσε το σιιτικό Ιράν μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο.
Οι πιθανότητες διατήρησής του θεωρούνται ελάχιστες υπό τον νέο ισχυρό άνδρα της Συρίας, Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι -έναν αυτοπροβαλλόμενο ως θεσμικά αναγεννημένο σουνίτη φονταμενταλιστή- αλλά και υπό την ανοιχτή στρατιωτική απειλή του Ισραήλ.
Με την περιφερειακή επιρροή της Τεχεράνης σε συρρίκνωση και με εμφανή τα τρωτά σημεία του μηχανισμού ασφαλείας της -όπως κατέδειξαν το προηγούμενο διάστημα μια σειρά από ισραηλινές επιθέσεις- ο προβληματισμός για την επόμενη ημέρα περισσεύει.
Αιτιολογώντας την ξαφνική απουσία στήριξης στο καθεστώς Άσαντ, ο Ιρανός ΥΠΕΞ Αμπάς Αραγτσί δήλωσε ότι η Συρία δεν ζήτησε βοήθεια.
Μια παράταιρη δικαιολογία, εάν αναλογιστεί κανείς την μακρά παρουσία ιρανικών πολιτοφυλακών και βάσεων στα συριακά εδάφη.
Ο Αραγτσί σκιαγράφησε ωστόσο έναν Μπασάρ αλ Άσαντ που «επέδειξε μικρή ευελιξία» το προηγούμενο διάστημα για σταθεροποίηση της Συρίας.
Αυτό, κατά την Τεχεράνη, οδήγησε σε μια αλυσίδα γεγονότων με τη γνωστή κατάληξη.
Στιγμιότυπο από την τελευταία συνάντηση του Μπασάρ αλ Άσαντ, ως προέδρου της Συρίας, με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, την 1η Δεκεμβρίου, στη Δαμασκό (SANA/Handout via REUTERS/File Photo)
Διλήμματα και προκλήσεις
Σύμφωνα με τον ιστότοπο Amwaj Media -που έχει μεν την έδρα του στο Λονδίνο, αλλά καλές πηγές εντός του ιρανικού καθεστώτος- «η επιφυλακτικότητα του Άσαντ για αλλαγές» είχε ως αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό της «Διαδικασίας της Αστάνα».
Ήτοι της πλατφόρμας διαπραγματεύσεων για την εξεύρεση πολιτικής λύσης στον συριακό εμφύλιο, με εγγυήτριες δυνάμεις τη Ρωσία, την Τουρκία και το Ιράν.
Το σκηνικό της κρίσης λέγεται ότι συμπλήρωσε μια σειρά παραγόντων.
Η Τουρκία «φαίνεται να άφησε στα τυφλά τόσο το Ιράν, όσο και τη Ρωσία, επιμένοντας ότι δεν ήταν κάτι ανησυχητικό οι κινήσεις των ανταρτών στην Ιντλίμπ, που είχαν καταγραφεί τους τελευταίους μήνες».
Καθώς το Χαλέπι έπεφτε στα χέρια τους, την περασμένη εβδομάδα, ο Μπασάρ αλ Άσαντ λέγεται ότι βρισκόταν στη Μόσχα για διαβουλεύσεις, με το Κρεμλίνο να του προσφέρει «υποστήριξη που περιοριζόταν σε μια ασφαλή έξοδο» από τη Συρία.
Το δε Ιράν «δεν βιαζόταν να σπεύσει προς βοήθεια του Άσαντ», που φέρεται να είχε αλλάξει στάση μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, πέρυσι τον Οκτώβριο, και «προφανώς χρησιμοποιούσε ως μόχλευση τη “μη αντίσταση” για να αποκαταστήσει τη θέση του μεταξύ των Αράβων συμμάχων των ΗΠΑ».
Όπως και να έχει, υπάρχει μεγάλη δυσαρέσκεια στο Ιράν για το γεγονός ότι είναι να σαν πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων περίπου 30-50 δισεκατομμύρια δολάρια.
Όσα υπολογίζεται ότι ξόδεψε η Τεχεράνη όλα τα προηγούμενα χρόνια για να στηρίξει τον Μπασάρ αλ Άσαντ στην εξουσία και τα δικά της συμφέροντα -βάσεις, μαχητές και υποδομές- στα συριακά εδάφη.
Και δη την ώρα που η ιρανική κοινωνία συνθλίβεται από τις δυτικές κυρώσεις.
«Οι πρόσφατες περιφερειακές εξελίξεις προσφέρουν ένα μάθημα: πρέπει να επικεντρωθούμε στα ουσιώδη ζητήματα του λαού μας», τόνισε τις προάλλες Ιρανός συντηρητικός βουλευτής, σε μια σπάνια άσκηση κριτικής στην Τεχεράνη. «Πότε θα ασχοληθούμε με τις οικονομικές ανησυχίες των πολιτών;»
Ποδοπατημένα χαρτονομίσματα δολαρίων και τουρκικών λιρών, πάνω στις σημαίες του Ισραήλ και των ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης διαμαρτυρίας μπροστά από την τουρκική πρεσβεία στην Τεχεράνη, στις 2 Δεκεμβρίου (Majid Asgaripour/WANA via REUTERS)
Παίζοντας με τη «φωτιά»
Κατά άλλους Ιρανούς νομοθέτες, η διέξοδος για την Τεχεράνη είναι τα πυρηνικά.
Εφεξής, «η στρατηγική του Ιράν θα πρέπει να βασίζεται σε δύο ζητήματα: την αναβίωση του τραυματισμένου Άξονα της Αντίστασης και στη δοκιμή ατομικής βόμβας», έγραψε τις προάλλες στο X o βουλευτής και μέλος του προεδρείου του ιρανικού κοινοβουλίου, Αχμάντ Ναντερί.
Ακραίες θέσεις σαν και αυτή δείχνουν να κερδίζουν ξανά έδαφος στη δημόσια συζήτηση στην Τεχεράνη, καθώς σκληροπυρηνικοί προκρίνουν την απειλή απόκτησης πυρηνικού όπλου από το Ιράν ως μοχλό πίεσης και πιθανό μελλοντικό διαπραγματευτικό χαρτί στην εποχή Τραμπ 2.0.
Κάτι ωστόσο που θα μπορούσε να ανοίξει έναν νέο -και αυτή τη φορά ίσως καταστροφικό- φαύλο κύκλο κλιμάκωσης και αντιπαράθεσης, με το Ισραήλ ήδη σε θέση μάχης.
Τα μηνύματα από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA) είναι εν τω μεταξύ ήδη ανησυχητικά ως προς την ανάπτυξη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
«Το Ιράν του 2015 δεν έχει καμία σχέση με το Ιράν του 2025», τόνισε τις προάλλες στο BBC ο διευθυντής της IAEA, Ραφαέλ Γκρόσι.
«Αρχίζει την παραγωγή 60% [εμπλουτισμένου ουρανίου] σε πολύ υψηλότερα επίπεδα παραγωγής, πράγμα που σημαίνει ότι θα έχει τις απαραίτητες ποσότητες -αν το επιλέξει- για να αποκτήσει ταχύτερα ατομική βόμβα».
Οι διαπραγματεύσεις εν τω μεταξύ για την αναβίωση της συμφωνίας του 2015 για περιορισμό του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος έχουν πρακτικά ανασταλεί εδώ και δύο χρόνια, εν μέσω τεταμένων σχέσεων της Τεχεράνης με τη Δύση.
Όμως αυτή τη φορά η ταχύτητα με την οποία η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν (επίσης) εγκατέλειψε τον Άσαντ έχει κάνει πολλούς στην Τεχεράνη να αναρωτιούνται τι θα μπορούσε αργότερα να συμβεί με την Ισλαμική Δημοκρατία.
Περιμένοντας τον Τραμπ
Λίγες ημέρες πριν από το φιάσκο με τη Συρία, ο Χεσματολάχ Φαλαχατπισέ, πρώην μέλος της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εθνικής Ασφαλείας και Εξωτερικής Πολιτικής του Ιράν προειδοποιούσε ότι οι Ρώσοι ανησυχούν για οποιαδήποτε προσπάθεια του Ιράν να έρθει σε συμφωνία με τη Δύση για το πυρηνικό του πρόγραμμα και, ειδικά, εάν αυτό θα επηρεάσει την ιρανική βοήθειά προς τη Ρωσία στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Προσώρας οι ακριβείς προθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ -που στην πρώτη θητεία του, το 2018, είχε διατάξει την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το Ιράν- παραμένουν αδιευκρίνιστες.
Το πλέον σίγουρο είναι ότι δεν θέλει η προεδρία του «Πρώτα η Αμερική» να εμπλακεί σε παρατεταμένα υφιστάμενους και νέους πολέμους, πλην βέβαια των εμπορικών, τους οποίους έχει ήδη προαναγγείλει.