Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με νέες του δηλώσεις επιμένει στη θέση του σχετικά με τη Συνθήκη της Λωζάνης, ισχυριζόμενος αυτή τη φορά πως είναι ένα απλό έγγραφο και όχι ιερό κείμενο, το περιεχόμενο του οποίου θα πρέπει να συζητηθεί.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η φιλοκυβερνητική ενημερωτική ιστοσελίδα A Haber, ο τούρκος πρόεδρος διερωτάται: “Τι θα συμβεί αν η Τουρκία παραμείνει απομακρυσμένη από την Συρία και τις άλλες περιοχές;”, και σημειώνει: “Σε αυτή την περίπτωση αυτές οι περιοχές θα είχαν γαλήνη και ασφάλεια;”.
Στη συνέχεια, τονίζει:
Οι κανόνες που έθεσαν οι νικήτριες δυνάμεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έδιναν στην Τουρκία το δικαίωμα της επιβίωσης. Με την Συνθήκη των Σεβρών η Τουρκία διαμελιζόταν σε 7-8 κομμάτια. Η Τουρκία δεν αποδέχθηκε αυτή την διχοτόμηση και σχημάτισε τα σημερινά σύνορα. Η συζήτηση για την Συνθήκη της Λωζάνης ξεκινά από αυτό το σημείο.
Όπως είπε, η Τουρκία είναι φυλακισμένη στα συμφωνηθέντα του 1923, ενώ παράλληλα τόνισε ότι το γεωπολιτικό πλαίσιο που είχε διαμορφωθεί μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και τον Ψυχρό Πόλεμο έχει πλέον παρέλθει.
Ο κ. Ερντογάν συνεχίζει την τοποθέτηση του με τα εξής λόγια:
Φυσικά αντιμετωπίζουμε με ευχαρίστηση ότι κερδίσαμε στην Συνθήκη της Λωζάνης. (Όμως), η Λωζάνη δεν είναι μια συνθήκη που δεν μπορεί να συζητηθεί. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ένα ιερό κείμενο. Και φυσικά θα την συζητήσουμε.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας υπογραμμίζει το εξής σημείο: «Θα εργαστούμε για να εξασφαλίσουμε κάτι καλύτερο. Ακόμη επιχειρούν να μας εγκλωβίσουν στην Λωζάνη. Να μας συγχωρέσουν. Έχω δικαίωμα λόγου. Θα καταβάλουμε κάθε είδους προσπάθεια για να εξασφαλίσουμε τους στόχους του 2023. Γνωρίζουμε ότι θα πατήσουμε τον πόδι πολλών πλευρών. Θα αγγίξουμε πολλά συμφέροντα. Αυτό θα το πράξουμε μαζί σε κάθε περίπτωση. Είμαστε αποφασισμένοι να οδηγήσουμε την Τουρκία πιο πέρα».
Αν και ο τούρκος πρόεδρος έχει επανειλημμένα αμφισβητήσει τη Λωζάννη, κυρίως προτάσσοντας τουρκικές διεκδικήσεις στην περιοχή της Μοσούλης, είναι η πρώτη φορά που μίλησε σαφώς για αναθεώρηση της Συνθήκης.
Η Συνθήκη της Λωζάνης υπογράφτηκε στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) και συμμετείχαν στην Συνθήκη των Σεβρών, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΣΣΔ (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη).
Έθετε τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας και καταργούσε τη Συνθήκη των Σεβρών, που είχε υπογραφεί τρία χρόνια νωρίτερα,και είχε γίνει δεκτή από τον σουλτάνο Μουσταφά Κεμάλ, αλλά απορρίφθηκε από το κίνημα των Νεότουρκων.
Μετά την εκδίωξη από την Μικρά Ασία του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ, εμφανίστηκε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις 20 Οκτωβρίου 1922 ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 για να ξαναρχίσει στις 23 Απριλίου. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
Η Τουρκία ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, κάποια νησιά του Αιγαίου, συγκεκριμένα την Ίμβρο και την Τένεδο, μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την Συρία, την περιοχή της Σμύρνης και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος (ελλείψει χρημάτων) τις πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας. Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου.