Της Νατάσας Γκότση
Παρασκευή βράδυ κλείσαμε βιαστικά τις πόρτες των σπιτιών μας. Διπλοκλειδώσαμε, αφήνοντας το χέρι νοερά πάνω στον σύρτη, έτοιμο να δράσει για αυτόν και για αυτήν που δεν πρόλαβαν να κρυφτούν πίσω από την πόρτα του σπιτιού τους, να γείρουν πάνω της, να ανοίξουν τα μάτια και να ετοιμαστούν για το ταξίδι για μια διαφορετική πλέον πόλη.
Γιατί όσες και όσοι την επομένη γυρίσαμε τον σύρτη, κάναμε την πόρτα μας πύλη, πύλη χωροχρόνου σε έναν άλλο τόπο απόκοσμο. Τι κι αν όλα ήταν σκιτσαρισμένα με τον ίδιο τρόπο, λες και ήταν «χτες»; Ο αέρας χυνόταν πάνω μας αλλόκοτα, είχε αραιώσει, δε μέτραγε τις ίδιες ανάσες πια και είχε πάρει και χρώμα. Μαυροκόκκινο.
Ο Πύργος, γυμνός από φως, έσκιζε τον ουρανό σαν σπαθί μπαρουτοκαπνισμένο, σαν το απομεινάρι μιας μάχης που είχε αλλάξει τη σύσταση στο σίδερο. Στα πόδια του η ζωή συνέχιζε να κυλάει, ενώ ο ήχος της ηχούσε βουβός, χωρίς αντίλαλο. Δεν ακούστηκαν πολλοί σύρτες την επόμενη ημέρα. Πολλούς τους βρήκε το ξημέρωμα παντελώς απρόθυμους να απασφαλιστούν ενώ άλλοι δεν αντάμωσαν ολονυχτίς τα χέρια που περίμεναν.
Οι δρόμοι φαινόντουσαν να συλλογιούνται μέσα στη μοναξιά τους και έμοιαζαν να μας σπρώχνουν προς μια πλατεία, place de la République, πλατεία δημοκρατίας. Η αγαλματένια Μαριάννα, πάνω από τις πέτρινες ενσαρκώσεις της Ελευθερίας της Ισότητας και της Αδελφότητας, περιστοιχιζόταν από σκυφτές φιγούρες. Από μακριά ήταν ορατές οι φλόγες των κεριών που τρεμόπαιζαν και αγωνίζονταν να κρατηθούν κόντρα στον αέρα. Όσο πλησίαζε κανείς, το φως των κεριών μπλεκόταν με κεινο των ματιών, αποφασιστικότητα, δυναμισμός, καθάριος νους. Σκέψεις και συναισθήματα είχαν φτάσει αποτυπωμένα στο χαρτί, οι γλώσσες ποικίλες, οι πολιτισμοί επίσης. Τα λόγια ξεπηδούσαν ανάμεσα από τα κεριά και τα λουλούδια, «Κι αν θρηνούμε, δε φοβόμαστε», «Κάτω τα χέρια από τον δρόμο μου, τη γειτονιά μου, την πόλη μου, τη χώρα μου», «Βιβλία όχι βόμβες», «Σε αγαπώ», «Θα σε θυμάμαι». Όλα αυτά με φόντο τα γκράφιτι των διαδηλώσεων της 11ης και 12ης Ιανουαρίου, τα χρώματα των οποίων δεν είχαν προλάβει να ξεθωριάσουν. Ξαφνικά ακούστηκε η αστυνομία να καλεί μέσα από μεγάφωνα τον κόσμο να απομακρυνθεί. Οι συναθροίσεις μπορούσαν να αποτελέσουν εύκολο στόχο και μεις θέλαμε να θέσουμε στόχους, όχι να αποτελέσουμε. Οι άνθρωποι απομακρύνθηκαν ήρεμα ώστε να ανοιξει ο χώρος και για τους επόμενους.
«Πιστεύετε πως υπάρχει πανικός στο Παρίσι;» ακούστηκε η φωνή της δημοσιογράφου. «Δεν είδα κάτι τέτοιο. Ήμουν εδώ κοντά την Παρασκευή το βράδυ. Οι άνθρωποι άρχισαν να απομακρύνονται, να επιστρέφουν σπίτια τους γοργά αλλά χωρίς πανικό. Η Γαλλία δε φαίνεται διατεθειμένη να θυσιάσει την ελευθερία της, ξέρει πως δεν πρέπει να υποχωρήσει. Ανασυντάσσεται. Δεν είδα πανικό.»