Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα, σε ηλικία 84 ετών, ο Θεόδωρος Αντωνίου, ένας από τους κορυφαίους Έλληνες συνθέτες της γενιάς του, αρχιμουσικός και μουσικός παιδαγωγός.
Ο Θεόδωρος Αντωνίου γεννήθηκε (10 Φεβρουαρίου 1935) στην Αθήνα.
Τα έργα του ποικίλουν από όπερες και χορωδιακά, έργα μουσικής δωματίου, από τον κινηματογράφο και το θέατρο, μουσική για σόλο ορχηστρικά έργα.
Εκτός από την καριέρα του ως συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας, που κατείχε επίσης τη θέση του καθηγητή σύνθεσης στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, αναφέρει το “Έθνος”.
Η εκπαίδευση περιλαμβάνει σπουδές στο βιολί, φωνητική και σύνθεση στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών, το Ελληνικό Ωδείο και τη διεξαγωγή τόσο στο Hochschule für Musik και στο Διεθνές Μουσικό Κέντρο στο κέντρο της πόλης: Ντάρμσταντ. Ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Θεόδωρος Αντωνίου κατείχε τις θέσεις διδασκαλίας σε Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, το Πανεπιστήμιο της Γιούτα, και της Φιλαδέλφεια Μουσική Ακαδημία. Κατείχε μέχρι και την ημέρα που αποβίωσε τη θέση του καθηγητή σύνθεσης μεταξύ του προσωπικού, στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, όπου υπηρέτησε από το 1978. Επίσης οδηγούσε και διεξήγαγε τη νέα μουσική ορχήστρα Alea III, στην έδρα του στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης.
Ως μαέστρος, Θεόδωρος Αντωνίου έχει συνεργαστεί με ορχήστρες, μικρές και σύνολα, και τα μουσικά τους οργανισμούς σε όλο τον κόσμο. Έχει ασχοληθεί με πολλές μεγάλες ορχήστρες και μουσικά σύνολα, όπως τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστώνης Αίθουσα Παίκτες, το Ραδιόφωνο Ορχήστρες του Βερολίνου και του Παρισιού, το Βαυαρικό Ραδιόφωνο Ορχήστρα, ο συναυλιακός χώρος Tonhalle Orchestra (Ζυρίχη), η Εθνική λυρική σκηνή, και το Berkshire Κέντρο Μουσικής Ορχήστρας.
Ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2004, τιμήθηκε με το Βραβείο Herder από το Alfred Toepfer Stiftung F. V. S.