Το δεύτερο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου ταξίδεψα για επαγγελματικούς λόγους στο Μιλάνο. Τα κρούσματα ήταν δύο ή τρία και αυτά σε κάποια χωριά της Λομβαρδίας. Με το που πάτησα το πόδι μου στην, ομολογουμένως, όμορφη πόλη του Ιταλικού Βορρά, διαισθάνθηκα ότι κάτι δεν πάει καλά. Παρόλα αυτά έβλεπα τους Ιταλούς και τους χιλιάδες τουρίστες ανέμελους. Λες και δεν συνέβαινε τίποτα. H Duomo γεμάτη, τα μαγαζιά πήχτρα, άσε που ήταν και το Fashion Week! Προτίμησα να μην πολύ-κυκλοφορήσω. Κλείστηκα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου και οργάνωσα τα meeting μου.
Το επόμενο πρωί με έλουσε κρύος ιδρώτας. Τα κρούσματα είχαν πολλαπλασιαστεί. Τα ιταλικά ΜΜΕ μιλούσαν για δεκάδες που είχαν βρεθεί θετικοί στον κορωνοϊό. Χωρίς δεύτερη σκέψη, ακύρωσα όλες τις συναντήσεις, ζήτησα, ευγενικά συγγνώμη, τα μάζεψα και έφυγα! «Μα γιατί, δεν διατρέχετε κάποιο κίνδυνο!» ήταν τα λόγια της –ευγενέστατης- μάνατζερ του ξενοδοχείου όταν της ανακοίνωσα ότι δεν επιθυμώ να παραμείνω. «Μάλλον, δεν έχετε αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης», της απάντησα. Την ίδια στιγμή σκεφτόμουν από μέσα μου ότι «έχω οικογένεια και μικρά παιδιά, έχω γονείς και συγγενείς σε μεγάλη ηλικία. Δεν επιτρέπεται να τους εκθέσω στον όποιο κίνδυνο. Ακόμα και εάν ο φόβος μου ήταν παράλογος».
Το βράδυ της Παρασκευής λίγο πριν από το «κλείσιμο» της εφημερίδας έβλεπα και ξανά-έβλεπα το συγκλονιστικό ρεπορτάζ του Skynews που κατέγραψε την κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία του Μπέργκαμο. Είδα ανθρώπους όλων των ηλικιών να παρακαλάνε για λίγο… οξυγόνο! Ναι οξυγόνο! Πολλοί από αυτούς ενδεχομένως να μην αντέξουν. Θα αποχαιρετήσουν την οικογένειά τους διαδικτυακά! Μια βιντεοκλήση, ένα τηλέφωνο, ένα δάκρυ και μετά; Αντίο ζωή. Όπως πολύ σωστά είπε ο πρωθυπουργός στο διάγγελμά του η κατάσταση δεν είναι αστεία. Βιώνουμε έναν πόλεμο! Πρωτόγνωρο πόλεμο! Έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν αόρατο εχθρό. Και αυτό κάνει τη μάχη ακόμη πιο άνιση. Δεν θέλει πολύ μυαλό για να αντιληφθεί κάποιος ότι το μόνο μέσο πρόληψης (εκτός από τους στοιχειώδεις κανόνες ατομικής υγιεινής) είναι το να παραμείνουμε όσο περισσότερο μπορούμε στα σπίτια μας!
Τι μας ζητάνε στην τελική; Να μείνουμε σπίτι! Να απολαύσουμε την θαλπωρή του, να ζήσουμε περισσότερο χρόνο με τους δικούς μας, να γνωριστούμε καλύτερα με τον εαυτό μας, να προλάβουμε να κάνουμε όλα όσα αδυνατούσαμε λόγω του ξέφρενου ρυθμού ζωής στα αστικά κυρίως κέντρα. Να διαβάσουμε ένα βιβλίο, να παρακολουθήσουμε μια ωραία ταινία, να παίξουμε επιτραπέζια. Δεν μας ζητούν να πάμε στο… μέτωπο, ούτε κάτι άλλο εξωφρενικό. Μας ζητούν απλά να αυτοπεριοριστούμε για μερικές εβδομάδες. Έως ότου περάσει η λαίλαπα ή η επιστήμη κατορθώσει να δώσει ένα ηχηρό χαστούκι στον φονικό ιό.
Την Παρασκευή το βράδυ διάβαζα, με την ίδια προσοχή, και τα ρεπορτάζ σχετικά με την μεγάλη εξόρμηση αρκετών συμπολιτών μας σε βουνά και παραλίες. Γιατί ρε μάγκες; Ήταν ανάγκη; Συνέτρεχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος; Καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας γινόμουν δέκτης σε εφημερίδα και σε σάιτ δεκάδων καταγγελιών που αφορούσαν ηλικιωμένους, κυρίως, ανθρώπους, δηλαδή τις κατεξοχήν ευπαθείς ομάδες οι οποίοι σουλάτσαραν δεξιά και αριστερά λες και δεν συμβαίνει τίποτα! Κατανοώ ότι σε έναν ελεύθερο κόσμο είναι δύσκολο να επιβάλεις στον άλλον ακόμη και αυτό που επιτάσσει η λογική και η επιστήμη! Αλλά ας το δούμε αλλιώς.
Οι λύσεις είναι δυο: Είτε γράφουμε στα παλαιότερα των υποδημάτων μας όλα όσα μας λένε και συνεχίζουμε τη ζωούλα μας φτάνοντας σε ένα σημείο να μετράμε εκατοντάδες ή ακόμη και χιλιάδες θύματα ή συμμορφωνόμαστε , οχυρωνόμαστε και περιμένουμε καρτερικά την ύφεση της πανδημίας. Άλλη λύση δεν υπάρχει! Η αυτοκτονούμε ομαδικά ή κάνουμε τα πάντα, δηλαδή το εξής ένα για να προφυλαχθούμε: Μένουμε στο σπίτι.
Δεν μου αρέσει να κρύβομαι. Εδώ και αρκετές ημέρες μέσω του eReportaz.gr αλλά και της «ΜΠΑΜ» έχουμε αναδείξει την ανάγκη για επέκταση των τεστ ακόμη και σε ανθρώπους που παρουσιάζουν ελαφριά συμπτώματα. Τα αυστηρά κριτήρια και το δείγμα από νοσούντες που φτάνουν κοντά στο στάδιο της πνευμονίας δεν είναι ασφαλές γιατί αφενός δεν καταγράφει την αλήθεια και δεν προσδιορίζει τον «εχθρό» και αφετέρου δίνει το αίσθημα στον πολίτη ότι δεν κινδυνεύει. Είναι πασίδηλο ότι ΚΑΙ η χώρα μας όπως σχεδόν ολόκληρη η Ευρώπη έχει πρόβλημα με τα αντιδραστήρια και τα τεστ. Δεν φτάνουν για όλους! Σωστό. Όμως πρέπει κάτι να αλλάξουμε. Με χαροποίησε λοιπόν, ιδιαίτερα, η πρωτοβουλία κυβέρνησης και υπουργείου για κατ’ οίκον τεστ σε ανθρώπους που εμφανίζουν ύποπτα συμπτώματα. Όπως και η ανακοίνωση του ΕΟΔΥ (του εκπληκτικού κ. Τσιόδρα) ότι έχει ξεκινήσει συνεργασία με τα ερευνητικά κέντρα, Πανεπιστήμια και εργαστήρια.
Οι ημέρες που θα ακολουθήσουν θα είναι δύσκολες. Η επόμενη ημέρα δεν θα είναι σαν την προηγούμενη. Επιχειρήσεις, εταιρείες, ελεύθεροι επαγγελματίες, ο Τουρισμός, θα πληγούν ανεπανόρθωτα. Τα 10 δις που θα ρίξει η κυβέρνηση είναι μια αρχή. Εκτιμώ ότι θα χρειαστούν πολλά περισσότερα. Και ας μη γελιόμαστε. Αρκετοί ίσως να μην αντέξουν. Να λυγίσουν. Όμως αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι να θωρακίσουμε τη δυνατότητα κάθε πρωί να ανοίγουμε τα μάτια μας, να παίρνουμε μια βαθιά ανάσα και να βλέπουμε τους αγαπημένους μας, τους φίλους, τους συνεργάτες. Όλα τα άλλα θα γίνουν! Αρκεί να επιβιώσουμε. Και θα επιβιώσουμε, εάν πράξουμε τα αυτονόητα.
ΥΓ. Πριν δυο εβδομάδες (λίγοι-ελάχιστοι) έσπευσαν να μας χαρακτηρίσουν ως τρομολάγνους(!!!) ή υπερβολικούς επειδή αποφασίσαμε να προχωρήσουμε σε μια κοινωνική προσφορά: Να δώσουμε μάσκες στο αναγνωστικό κοινό. Παρατηρώ, μετά λύπης μου, ότι πλέον παίζεται ένα τρελό παιχνίδι αισχροκέρδειας. Το αυτονόητο προστατευτικό μέσο που οφείλουν να έχουν πρωτίστως οι ευπαθείς ομάδες και οι ήρωες του υγειονομικού συστήματος πωλείται σε τιμή-χρυσάφι από κάποιους αλήτες οι οποίοι θέλουν να αισχροκερδήσουν πάνω από φέρετρα. Θεωρώ ότι ο Άδωνις Γεωργιάδης οφείλει να παρέμβει ακόμη πιο δυναμικά.
ΥΓ2. Η «ΜΠΑΜ» αλλά και το eReportaz θα επανέλθει με παρόμοιες προσφορές. Είναι το αυτονόητο χρέος μας!