«Έωλα και αβάσιμα όσα καταγγέλονται»
Του Νίκου Νικολετάκη
Αθώοι του αίματος δηλώνουν στις απολογίες τους τα φερόμενα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης τα οποία εμπλέκονται στην υπόθεση των πλαστών ταυτοτήτων που κατέληγαν ακόμη και σε σκληρούς ποινικούς. Η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» αποκαλύπτει τους ισχυρισμούς των βασικών κατηγορουμένων οι οποίοι αρνήθηκαν τις κατηγορίες, μιλώντας τη «δική τους αλήθεια», η οποία, πάντως, δεν έπεισε ανακριτή και εισαγγελέα.
Υπενθυμίζεται ότι στις 30 Νοεμβρίου, σε συντονισμένες αστυνομικές επιχειρήσεις, συνελήφθησαν συνολικά 20 άτομα, μεταξύ των οποίων τα δύο φερόμενα ως ηγετικά στελέχη της οργάνωσης, εννέα αστυνομικοί, πολιτικός υπάλληλος, δικηγόρος, υπάλληλος ληξιαρχείου, πέντε ιδιώτες και ένας αλλοδαπός ως πελάτης του κυκλώματος.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για -κατά περίπτωση- εγκληματική οργάνωση, δωροδοκία υπαλλήλου, δωροληψία υπαλλήλου, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, πλαστογραφία, ψευδή βεβαίωση, νόθευση, και για παραβάσεις των νομοθεσιών για τη μετανάστευση, τα όπλα, τα ναρκωτικά, κ.ά.
Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης προέκυψε ότι το κύκλωμα είχε αναπτύξει ιεραρχικά δομημένο και πολύπλοκο δίκτυο συνεργατών, οι οποίοι υπό τις εντολές του διευθύνοντος της οργάνωσης δραστηριοποιούνταν στην έκδοση γνήσιων (τυπικά) δελτίων ταυτότητας και διαβατηρίων Έλληνα πολίτη, κυρίως σε αλλοδαπούς αλλά και σε ημεδαπούς, πολλές φορές με πλούσιο ποινικό παρελθόν.
Στις φυλακές
Ανάμεσά τους οι φερόμενοι ως «εγκέφαλοι» του κυκλώματος: Ο 61χρονος Δημήτρης Ευσταθιάδης, που φέρεται ότι σχεδίαζε και συντόνιζε τη δράση της οργάνωσης, αλλά και ο αστυνόμος Α΄ Γιώργος Μπέλλος, διοικητής Ασφαλείας του Α.Τ. Ασπροπύργου, που φέρεται να επικοινωνούσε με τον Ευσταθιάδη και να τον βοηθούσε στην έκδοση των ταυτοτήτων.
Προσωρινά κρατούμενοι κρίθηκαν επίσης μετά τις απολογίες τους ο θετός γιος του Ευσταθιάδη, η σύντροφος του αστυνομικού διοικητή Σοφία Συμεωνίδου, η οποία υπηρετούσε στο Τμήμα Ταυτοτήτων του Ασπροπύργου, μία υπάλληλος ληξιαρχείου και ένας άνδρας αλβανικής καταγωγής, ο οποίος φέρεται να είναι βασικό στέλεχος του κυκλώματος. Οι υπόλοιποι 14 συλληφθέντες αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.
Την παράνομη δράση του κυκλώματος, που από τον Απρίλιο του 2013 έως τον Ιανουάριο του 2021 εκτιμάται ότι απέφερε ποσό άνω των 5.000.000 ευρώ, είχε αποκαλύψει στις αστυνομικές Αρχές άτομο με τα αρχικά Α.Π. με τρεις ανώνυμες επιστολές. Σε αυτές είχε δώσει λεπτομέρειες για τη μεθοδολογία που ακολουθούσαν τα μέλη της οργάνωσης και τον τρόπο που άλλαζαν ταυτότητα και διαβατήριο αλλοδαποί βαρυποινίτες. Ο ίδιος ανέφερε με ονόματα μερικούς από τους εμπλεκομένους αλλά και συγκεκριμένα αστυνομικά τμήματα στα οποία γίνονταν οι παράνομες ελληνοποιήσεις.
Οι καταγγελίες αυτές κρίθηκαν από την αρχή ως βάσιμες και σοβαρές. Μετά από εισαγγελική εντολή ακολούθησε πολύμηνη παρακολούθηση των ατόμων που κατονομάζονταν ως εγκέφαλοι και μέλη του κυκλώματος.
Πελάτες της εγκληματικής οργάνωσης ήταν σκληροί κακοποιοί, αρκετοί από τους οποίους καταζητούνταν διεθνώς από τις Αρχές της Ρωσίας αλλά και της Γαλλίας.
Οι συνομιλίες
Από τις καταγεγραμμένες συνομιλίες προκύπτει ότι η μισή «ταρίφα» κατέληγε στους αστυνομικούς οι οποίοι έκαναν τη «βρώμικη δουλειά» ελέγχοντας μέσω των ειδικών εφαρμογών της ΕΛ.ΑΣ. το ποινικό παρελθόν των ανθρώπων, τα ονόματα των οποίων χρησιμοποιούσαν προκειμένου να «βαπτίσουν» και να «ασπρίσουν» σκληρούς ποινικούς κατηγορουμένους ακόμη και για ανθρωποκτονία, αλλά και εμπόρους ναρκωτικών.
Ο 61χρονος Ευσταθιάδης φέρεται ως ο επικεφαλής ενός καλοστημένου δικτύου το οποίο αποτελούνταν από άτομα της απολύτου εμπιστοσύνης του, αστυνομικούς και δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι, με τη σειρά τους, τον τροφοδοτούσαν με πληροφορίες και έγγραφα για να εξυπηρετεί τους «πελάτες» (σκληρούς ποινικούς, εμπόρους ναρκωτικών και κοπέλες που δούλευαν σε νυχτερινά μαγαζιά), από τους οποίους έπαιρνε 30.000 με 35.000 ευρώ προκειμένου να τους εκδώσει πλαστή ταυτότητα ή διαβατήριο. Ο ίδιος έχει πλούσιο ποινικό παρελθόν καθώς είχε κατηγορηθεί για απόπειρα κλοπής, απάτη, νομοθεσία περί επιταγών, ενώ το 2019 είχε συλληφθεί από το Τμήμα Ασφαλείας Βύρωνα για «ψευδή ανωμοτί κατάθεση».
Ο Ευσταθιάδης, το 2017, είχε εμφανιστεί σε τηλεοπτικές εκπομπές αναζητώντας τη 18χρονη τότε κόρη του Ελένη, που είχε εξαφανιστεί, αποδίδοντας μάλιστα την εξαφάνισή της στην αφγανική μαφία. Μέχρι και σήμερα η κοπέλα δεν έχει επιστρέψει στο σπίτι της. Πλέον, οι Αρχές εξετάζουν τυχόν σχέση ανάμεσα στην εξαφάνιση της κόρης του φερόμενου ως αρχηγού του κυκλώματος με τις δραστηριότητές του στο κύκλωμα των πλαστών
ταυτοτήτων.
Οι απολογίες
Από την πλευρά του ο Δημήτρης Ευσταθιάδης αρνείται τον ρόλο που του αποδίδεται.
«Αρνούμαι τις αποδιδόμενες σε εμένα κατηγορίες πλην της περίπτωσης του συγκατηγορουμένου μου Μ.Δ. φερόμενου με στοιχεία στη δικογραφία σας… (υπήκοο Αλβανίας) τον οποίο γνώριζα ως Μ…» αναφέρει μεταξύ άλλων. Όπως είπε ο συγκεκριμένος άνδρας του ζήτησε ως εξυπηρέτηση να παρουσιαστεί ως μάρτυρας ταυτοπροσωπίας στο Α.Τ. Βύρωνα προκειμένου να λάβει πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης για να εκδώσει ταυτότητα με τα στοιχεία Μ.Δ. Ο Ευσταθιάδης ομολόγησε ότι βρήκε άτομο στον «γνωστό του» για να αγοράσει πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης και να εκδώσει ταυτότητα.
Σε ερώτηση της ανακρίτριας από πού αγόρασε το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, ο 61χρονος είπε ότι το προμηθεύτηκε από άγνωστο άτομο στην Ομόνοια, «όπου ό,τι χρειαστείς μπορείς να τα βρεις εκεί». Όταν τον ρώτησε η ανακρίτρια τι τον χρειαζόταν ο 43χρονος, αφού μπορούσε μόνος του να βρει το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης στην Ομόνοια, ο Ευσταθιάδης αποκρίθηκε ότι τον χρειαζόταν καθώς ήθελε μάρτυρα για την ταυτοπροσωπία, που να έχει ελληνική ταυτότητα και να μιλάει τη γλώσσα μας.
Ο ίδιος είπε ότι ο Μ… του έδωσε 5.000 ευρώ κι αυτός έδωσε 200 ευρώ στο άτομο που έφτιαξε το έγγραφο. Ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» του κυκλώματος είπε ότι δεν θυμόταν από πού γνώριζε τον 43χρονο Αλβανό: «Μιλούσε καλά ελληνικά, μου είπε ότι είναι από τη Σοβιετική Ένωση, είμαι κι εγώ από εκεί και έτσι γνωριστήκαμε. Δεν ήξερα ότι ήταν φυγόποινος και φυγόδικος, μετά τα έμαθα».
Ο 61χρονος είπε ότι ο συγκεκριμένος άνδρας τον ξαναβρήκε φέτος: «Μου είπε ότι έχασε την ταυτότητα και έπρεπε να βγάλει καινούργια, όμως εγώ αρνήθηκα να τον βοηθήσω γιατί με κάλεσαν στο τμήμα και μου είπαν ότι δεν ήταν αυτός που έλεγε ότι είναι, στην πορεία όμως δέχθηκα γιατί είχα οικονομικές δυσκολίες και προβλήματα υγείας». Όπως ανέφερε, «βρήκε στον Μ… ένα χαρτί με τα στοιχεία Σ.Σ. από την Ομόνοια». «Μου έδωσε 15.000 ευρώ και σε αυτόν που έφτιαξε το χαρτί έδωσα 500 ευρώ. Από τότε δεν το ξαναείδα, τον είδα τώρα που ήταν κρατούμενος» συμπλήρωσε.
Ερωτώμενος αν ξέρει άλλους από τους συγκατηγορουμένους του, απάντησε ότι γνωρίζει: «Τον Τ…, τον Μ… που καταγόμαστε από τα ίδια μέρη, τον θετό μου γιο, τον Τα… που είναι από τα μέρη μου, τον Γιώργο Μπέλλο και τον Γ… Τον Μπέλλο τον ξέρω γιατί κάποια στιγμή χρειαζόμουν τη βοήθεια της Αστυνομίας για την ανεύρεση της κόρης μου που είχε εξαφανιστεί και ο Μπέλλος υπηρετούσε τότε στα Λιόσια, και τον Γ… επειδή είχα κάνει δήλωση κλοπής για το αυτοκίνητό μου. Ξέρω και την Ε.Μ. από τον Δήμο Μενιδίου όπου εργάζεται και με ρώτησε αν βρήκα την κόρη μου που την έψαχνα και επειδή στον Δήμο αυτό έχω την οικογενειακή μου μερίδα, κάποια στιγμή της ζήτησα μια εξυπηρέτηση για έναν Σ… που δεν έμενε στο Μενίδι και του ήταν δύσκολο να κάνει την αίτηση».
Ολοκληρώνοντας την απολογία του ο 61χρονος είπε ότι έχει προβλήματα υγείας (υπέστη τρία οξεία εμφράγματα), έχει οικονομική δυσκολία και δεν μπορεί να εργαστεί, παίρνει 310 ευρώ επίδομα αναπηρίας από το κράτος, ενώ έχει από 75% αναπηρία. «Έχω θέματα με την κόρη μου που έχει ένα παιδάκι που το έχει σε ίδρυμα επειδή είναι εξαρτημένη από τις ναρκωτικές ουσίες και παρακαλώ να αφήσετε ελεύθερο τον γιο μου ώστε να βοηθήσει την αδελφή του. Παλιά είχα καφετέρια στο Μενίδι – πριν τα προβλήματα υγείας. Εγώ είμαι ηλεκτρολόγος στο επάγγελμα και όπου βρίσκω κάνω μεροκάματα» κατέληξε.
Ο «β΄ αρχηγός»
Ο Π.Μ. θεωρείται, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ότι μαζί με τον Ευσταθιάδη διηύθυναν ως αρχηγοί την εγκληματική οργάνωση. Από ένα σημείο και μετά φέρονται ότι «τα έσπασαν» και ο καθένας έστησε το δικό του «παραμάγαζο». Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες: «Η εμπλοκή μου στην παρούσα υπόθεση οφείλεται σε έωλες, σαθρές και αυθαίρετες εκτιμήσεις και πιθανολογήσεις των διωκτικών οργάνων, ως αυτές αποτυπώθηκαν στις εκθέσεις ανάλυσης των παρανόμως απομαγνητοφωνημένων συνομιλιών, που είναι προϊόν συρραφής». Τόνισε ότι ουδεμία σχέση έχει με παράνομα κυκλώματα που δραστηριοποιούνται στην παρασκευή πλαστών ταυτοτήτων ή διαβατηρίων έναντι αμοιβής, ούτε και κατέθεσε ποτέ οποιαδήποτε αίτηση για την παράνομη νομιμοποίηση αλλοδαπών, ούτε και προέκυψε όποιο επιβαρυντικό στοιχείο εις βάρος του.
Ο ίδιος κάνει αναφορά στο διαβιβαστικό της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων, το οποίο αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ήδη από το 2019 είχα αποχωρήσει από την υποτιθέμενη οργάνωση (στην οποία ποτέ φυσικά δεν συμμετείχα) λόγω ρήξης που επήλθε στις σχέσεις μου με τον Ευσταθιάδη Δημήτριο, το οποίο, όπως γίνεται ρητή μνεία, επιβεβαιώνεται από την έρευνα της Υπηρεσίας καθότι δεν προέκυψαν οποιεσδήποτε επαφές, είτε τηλεφωνικές, είτε διά ζώσης κατά τη διάρκεια της έρευνας…».
Σε ερώτηση της ανακρίτριας γιατί είχε ταυτότητα και διαβατήριο με στοιχεία Α.Π. είπε:
«Επειδή είχα μια δίκη στη Δημοκρατία του Καζακστάν σχετικά με την περιουσία μου και ήθελα να παρευρεθώ, αλλά δεν μπορούσα να εξέλθω από τη χώρα (Ελλάδα) λόγω περιοριστικών όρων που μου είχαν επιβληθεί για προηγούμενη υπόθεση που ήμουν κατηγορούμενος σχετικά με μαστροπεία στην οποία και αθωώθηκα, αναγκάστηκα να πάρω τα ανωτέρω, ήτοι ταυτότητα και διαβατήριο, από το Τμήμα Παγκρατίου παρουσιάζοντας πιστοποιητικά γέννησης που μου τα χορήγησε ένας γνωστός μου, ο Κ.Κ., ο οποίος τα είχε πάρει από τον πραγματικό Α.Π.».
Ο ίδιος είπε πως είναι άνεργος και βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση καθώς χρωστάει χρήματα σε τρεις τράπεζες. Τόνισε μάλιστα ότι αδυνατεί να βγει από το σπίτι του παρά μόνο για ιατρικούς λόγους καθώς πάσχει από στένωση καρωτίδων, ενώ νόσησε και από κορωνοϊό.
Ο Π.Μ. τόνισε ότι έχει κηρυχθεί αμετάκλητα αθώος για τις παλαιές κατηγορίες της σωματεμπορίας και της μαστροπείας.
Ο διοικητής Γ.Μπέλλος σε βασικό ρόλο της οργάνωσης
Βασικό ρόλο στη λειτουργία του κυκλώματος φέρεται, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ότι διαδραμάτιζε ο διοικητής του Τμήματος Ασφαλείας Ασπροπύργου, Γιώργος Μπέλλος, στο γραφείο του οποίου βρέθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Στην απολογία του αρνήθηκε τις κατηγορίες.
Η ανακρίτρια τον ρώτησε γιατί είπε στους αστυνομικούς ότι το χρηματοκιβώτιο που βρέθηκαν τα 320.000 ευρώ περιέχει μόνο έγγραφα και το υπηρεσιακό του όπλο, ενώ δεν το άνοιξε και χρειάστηκε ειδικός κλειδαράς.
Ο ίδιος απάντησε: «Ήρθαν πρώτα στο σπίτι μου και έκαναν την έρευνα και μετά ήρθαν στο γραφείο μου. Εγώ κατάλαβα ότι με ρώτησαν μόνο πού είναι το υπηρεσιακό μου όπλο, δεν κατάλαβα να μου έχει τεθεί η ερώτηση γενικότερα για το περιεχόμενο του χρηματοκιβωτίου. Από την εμπειρία μου καταλάβαινα ότι θα ανοίξει το χρηματοκιβώτιο, θα ήταν ανόητο να αποκρύψω κάτι, αν το αντιλαμβανόμουν θα απαντούσα. Δεν μπορούσα να ανοίξω το χρηματοκιβώτιο γιατί είχε μπλοκάρει τις τελευταίες περίπου 20 ημέρες και δεν μπορούσα να το ανοίξω και είχα σκοπό να καλέσω κάποιον ειδικό να μου το ανοίξει, αλλά δεν πρόλαβα να το κάνω λόγω φόρτου εργασίας».
Ερωτώμενος για τα 320.000 ευρώ που βρέθηκαν στο χρηματοκιβώτιο είπε ότι τα χρήματα αυτά προέρχονταν από τον θείο του, αδελφό της μητέρας του, ο οποίος προέβη σε άτυπη δωρεά αιτία θανάτου. «Ήταν άτεκνος, εύπορος και επειδή τα τελευταία χρόνια της ζωής του διεγνώσθη με καρκίνο και τον φρόντισα και τον φιλοξένησα στο σπίτι μου για 2,5 χρόνια, μου άφησε αυτά τα χρήματα. Μάλιστα όταν διεγνώσθη με καρκίνο τον απέτρεψα από το να αυτοκτονήσει. Τα χρήματα τα τοποθέτησα στο χρηματοκιβώτιο θεωρώντας το σημείο ασφαλές λόγω της εγκληματικότητας της περιοχής και επειδή μέχρι το τέλος του θείου μου μπορεί να χρειάζονταν μετρητά για την υγεία του, τα κράτησα εκεί. Ερώτηση: Από τον θάνατο του θείου σας, στα τέλη Μαρτίου 2021, γιατί συνεχίσατε να διατηρείτε το ποσό αυτό στο χρηματοκιβώτιο του γραφείου σας;
Απάντηση: «Περίμενα να έρθει η επόμενη φορολογική χρονιά, θα τα δήλωνα και μετά είχα σκοπό με τα χρήματα αυτά να αγοράσω ένα σπίτι για την οικογένειά μου.
Αν ήταν από κάποια παράνομη δοσοληψία, αποκλείεται να κρατούσα τα χρήματα στο χρηματοκιβώτιο στο Τμήμα Ασφαλείας. Οκτώ μήνες, όπως φαίνεται από τη δικογραφία, με παρακολουθούσαν και δεν βρήκαν να έχω πάρει χρήματα ή να έχω κάνει κάποια παράνομη δραστηριότητα».
Στο απολογητικό του υπόμνημα μεταξύ άλλων αναφέρει: «Κατά το διάστημα της υπηρεσίας μου από το 2018 μέχρι σήμερα εκδόθηκαν παρατύπως στο τμήμα μου, προφανώς επειδή διέλαθαν της προσοχής και λόγω των κενών της όλης διαδικασίας, μόλις οκτώ ταυτότητες. Τι σχέση μπορεί να έχω εγώ με τις 200 ταυτότητες του κατηγορητηρίου και από ποιο στοιχείο προκύπτει η σχέση αυτή. Από κανένα!».
Ο θετός γιος
Ο Κ.Κ., 24 ετών, θετός γιος του φερόμενου ως διευθυντή της εγκληματικής οργάνωσης Ευσταθιάδη, κατηγορείται από τις Αρχές ότι αποτελεί τον άμεσο συνεργάτη του. Όπως αναφέρει η δικογραφία, «χαρακτηριστικό της σημαντικότητας του ρόλου και της πολυδιάστατης δράσης του αποτελεί το γεγονός ότι από την έως τώρα έρευνα προέκυψε να συμμετέχει και ο ίδιος σε συναντήσεις με ‘‘πελάτες’’, οι οποίοι ήθελαν να προμηθευτούν δελτίο ταυτότητας. Φέρεται ακόμα ότι αναλάμβανε την παραλαβή εγγράφων και χρημάτων για λογαριασμό της οργάνωσης, ενώ κατηγορείται ότι σε κάποιες περιπτώσεις είχε και ο ίδιος άμεση συμμετοχή κατά την έκδοση δελτίων ταυτότητας είτε ως μάρτυρας ταυτοπροσωπίας είτε δίνοντας τηλέφωνο επικοινωνίας».
Στην απολογία του αρνήθηκε τις κατηγορίες. Ερωτώμενος για τον θετό πατέρα του είπε ότι «είναι ανάπηρος, παίρνει επίδομα αναπηρίας και επίσης παίρνει σύνταξη». «Επειδή απλά είναι ο θετός πατέρας μου, τον μεταφέρω με το αυτοκίνητό μου, όπου θέλει να πάει, χωρίς να ξέρω τι δουλειές έχει να κάνει». Ο ίδιος ανέφερε ότι μόνο μία φορά έχει πάει ως μάρτυρας ταυτοπροσωπίας για την έκδοση ταυτότητας.
Η υπάλληλος του ληξιαρχείου
Καθοριστική σημασία στη λειτουργία του κυκλώματος θεωρείται ότι έπαιζε η 49χρονη υπάλληλος του Ληξιαρχείου Αχαρνών, η οποία προφυλακίστηκε. Λόγω της ιδιότητάς της και εκμεταλλευόμενη τις γνωριμίες της μέσα στην υπηρεσία της φερεται ότι εξασφάλιζε τα απαραίτητα πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης.
Η Ε.Μ. απολογούμενη αρνήθηκε τις κατηγορίες σε βάρος της. «Ποτέ δεν έχω δεχθεί στην υπηρεσία μου κανένα δώρο από κανέναν πολίτη και ούτε από τους δήθεν
συγκατηγορουμένους μου προκειμένου να τους χορηγήσω τα πιστοποιητικά που εκδίδονται από την υπηρεσία μου. Δεν έχω ιδέα πώς έχω εμπλακεί σε αυτή την υπόθεση. Δεν έχει βρεθεί κανένα χρηματικό ποσό στο σπίτι μου, ούτε και στους τραπεζικούς μας λογαριασμούς και ο σύζυγός μου είναι οδηγός».
Αναφερόμενη στην τηλεφωνική της επικοινωνία με τον φερόμενο ως εγκέφαλο της οργάνωσης είπε: «Δεν τη θυμάμαι καθόλου, πολύ πιθανόν να του είχα δώσει τον αριθμό του τηλεφώνου μου λόγω κάποιου αιτήματος που είχε κάνει στην υπηρεσία μου».
Μιλώντας για τη συνάντησή της με τον βασικό κατηγορούμενο έξω από τον Δήμο Αχαρνών στις 31.8.2021, τη χαρακτήρισε «κάτι σύνηθες αφού λόγω της COVID η εξυπηρέτηση στους πολίτες και αιτούντες πιστοποιητικά γίνεται είτε από το παράθυρο είτε στην πόρτα. Όσον αφορά κάποιο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Σ…, δεν το θυμάμαι γιατί δεν εκδίδω εγώ πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης, αυτά τα εκδίδει η υπηρεσία του Δημοτολογίου. Πιθανώς να εξυπηρέτησα την υπάλληλο του Δημοτολογίου και να το έδωσα εγώ και είναι κάτι σύνηθες αυτό, που συμβαίνει στην υπηρεσία». Μιλώντας για τις τηλεφωνικές επικοινωνίες που έγιναν στις 15.9.2021 με τον Ευσταθιάδη, στις οποίες του ζητά να μην έρθει στο σπίτι να παραλάβει τα έγγραφα, αλλά να συναντηθούν κοντά σε αυτό, είπε ότι εννοούσε να έρθει στην υπηρεσία, γιατί πολλοί πολίτες ζητούν πολλά και διάφορα πράγματα για να εξυπηρετηθούν.
Δικηγόρος Δ. Ευσταθιάδη και του θετού γιου του Κ.Κ.
«Οι δύο εντολείς μου κρίθηκαν προφυλακιστέοι βάσει του υπάρχοντος προανακριτικού υλικού παρέχοντας σαφείς εξηγήσεις και απαντήσεις στην ειδική ανακρίτρια που τους ανέκρινε. Η ανακριτική έρευνα θα πρέπει να προβεί στην περαιτέρω διερεύνηση όλων των στοιχείων της δικογραφίας προκειμένου οι κατηγορούμενοι να κριθούν στο μέλλον στα πλαίσια μιας δίκαιης δίκης και αναλογικά με βάση τον βαθμό εμπλοκής τους, εφόσον βέβαια υφίσταται αυτή η εμπλοκή».