Αρχές καλοκαιριού του 2012. Στη βελγική κωμόπολη Ούπεν, λίγα χιλιόμετρα από τα γερμανικά σύνορα, ένα γκρουπ εκπροσώπων της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ συναντήθηκε με τους ιδιοκτήτες της τοπικής ομάδας με σκοπό… να την αγοράσουν. Η συναλλαγή ολοκληρώθηκε χωρίς δυσκολίες και η άσημη ΚΑΣ Ούπεν, ομάδα δεύτερης κατηγορίας, πέρασε σε αραβικά χέρια. Για να καταλάβουμε το σκεπτικό πίσω από αυτήν την, φαινομενικά, ακατανόητη επένδυση, αρκεί να εξηγήσουμε τι είναι και πώς λειτουργεί το ποδοσφαιρικό πρότζεκτ «Aspire Football Dreams».
Ενα εξελιγμένο δίκτυο σκάουτερ εντοπίζει μικρά ταλαντούχα παιδιά από όλο τον κόσμο, τα οποία συγκεντρώνονται σε δύο ακαδημίες, στο Κατάρ και στη Σενεγάλη. Από τους χιλιάδες εκκολαπτόμενους ποδοσφαιριστές που περνούν τη διαδικασία κάποιοι ξεχωρίζουν και, όταν πια μεγαλώσουν, χρειάζεται να δοκιμαστούν με πραγματικούς αντιπάλους, σε έναν σύλλογο ευρωπαϊκών προδιαγραφών, σε επαγγελματικό περιβάλλον. Σε μια ομάδα μακριά από τη δημοσιότητα που θα μπορεί να λειτουργήσει ως «πειραματόζωο» – όπως η Ούπεν.
Σύμφωνα με τους ανθρώπους του πρότζεκτ, στόχος είναι η «δημιουργία της καλύτερης ακαδημίας στον κόσμο μέχρι το 2020» – ήδη το ρόστερ της Ούπεν είναι γεμάτο από πιτσιρικάδες από την Αφρική και την Ασία. Η περίεργη ιστορία της βελγικής ομάδας είναι ίσως το λιγότερο γνωστό από τα πολλά κεφάλαια της «εισβολής» των Αράβων στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.
Μια «μόδα» που κορυφώθηκε με την αγορά της Μάντσεστερ Σίτι από τους σεΐχηδες του Αμπου Ντάμπι και της Παρί από τη βασιλική οικογένεια του Κατάρ, περιπτώσεις βέβαια που κρίνονται επιτυχημένες, με τις δύο ομάδες να αλλάζουν επίπεδο: μόνο για μεταγραφές οι Αραβες έχουν ξοδέψει 925 εκατ. ευρώ σε επτά σεζόν στη Σίτι και 490 σε τέσσερις σεζόν για την Παρί. Αλλού, πάντως, η εμπλοκή τους δεν υπήρξε αντίστοιχα ευεργετική, όπως στη Μάλαγα όπου το πείραμα του σεΐχη Αμπντουλάχ Αλ Θανί εξελίχθηκε σε μια «φούσκα» στην κοσμοπολίτικη Ανδαλουσία.
Το γκρουπ του Αμπου Ντάμπι δραστηριοποιείται πλέον και εκτός Ευρώπης, δημιουργώντας μια νέα ομάδα στις ΗΠΑ (New York City FC) και αγοράζοντας την αυστραλέζικη Melbourne City FC και την ιαπωνική Yokohama F. Marinos.
Οι φανέλες και το Μουντιάλ
Το ενδιαφέρον όμως των Αράβων δεν περιορίζεται στην αγορά συλλόγων. Θυμίζουμε ότι το γήπεδο της Σίτι πήρε το όνομά του από την Etihad Airways (μετά τη δεκαετή συμφωνία που της απέφερε 508 εκατ. λίρες), ενώ πριν από δέκα χρόνια το νεόκτιστο γήπεδο της Αρσεναλ ονομάστηκε Emirates, από την αεροπορική εταιρεία του Ντουμπάι, αν και η συμφωνία ήταν πολύ χαμηλότερη: 114 εκατ. λίρες για 15 χρόνια. Επίσης, το σλόγκαν «Fly Emirates» βρίσκεται και στη φανέλα της λονδρέζικης ομάδας, όπως επίσης στις Παρί, Μίλαν και Ρεάλ Μαδρίτης. Πριν από λίγες ημέρες, μάλιστα, οι Μαδριλένοι δέχτηκαν να αφαιρέσουν το σταυρό που κοσμούσε το στέμμα στο σήμα της ομάδας, προκειμένου να ολοκληρωθεί μια εμπορική συμφωνία με την Εθνική Τράπεζα του Αμπου Ντάμπι. Οσο για την Μπαρτσελόνα, η οποία εγκατέλειψε προ ετών τη ρομαντική συνήθεια να μη «λερώνει» τη φανέλα της με χορηγούς, πλέον στην εμφάνισή της υπάρχει διαφήμιση της Qatar Airways, στο πλαίσιο μιας πενταετούς συμφωνίας 170 εκατ. ευρώ.
Το πιο σημαντικό βήμα, πάντως, των Αράβων για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στο ποδόσφαιρο έγινε με την ανάληψη του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022. Για ένα μήνα το Κατάρ θα είναι το κέντρο του ποδοσφαιρικού κόσμου και η εθνική ομάδα της χώρας (σήμερα 88η στην κατάταξη της FIFA) θα πάρει για πρώτη φορά μέρος σε μια τέτοια διοργάνωση. Ενδεχομένως, η απόπειρα δημιουργίας μιας υπερσύγχρονης ακαδημίας μέσω του «Aspire Football Dreams» να αποσκοπεί στην αναζήτηση ταλέντων που θα ενισχύσουν την Εθνική τους το 2022, ακόμη κι αν χρειαστεί να πάρουν την υπηκοότητα του Κατάρ.
Ωστόσο, σύμφωνα με καταγγελίες και δημοσιεύματα από τον διεθνή Τύπο, το Μουντιάλ κατέληξε στο Κατάρ μετά τη δωροδοκία τεσσάρων μελών της επιτροπής της FIFA. Ακολούθησε μια διετής έρευνα, η οποία ολοκληρώθηκε χωρίς να προκύψουν επαρκή ενοχοποιητικά στοιχεία, και έτσι η διοργάνωση δεν θα αλλάξει οικοδεσπότη. Οι αγώνες μάλιστα θα γίνουν, όπως όλα δείχνουν, μέσα στο χειμώνα, καθώς λόγω των καιρικών συνθηκών θα ήταν αδύνατη η διεξαγωγή τους το καλοκαίρι.
Εν τω μεταξύ, ο Μοχάμεντ μπιν Χαμάμ, πρώην πρόεδρος της Ασιατικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, κατηγορήθηκε επίσης ότι δωροδόκησε 25 άτομα για να τον υποστηρίξουν στην προσπάθειά του να διαδεχτεί τον Μπλάτερ στην προεδρία της FIFA. Το αποτέλεσμα ήταν ο ισχυρός παράγοντας του Κατάρ να αποσύρει τελικά την υποψηφιότητά του.
Γιατί γίνονται όλα αυτά;
Ολος αυτός ο θόρυβος προκάλεσε έναν έντονο προβληματισμό στην κοινή γνώμη που βλέπει μια ομάδα οικονομικά πανίσχυρων ανθρώπων να παίρνουν σταδιακά το ποδόσφαιρο υπό τον έλεγχό τους. Προκύπτει, λοιπόν, εύλογα το ερώτημα γιατί συμβαίνουν όλα αυτά. Γιατί οι Αραβες επενδύουν με τέτοιο ζήλο στο ποδόσφαιρο; Επειδή τους αρέσει το σπορ; Ισχύει κι αυτό. Ο σεΐχης Γιασίμ μπιν Χαμάντ, πρόεδρος μεταξύ άλλων της ακαδημίας Aspire, θεωρείται φανατικός ποδοσφαιρόφιλος.
Αλλά προφανώς δεν είναι αυτός ο βασικός λόγος. Ούτε πρόκειται για μια κερδοφόρα επιχείρηση. Στις ομάδες που έχουν αγοράσει οι Αραβες έχουν ήδη επενδύσει τόσα χρήματα, που είναι αμφίβολο αν ποτέ θα τα πάρουν πίσω. Την καλύτερη απάντηση τη βρίσκουμε διαβάζοντας το επίσημο πρόγραμμα του Κατάρ, το «εθνικό όραμα» που θα ολοκληρωθεί το 2030 και προβλέπει ανάπτυξη σε όλους τους τομείς. Ενας από αυτούς είναι και ο αθλητισμός. Επενδύοντας λοιπόν στο ποδόσφαιρο, οι άνθρωποι του Κατάρ αλλά και του Αμπου Ντάμπι και των λοιπών αραβικών χωρών διαμορφώνουν την εικόνα της επόμενης μέρας, την εικόνα μιας μοντέρνας και ισχυρής περιοχής που μπορεί και θέλει να έχει άμεση σχέση με τη Δύση.
Πηγή: Καθημερινή