Με μία μακροσκελή δήλωση ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, εν μέσω της έντονης φημολογίας για τη δημιουργία νέου κόμματος, τοποθετείται για τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις.
Yπέρ της εκλογής Προέδρου από την παρούσα Βουλή τάσσεται ο Γ. ΠαπανδρέουO κ. Παπανδρέου τάσσεται υπέρ της εκλογής Προέδρου από την παρούσα Βουλή, κατά της διενέργειας εθνικών εκλογών, ζητεί τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης και τονίζει ότι «αν η ανευθυνότητα οδηγήσει τη χώρα σε εθνικές εκλογές, καλούμαστε όλοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας», προαναγγέλλοντας κατά αυτόν τον τρόπο την ανάληψη πρωτοβουλίας για νέο κόμμα.
Η δήλωσή του διενεμήθη κατά τη διάρκεια της ομιλίας του προέδρου της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά στην κοινοβουλευτική του ομάδα.
Με μια λακωνική ανακοίνωση 46 λέξεων θέλησε να απαντήσει το ΠΑΣΟΚ στην μακροσκελή ανακοίνωση τουΓιώργου Παπανδρέου στην οποία ο πρώην προαναγγέλλει τη δημιουργία κόμματος σε περίπτωση που δεν εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας και κατηγορεί ευθέως τον Ευάγγελο Βενιζέλο ότι δεν κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.
Στην ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ επισημαίνεται ότι ο πρωην πρωθυπουργός προκαλεί «πολιτική σύγχυση και αβεβαιότητα τόσο πριν όσο και μετά την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας» στην οποία το κόμμα θα αντιταχθεί.
Και η δήλωση καταλήγει με μια αναφορά που θα μπορούσε να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως :«Όλοι θα ανταποκριθούμε συνεπώς στο χρέος μας. Αρκεί να το θυμόμαστε και να το υπολογίζουμε σωστά».
Αναλυτικά η δήλωσή του Γιώργου Παπανδρέου:
Οι περιστάσεις επιβάλλουν σε όλους μας, σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις, να μιλήσουμε με καθαρό λόγο.
Η χώρα μας σήμερα βρίσκεται ξανά στην δίνη μιας κρίσης.
Κρίση αξιοπιστίας. Κρίση που καλλιεργεί νέα ερωτηματικά στους εταίρους μας.
Δεν θα έπρεπε.
Είναι κρίση που επαναφέρει συζητήσεις στις διεθνείς αγορές για Grexit και χρεοκοπία.
Η κρίση αυτή, απειλεί να υπονομεύσει την ανεπανάληπτη προσπάθεια που έκανε ο Ελληνικός λαός τα τελευταία χρόνια.
Και αυτό, είναι και άδικο και απαράδεκτο.
Γιατί η χώρα μας, με θυσίες, κόπο και προσπάθειες που ξεκίνησαν από τις αρχές του 2010, κατάφερε να κάνει τη μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή στην ιστορία των χωρών του ΟΟΣΑ, αλλά και να πρωτεύσει – από τότε – σε ρυθμό μεταρρυθμίσεων.
Όμως, όπως λέω πάντα, τα ελλείμματα που περιορίσαμε δραστικά, δεν ήταν παρά το σύμπτωμα μιας βαθύτερης κρίσης.
Κρίση Δημοκρατίας.
Κρίση ενός πελατειακού συστήματος. Ενός κράτους και ενός οικονομικού, μιντιακού και πολιτικού κατεστημένου, που πολλαπλασίαζε αδικίες αντί να προωθεί αξίες, στήριζε τον παρασιτισμό αντί της παραγωγικής Ελλάδας, σπαταλούσε ή επέτρεπε κάποιοι να ιδιοποιούνται πόρους και χρήματα του Ελληνικού λαού αντί να τα διαχειρίζεται με διαφάνεια υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Επένδυε στην διατήρηση της εξουσίας, αντί της υγιούς και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας μας.
Κρίση ενός πελατειακού συστήματος, που διατηρούσε την εξουσία κρατώντας τον Έλληνα και την Ελληνίδα όμηρους μέσα από εξαρτήσεις και δουλείες. Ενός συστήματος που και σήμερα θέλει συνειδήσεις εξαγορασμένες ή φοβισμένες από τις κατεστημένες δυνάμεις της χώρας.
Αυτές οι δυνάμεις και οι δομές που επέβαλαν, αποτέλεσαν και αποτελούν το εμπόδιο για να πάει η χώρα μπροστά, να ανθίσουν οι υγιείς πρωτοβουλίες, να αξιοποιηθεί ο ανθρώπινος και φυσικός της πλούτος για το κοινό καλό. Να αναδείξει ό,τι καλύτερο διαθέτει ο Ελληνισμός.
Αυτές οι δυνάμεις, οι πρακτικές και οι δομές, έφεραν τα ελλείμματα και τελικά την εξάρτηση.
Αυτές ευθύνονται που μας οδήγησαν να έχουμε την ανάγκη ενός μνημονίου, που πράγματι, αποτελεί μια επώδυνη μετάβαση.
Και οι εταίροι μας έχουν σημαντικές ευθύνες, για το γεγονός ότι, το κόστος αυτής της μετάβασης ήταν και είναι τόσο οδυνηρό.
Αλλά όσο και εάν θέλουμε να ασκήσουμε δικαιολογημένη κριτική στους εταίρους μας ή στην δύναμη των διεθνών αγορών, ευθύνη δικιά μας ήταν και είναι να κάνουμε την Ελλάδα ισχυρή.
Να στέκεται στα δικά της πόδια, με τις δικές της δυνάμεις, ώστε να μην είναι εξαρτημένη και εκτεθειμένη στις βουλήσεις των διεθνών αγορών ή τις υπερβολικές απαιτήσεις των εταίρων.
Η ηγεσία της κυβέρνησης – αφού η κυβέρνηση ούτε συνεδριάζει, ούτε αποφασίζει, έκανε τις επιλογές της και ανακοίνωσε τις αποφάσεις της. Αποφάσεις, που ήρθαν σαν φυσική συνέχεια των επιλογών επί τη βάση των οποίων διαπραγματεύτηκε με τους εταίρους μας, αυτήν την τελευταία περίοδο, αλλά και της συνολικότερης στάσης της, που ουσιαστικά συνιστά αποδοχή δύο αδιέξοδων παραγόντων:
Πρώτον. Του – στα όρια του γραφικού – “ανταγωνισμού” Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης σε αντιμνημονιακή ρητορεία, με εύκολα λόγια.
Δεύτερον, συνακόλουθο του πρώτου. Της πρωτοφανούς απουσίας, Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης, από το μέτωπο αντιμετώπισης των βαθύτερων αιτιών, που μας οδήγησαν στην κρίση και στα πρόθυρα μιας εθνικής τραγωδίας, κρυπτόμενες και οι δύο πίσω από αντιμνημονιακές ιαχές.
Η κρίση σήμερα, έρχεται ως αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο πολιτεύτηκαν μέχρι τώρα και οι δύο πλευρές, καθώς βρέθηκαν μακράν της αδήριτης ανάγκης να συγκρουστούν με τις πελατειακές αντιλήψεις, νοοτροπίες και συμπεριφορές, που αποτελούν την πηγή των δεινών που ταλανίζουν τη χώρα και τον Ελληνικό λαό.
Δηλαδή, με όσα, κατά κύριο λόγο, ευθύνονται για τις τραγικές συνέπειες της κρίσης, που βιώνουν οι Έλληνες και πληρώνουν δυσανάλογα οι πιο αδύναμοι και οι μονίμως εγκαλούμενοι – αλλά και μονίμως συνεισφέροντες στα δημόσια οικονομικά.
Και σήμερα με τα διλήμματα που και οι δύο θέτουν, της προεδρικής εκλογής ή μη, των εκλογών ή μη, σε καμία περίπτωση δεν θέτουν και επί της ουσίας το πραγματικό δίλημμα, αυτό που αφορά την μετάβαση στην “μεταπελατειακή Ελλάδα”.
Όσο για την έξοδό μας από το μνημόνιο, θα είναι γράμμα κενό εάν αναπαράξουμε και πάλι ένα άδικο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα νομής της εξουσίας.
Αποτέλεσμα όλων αυτών; Την ώρα που η χώρα χρειαζόταν να αξιοποιήσει με όλους τους τρόπους την δυναμική των θυσιών του Ελληνικού λαού και των πρωτοφανών αποτελεσμάτων που πέτυχε, να βρίσκεται απέναντι από τους εταίρους μας, χωρίς διαπραγματευτικό οπλοστάσιο, αλλά και στο αδιέξοδο που διαμόρφωσαν, τόσο η ίδια η ηγεσία της Κυβέρνησης με τις επιλογές της, όσο και η ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με την δήθεν φιλολαϊκή πολιτική της.
Έτσι, η μεν ηγεσία της Κυβέρνησης απώλεσε το όποιο πολιτικό της κεφάλαιο, η δε ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης βρίσκεται εγκλωβισμένη στον ιστό που η ίδια ύφανε.
Ο λαϊκισμός – των εύκολων λόγων, κοινό στοιχείο της πολιτικής αντίληψης και πρακτικής τους, μετετράπη σε τιμωρό.
Αλλά το τίμημα της αβεβαιότητας καλούνται να καταβάλουν οι πολίτες.
Πέντε χρόνια από την εκδήλωση της κρίσης, η χώρα βρέθηκε στη χειρότερη δυνατή θέση που θα μπορούσε να διανοηθεί κανείς. Ένας βασικός λόγος είναι ότι, τα τρία τελευταία χρόνια αυτής της πενταετίας, επανέκαμψαν αντιλήψεις, νοοτροπίες και συμπεριφορές που δεν βρίσκονταν σε αντιστοίχιση με τα πραγματικά διακυβεύματα που έπρεπε να αντιμετωπίσουμε.
Στα τέλη του 2011, οι πολίτες θα καλούνταν να δώσουν αυθεντική απάντηση σε πραγματικά διακυβεύματα και πραγματικά δεδομένα. Ένα χειροπιαστό πρόγραμμα, που προέβλεπε και την τεράστια δανειοδότηση της χώρας μας και το μεγαλύτερο ιστορικά κούρεμα χρέους που έγινε ποτέ.
Σήμερα, καλείται η Βουλή να δώσει διέξοδο, που όμως και οι δύο πλευρές με τη στάση τους υπονομεύουν. Και οι πολίτες, θα κληθούν, αν χρειαστεί, να επιλέξουν μια από τις δύο πολιτικές επιλογές, που και οι δύο – τόσο “συγκρουόμενες” μα τόσο ίδιες, ευθύνονται για το αδιέξοδο.
Έτσι,
Αντί για έξοδο από το μνημόνιο στα τέλη Δεκεμβρίου του 2014, όπως ήταν προγραμματισμένο εδώ και τρία χρόνια, έχουμε παράταση με άδηλη έκβαση.
Αντί για ευτυχή κατάληξη της αξιολόγησης των πεπραγμένων, που θα οδηγούσε στην υιοθέτηση και εκ μέρους των εταίρων μας, μιας στρατηγικής που θα είχαμε εμείς διαμορφώσει, δηλαδή, μιας συμφωνίας που θα μπορούσε να είχε συμφωνηθεί μήνες πριν, καμία συμφωνία – και απόλυτη αβεβαιότητα.
Και σε περίπτωση πρόωρων εκλογών, η όποια κυβέρνηση, δεν θα έχει παρά απειροελάχιστα χρονικά περιθώρια να διαπραγματευτεί ουσιαστικά οτιδήποτε με τους εταίρους μας, προτού εκπνεύσει η παράταση των δύο μηνών.
Αντί να έχουμε διαμορφώσει μια Συμφωνία, που θα αποτελούσε παράλληλα και ένα Συμβόλαιο με τον Ελληνικό λαό, Συμβόλαιο δικό μας, που εμείς, με δική μας πρωτοβουλία θα είχαμε συνάψει, εθνικό, για τα παραπέρα βήματα που θα καθιστούσαν τη Ελλάδα χώρα διαφάνειας, χρηστής διοίκησης, δικαιοσύνης και βιώσιμης ανάπτυξης, αντιδικούμε για το πως θα διαχειριστούμε την αυριανή εξουσία.
Και βεβαίως, αντί για συνεννόηση, έστω στα στοιχειώδη, μετά από όσα περάσαμε, οι ηγεσίες Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης ανταγωνίζονται για το ποιος θα προκαλέσει μεγαλύτερο φόβο στον Ελληνικό λαό και επομένως αστάθεια στη χώρα. Υπονομεύουν έτσι – προκαλώντας φόβο και ανασφάλεια – ένα εθνικό πλεονέκτημα του Ελληνισμού που είναι η ίδια η δημιουργικότητα και συμμετοχή των Ελλήνων πολιτών σε όσα αφορούν την συλλογική μας πορεία.
Οι έχοντες την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, απέτυχαν να την οδηγήσουν στην “επόμενη μέρα”, παρά την διακομματική στήριξη στη Βουλή, παρά τις πρωτοφανείς συνθήκες κοινωνικής ηρεμίας σε σχέση με αυτά που αντιμετωπίσαμε εμείς την περίοδο 2009-2011 και παρά το γεγονός ότι, οι δυσκολότερες αποφάσεις μεταρρυθμίσεων και προσαρμογής έγιναν επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ.
Και δυστυχώς, η ηγεσία της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, συναγωνίζεται και ξεπερνά σε ανευθυνότητα την ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης της περιόδου 2009-2011.
Και από τις δύο πλευρές ουδεμία προσπάθεια διαλόγου. Ακόμη και τα κυβερνητικά όργανα “αργούν”.
Ουδεμία προσπάθεια συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων – πόσο μάλλον και των κοινωνικών εταίρων.
Ουδεμία προσπάθεια εξεύρεσης ενός μίνιμουμ κοινού τόπου, που θα διασφάλιζε μια βιώσιμη προοπτική για τη χώρα και την οικονομία.
Ουδεμία προσπάθεια οικοδόμησης ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού διαπραγματευτικού οπλοστασίου, όχι μόνον έναντι των εταίρων μας, αλλά και για την ουσιαστική αντιμετώπιση των πραγματικών αιτιών που μας οδήγησαν στο χείλος μιας εθνικής καταστροφής.
Τα αντιμνημονιακά καλλιστεία στα οποία επιδόθηκαν και οι μεν και οι δε, οδηγούν την Ελλάδα σε απαράδεκτο και επικίνδυνο αδιέξοδο μιας και δεν απαντούν στα πραγματικά διακυβεύματα.
Και βεβαίως, ουδεμία ουσιαστική συζήτηση για το πως θα ενταχθεί η χώρα στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται παγκοσμίως, στον καταμερισμό εργασίας για την παραγωγή υγιούς οικονομικού αποτελέσματος και βιώσιμων θέσεων εργασίας.
Αντιθέτως, απόλυτη προσήλωση στον μοναδικό κοινό τόπο που χαρακτηρίζει τη στάση των σημερινών ηγεσιών, τα μικροκομματικά τους συμφέροντα, που οικοδομήθηκαν γύρω από ένα ψευτοδίλημμα: ποιος θα σκίσει γρηγορότερα το Μνημόνιο. Πώς θα ξεφορτωθούμε τους “κακούς” της τρόικα – χωρίς να έχουμε οικοδομήσει τα δικά μας θεμέλια, ώστε να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις.
Καμία σοβαρότητα, καμία νέα μεταρρύθμιση της προκοπής, καμία επιλογή που να συνεισφέρει προστιθέμενη αξία στις θυσίες του Ελληνικού λαού και να αξιοποιεί τα πρωτοφανή αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας. Αντιθέτως υπονομεύτηκαν θεσμικές αλλαγές που αποτελούσαν τη βάση μιας άλλης συμπεριφοράς και λειτουργίας της πολιτείας.
Το 2011, με την πρόταση για δημοψήφισμα – και μάλιστα, σε αντίθεση με ό,τι σήμερα συμβαίνει, επί ειλημμένης απόφασης, συγκεκριμένης και σαφούς, απόφασης που έφερνε χρήματα στη χώρα και συνέβαλε στην ουσιαστική και αποτελεσματική περικοπή και αναδιάρθρωση του χρέους, απόφαση που επετεύχθη με την συμφωνία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 26ης-27ης Οκτωβρίου του 2011 και έδινε προοπτική στη χώρα, ξεσκεπάσαμε την υποκρισία πολλών και επιβάλλαμε τελικά συναίνεση, που εκφράστηκε με την συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας.
Μπροστά στην ανάγκη εθνικής συνεννόησης, οδηγηθήκαμε ακόμα και σε αλλαγή Πρωθυπουργού, ο οποίος είχε εκλεγεί με το 44% του Ελληνικού λαού.
Αλλά η ηγεσία της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε άλλα σχέδια, που δεν αφορούσαν την εθνική προσπάθεια και την επιδίωξη συναινέσεων και προκάλεσε τις διπλές εκλογές του 2012, που παρ’ ολίγον να οδηγήσουν τη χώρα σε χρεοκοπία.
Δηλαδή, σε ό,τι προσπαθούσαμε με νύχια και με δόντια να αποφύγουμε – χάριν επιδιώξεων που δεν είχαν καμία σχέση με το εθνικό συμφέρον.
Το μήνυμα είναι σαφές: καθήκον μας είναι, να μην επιτρέψουμε να επαναληφθούν τα ίδια λάθη – τουλάχιστον στο βαθμό που μας αναλογεί.
Με αυτά τα δεδομένα,
Όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις του τόπου, οφείλουν άμεσα, χωρίς δεύτερες σκέψεις, να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ώστε να διαμορφωθεί περιβάλλον ευρύτερων συναινέσεων.
Η παρούσα Βουλή μπορεί και πρέπει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Και να καταστεί δυνατή, η συγκρότηση μιας κυβέρνησης, η οποία θα πρέπει:
– Να στηρίζεται σε ξεκάθαρο προγραμματικό πλαίσιο, για πραγματικές μεταρρυθμίσεις, με σαφές δημοκρατικό και προοδευτικό πρόσημο.
– Να επιδιώξει στοιχειώδη συνεννόηση οικοδόμησης διαπραγματευτικού πλαισίου για την αξιολόγηση των δεσμεύσεων της χώρα έναντι των εταίρων της.
– Να επιδιώξει εθνική συνεννόηση για την οριστική διευθέτηση του δημοσίου χρέους.
– Να προχωρήσει σε ουσιαστική, προοδευτική, ιστορικής σημασίας Συνταγματική Αναθεώρηση.
– Να αξιοποιήσει τον θεσμό του δημοψηφίσματος, δηλαδή, τη δυνατότητα να αποφασίσει ο ίδιος ο πολίτη, για την προώθηση μεγάλων θεσμικών τομών στη χώρα
– Να επιδιώξει εθνική συνεννόηση για την έξοδο από το Μνημόνιο και την ασφαλή μετάβαση στην “επόμενη μέρα”.
Ευχής έργο είναι – και για να μην χαθούν οι θυσίες του Ελληνικού λαού και για να διαμορφώσουμε μια Ελλάδα ισχυρή και δίκαιη -, έστω αυτή την ύστατη ώρα, η μεν ηγεσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα, η δε ηγεσία της Κυβέρνησης να αντιληφθεί επιτέλους, ότι φέρει πρωτίστως την ευθύνη άμεσων πρωτοβουλιών, γνωρίζοντας ότι ουδεμία προσωπική πολιτική πορεία υπερτερεί της διασφάλισης του εθνικού συμφέροντος.
Στην απευκταία περίπτωση, που δεν υπάρξει μια τέτοια θετική εξέλιξη και η ανευθυνότητα οδηγήσει τη χώρα σε εθνικές εκλογές, καλούμαστε όλοι να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Οι υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, επιθυμούν να οδηγηθούμε σε έναν δρόμο αξιοπρέπειας, προοπτικής και ελπίδας.
Οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας, μπορούν και πρέπει να συμβάλλουν και στην υπέρβαση του αδιεξόδου και στην διαμόρφωση μιας βιώσιμης πορείας, για την Ελλάδα και τον Ελληνικό λαό.
Αυτό είναι το χρέος μας και σε αυτό θα ανταποκριθούμε.