ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΡΤΑΛΗ
Η επόμενη ελληνική κυβέρνηση θα κληρονομήσει μια οικονομία που αναπτύσσεται βραχυπρόθεσμα με χαμηλό ρυθμό, μια σειρά άλυτων διαρθρωτικών προβλημάτων και αβέβαια δημόσια οικονομικά, όπως τονίζει η Capital Economics σε έκθεσή της, όπου επισημαίνει ουσιαστικά ότι οι «νάρκες» που αφήνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα δυσκολέψουν σε μεγάλο βαθμό την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Αν και υπάρχουν θετικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και αρκετά οικονομικά στοιχεία είναι ενθαρρυντικά, η Capital Economics προειδοποιεί ότι η χώρα δεν έχει ακόμη ξεφύγει από τον κίνδυνο. Οπως προβλέπει, η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 1,2% στο σύνολο του 2019, πολύ χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις της σημερινής κυβέρνησης. Παράλληλα, και για το επόμενο διάστημα τα πράγματα μόνο ρόδινα δεν είναι, όπως επισημαίνει, καθώς η Ελλάδα έχει μακρύ κατάλογο διαρθρωτικών προβλημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν, συμπεριλαμβανομένου του αναποτελεσματικού φορολογικού και δικαστικού συστήματος και ενός τραπεζικού κλάδου που πνίγεται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Σχετικά με τα NPEs, οι δύο προτάσεις, του ΤΧΣ και της ΤτΕ, δεν έχουν εγκριθεί από την Κομισιόν, ενώ, παρά το γεγονός ότι ψηφίστηκε ο νέος νόμος Κατσέλη, η εφαρμογή του έχει καθυστερήσει, έχοντας συνέπειες στην παροχή νέων στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες. Επίσης, στο 181% του ΑΕΠ το 2018, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εξακολουθεί να είναι το δεύτερο υψηλότερο στον κόσμο, ενώ ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας θα συνεχίσει να μειώνεται δραματικά, «χτυπώντας» την οικονομική ανάπτυξη.
Η Capital Economics, τέλος, επισημαίνει τις υποσχέσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και τη μείωση των φόρων και εκτιμά ότι μετά και τις πρόσφατες παροχές που ανακοίνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ και οι οποίες ενόχλησαν την Κομισιόν, που εκτιμά ότι θα έχουν κόστος 1,3% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση, θα δυσκολευθεί να πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς.