Σημαντική επιβάρυνση του μη μισθολογικού κόστους για περίπου 240.000 επιχειρήσεις, μειώσεις συντάξεων κατά 6% σε πάνω από 2,6 εκατομμύρια συνταξιούχους καθώς και μικρότερες μειώσεις μισθών, τουλάχιστον κατά 1,5% για τους 1,7 εκατομμύρια εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα περιλαμβάνει το «πακέτο» μέτρων που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση στους εκπροσώπους των θεσμών. Ανατροπές και στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησής τους ή στο ύψος των συντάξεων εκτιμάται ότι θα υπάρξουν για περίπου 300.000 ασφαλισμένους, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, που μέχρι σήμερα, μπορούν να κάνουν χρήση ειδικών διατάξεων οι οποίες οδηγούν στη συνταξιοδότηση πριν από τη συμπλήρωση του 62ου έτους ηλικίας.
Εσοδα
Η πρόταση για αύξηση του μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων μέσω της αύξησης των εργοδοτικών εισφορών κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες, εκτιμάται ότι θα δώσει σημαντική ανάσα στα έσοδα του ΙΚΑ, αναμένεται όμως να εκτινάξει το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, αναστρέφοντας την πτωτική πορεία που για το 2014 εκτιμήθηκε από την ΤτΕ σε -2,7% για το σύνολο της οικονομίας και κατά -3,1% για τον επιχειρηματικό τομέα. Εφόσον γίνουν αποδεκτές οι ελληνικές προτάσεις, οι εισφορές εργοδοτών θα αυξηθούν εκ νέου, από 24,6% σε 27,5%. Να σημειωθεί ότι η μείωση των εργοδοτικών εισφορών είχε αποφασιστεί χωρίς να έχουν προηγηθεί μελέτες και κυρίως χωρίς να ληφθούν μέτρα για τη δραματική υστέρηση των εσόδων του ΙΚΑ, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση του ελλείμματος του μεγαλύτερου ασφαλιστικού φορέα της χώρας, το οποίο κλήθηκε να καλύψει ο κρατικός προϋπολογισμός.
Δυσάρεστη έκπληξη αποτελεί για τους 2.650.000 συνταξιούχους η έμμεση πλην οριζόντια μείωση των συντάξεων, κύριων και επικουρικών. Αν και καταργείται η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, βάσει της ελληνικής πρότασης, οι μεν κύριες συντάξεις μειώνονται κατά 1% καθώς αυξάνεται η εισφορά ασθένειας από 4% σε 5%, οι δε επικουρικές μειώνονται κατά 5%, μέσω της επιβολής αντίστοιχης εισφοράς. Στην πράξη ένας συνταξιούχος του ΙΚΑ που παίρνει 750 ευρώ κύρια σύνταξη και 150 ευρώ επικουρική θα έχει μείωση σύνταξης κατά 15 ευρώ τον μήνα, εκ των οποίων τα 7,5 ευρώ θα παρακρατούνται από την κύρια σύνταξη (1%) και τα υπόλοιπα 7,5 ευρώ από την επικουρική (5%). Μάλιστα, σύμφωνα με τους ειδικούς, η μείωση στις επικουρικές συντάξεις ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη, εάν η εισφορά επιβληθεί στο αρχικό, ονομαστικό ποσό και όχι στο τελικό ποσό που δίνεται, μετά τον υπολογισμό των μνημονιακών περικοπών.
Παρά τις περί του αντιθέτου δεσμεύσεις, η τελική πρόταση προβλέπει και μειώσεις μισθών, σε μικρότερο όμως ποσοστό, για τους 1,7 εκατομμύρια εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα που ασφαλίζονται στο ΙΚΑ. Με τα προτεινόμενα μέτρα, οι ασφαλιστικές κρατήσεις θα αυξηθούν από 15,5% στο 17%.
Πρόωρες συντάξεις
Ο κύβος ερρίφθη και για τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, με την κυβέρνηση να δεσμεύεται ότι θα λάβει μέτρα, από 1η Ιανουαρίου 2016 αλλά και νωρίτερα, προκειμένου να κλείσουν τα παράθυρα εξόδου στη σύνταξη, πριν τα γενικά όρια ηλικίας, δηλαδή με μειωμένη στα 62 και με πλήρη στα 67 ή στα 62 με 40 χρόνια ασφάλισης. Στο απυρόβλητο μένουν μόνο όσοι έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης, εργαζόμενοι σε Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα καθώς και μητέρες με προστατευόμενα μέλη που έχουν αναπηρίες. Ετσι, αυξήσεις ορίων ηλικίας αναμένονται για μητέρες με ανήλικα στο Δημόσιο και το ΙΚΑ, μισθωτούς με 35ετία μέχρι το 2012 που μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν στα 58 ή στα 59, ελεύθερους επαγγελματίες με 35ετία μέχρι το 2012 που θα έφευγαν στα 60 αλλά και ασφαλισμένους σε ΔΕΚΟ – Τράπεζες με 25ετία μέχρι το 2012. Στο κάδρο των αλλαγών μπαίνει και η 25ετία στο Δημόσιο και τα σώματα ασφαλείας, καθώς οι εκπρόσωποι των δανειστών επιμένουν ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης χωρίς όριο ηλικίας, μόνο και μόνο γιατί έχουν συμπληρώσει 25 έτη ασφάλισης.
Ακόμη και αυτοί που θα διασωθούν πάντως, εκτιμάται ότι θα υποστούν σημαντικές περικοπές στις συντάξεις τους, εφόσον επιλέξουν να συνταξιοδοτηθούν πριν από τη συμπλήρωση του 62ου έτους της ηλικίας τους, καθώς η ελληνική πρόταση περιλαμβάνει γενναία αύξηση του πέναλτι, της μείωσης δηλαδή της σύνταξης κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, επιπλέον των 6% που ισχύει για κάθε έτος που ο ασφαλισμένος συνταξιοδοτείται νωρίτερα από το όριο των 62.