Πιθανός κίνδυνος για τη δημόσια υγεία είναι τα ενεργειακά ποτά, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος κατέληξε, έπειτα από επιστημονική έρευνα, στο συμπέρασμα ότι, η αυξημένη κατανάλωση ενεργειακών ποτών από παιδιά και νέα άτομα έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του επιστημονικού εντύπου Frontiers in Public Health, ομάδα ειδικών του Περιφερειακού Γραφείου της Ευρώπης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με επικεφαλής τον Ζοάο Μπρέντα, έπειτα από αξιολόγηση των έως σήμερα δημοσιευμένων μελετών, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «από ό,τι φαίνεται, σε γενικές γραμμές είναι βάσιμες οι ανησυχίες της επιστημονικής κοινότητας και του κοινού όσον αφορά τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία λόγω της αυξημένης κατανάλωσης ενεργειακών ποτών».
Οι ερευνητές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αναφέρουν επίσης, «καθώς οι πωλήσεις ενεργειακών ποτών σπάνια υφίστανται περιορισμούς ανάλογα με την ηλικία, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση του αλκοόλ και του καπνού, και με δεδομένο ότι έχουν αποδειχτεί πλέον οι δυνητικές αρνητικές επιπτώσεις για τα παιδιά, ανακύπτει η πιθανότητα ενός σημαντικού προβλήματος δημόσιας υγείας στο μέλλον».
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας συνέστησε, μεταξύ άλλων, την επιβολή ενός ανώτατου ορίου της ποσότητας καφεΐνης στα ενεργειακά ποτά, την απαγόρευση ή τον δραστικό περιορισμό των πωλήσεων σε παιδιά και εφήβους, την εφαρμογή αυστηρών προδιαγραφών υπεύθυνου μάρκετινγκ για τη διαφήμισή τους, την ενημέρωση γιατρών και γονέων για τους πιθανούς κινδύνους και την πληροφόρηση του κοινού για τους κινδύνους που απορρέουν από τη μίξη αλκοόλ και ενεργειακών ποτών.
Συνήθη συστατικά των ενεργειακών ποτών είναι η καφεΐνη, οι βιταμίνες, αλλά και η ταυρίνη, το τζινσένγκ και το γκουαράνα, ενώ διαφημίζονται ως τονωτικά και κατάλληλα για αύξηση της σωματικής και νοητικής απόδοσης. Εισήχθησαν στην ευρωπαϊκή αγορά το 1987 και από τότε έχουν εξαπλωθεί στις διεθνείς αγορές. Στις ΗΠΑ οι πωλήσεις τους μετά το 2008 αυξάνονται κατά 10% ετησίως, ενώ συνεχώς νέα προϊόντα λανσάρονται στις αγορές. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) εκτιμά ότι το 30% των ενηλίκων, το 68% των εφήβων και το 18% των παιδιών κάτω των δέκα ετών καταναλώνουν ενεργειακά ποτά.
Τα υψηλά επίπεδα καφεΐνης που περιέχονται στα εν λόγω σκευάσματα είναι κατά ένα ποσοστό η αιτία που τα καθιστά επικίνδυνα. Μάλιστα, επειδή καταναλώνονται γρήγορα, όπως τα αναψυκτικά, και όχι αργά όπως ο καφές, είναι πιο πιθανό να προκαλέσουν τοξικές παρενέργειες λόγω της υπερβολικής ποσότητας καφεΐνης. Σύμφωνα με την EFSA, το μερίδιο της καφεΐνης των ενεργειακών ποτών στη συνολική κατανάλωση καφεΐνης στην Ευρώπη φθάνει το 43% στα παιδιά, το 13% στους εφήβους και το 8% στους ενηλίκους.
Τα ενεργειακά ποτά μπορεί να προκαλέσουν ταχυκαρδία, υπέρταση, ναυτία, εμετούς, σπασμούς, συμπτώματα ψύχωσης και, σε σπάνιες περιπτώσεις, θάνατο. Σε ορισμένες χώρες (ΗΠΑ, Αυστραλία, Σουηδία) έχουν αναφερθεί θάνατοι λόγω καρδιακής ανεπάρκειας ή έκτακτες εισαγωγές στο νοσοκομείο λόγω κρίσεων επιληψίας, μετά από υπερβολική κατανάλωση ενεργειακών ποτών.
Επίσης, οι έρευνες δείχνουν ότι οι έφηβοι που κάνουν συχνή κατανάλωση ενεργειακών ποτών, είναι πιο επιρρεπείς σε ριψοκίνδυνες συμπεριφορές, σε κατανάλωση αλκοόλ και εθιστικών ουσιών κ.α. Πάνω από το 70% των νεαρών ενηλίκων (18 – 29 ετών) που πίνουν ενεργειακά ποτά, σύμφωνα με μελέτη της EFSA, τα αναμιγνύουν με αλκοόλ. Η συνήθεια αυτή είναι πιο επικίνδυνη από την κατανάλωση σκέτου αλκοόλ.
Αν και τα ενεργειακά ποτά πωλούνται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, κάποιες έχουν θέσει περιορισμούς στην κατανάλωσή τους από παιδιά, ενώ στη Σουηδία η πώληση ορισμένων ενεργειακών ποτών γίνεται μόνο από τα φαρμακεία.