Καθώς ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας οδεύει στο «μαύρο» ορόσημο του πρώτου εξαμήνου, στο Ισραήλ το αρχικό πνεύμα της εθνικής ενότητας έχει πια διαλυθεί.
Δεν είναι μόνο η οργή για την αποτυχία της κυβέρνησης Νετανιάχου να αποτρέψει την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς.
Ή για τους έως τώρα παρελκυστικούς χειρισμούς της στις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και την απελευθέρωση των ομήρων.
Στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, που όλο και πυκνώνουν με αίτημα την άμεση προκήρυξη εκλογών, πλέον κυριαρχεί επίσης ένα ζήτημα που διχάζει χρόνια την ισραηλινή κοινωνία, αλλά τώρα, σε καιρό πολέμου, γίνεται τοξικό.
Οι ευρείες εξαιρέσεις από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία για υπερορθόδοξους εβραίους ανοίγουν εκ νέου ένα βαθύ χάσμα στο Ισραήλ και προκαλούν τριγμούς στον κυβερνητικό συνασπισμό.
Πρακτικά αυτές οι εξαιρέσεις ισχύουν από ιδρύσεως του κράτους του Ισραήλ, το 1948 -μια χώρα όπου υποχρεούνται σε στρατιωτική θητεία άνδρες και γυναίκες, πλην όσων είναι αραβικής καταγωγής.
Εξαιρούνται επίσης αυτομάτως όλες οι γυναίκες Χαρεντί -όπως είναι γνωστοί οι υπερορθόδοξοι εβραίοι- και όσοι άντρες της εν λόγω κοινότητας έχουν αφοσιωθεί στη μελέτη ιερών κειμένων του Ιουδαϊσμού.
Εν μέσω του τρέχοντος πολέμου, ωστόσο, οι πιέσεις από το κοσμικό τμήμα της ισραηλινής κοινωνίας κλιμακώνονται.
Όχι τόσο για τον τερματισμό του, όσο κυρίως για την άρση των ειδικών εξαιρέσεων, την ώρα που στα μέτωπα του πολέμου καλούνται ακόμη και έφεδροι της εβραϊκής διασποράς.
Για το θέμα -στο οποίο έχουν γίνει κατά καιρούς διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις, πολλές από τις οποίες όμως έμειναν στα χαρτιά- έχουν γίνει προσφυγές στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, βάσει της αρχής περί ισότητας των πολιτών.
Δεδομένου ότι η ανανεούμενη ισχύς του μέτρου περί απαλλαγής στράτευσης των Χαρεντίμ έληγε στα τέλη Μαρτίου, οι δικαστές αξίωσαν από την ισραηλινή κυβέρνηση να παρουσιάσει εγκαίρως ένα νέο νομοσχέδιο.
Όμως αυτή η διορία παρήλθε χωρίς κάποιο αποτέλεσμα, λόγω πολλαπλών ενδοκυβερνητικών τριβών.
Αστυνομικοί συλλαμβάνουν ένα μέλος της ομάδας διαμαρτυρόμενων εφέδρων «Brothers in Arms» κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας στην Ιερουσαλήμ, σε συνοικία υπερορθόδοξων εβραίων, στις 31 Μαρτίου (REUTERS/Ronen Zvulun)
Οφθαλμόν αντί… οφθαλμού
Τα υπερορθόδοξα κόμματα που συμμετέχουν στη θρησκευτικό-εθνικιστική κυβέρνηση υπό τον Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν σηκώνουν κουβέντα για το θέμα.
Απειλούν ακόμη και να τη ρίξουν, σε περίπτωση ριζικών αλλαγών στην απαλλαγή των Χαρεντίμ από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία.
Το κεντρώο κοσμικό κόμμα Εθνικής Ενότητας υπό τον Μπένι Γκαντς -που μεταπήδησε από την αξιωματική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση εν μέσω του πολέμου, ένεκα συνθηκών έκτακτης ανάγκης- βάζει τις δικές του «κόκκινες γραμμές».
Πρώην επιτελάρχης και νυν μέλος του πολεμικού συμβουλίου του Ισραήλ, ο κορυφαίος σε δημοφιλία Γκαντς πιέζει για σημαντικές αλλαγές στις εξαιρέσεις στράτευσης.
Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και ο υπουργός Άμυνας, Γιόαβ Γκάλαντ, μέλος του κυβερνώντος δεξιού κόμματος Λικούντ.
«Νομίζω ότι το πρόβλημα μπορεί να λυθεί», τόνισε λίγο πριν τη λήξη της διορίας ο Ισραηλινός πρωθυπουργός.
Υποστήριξε ότι η κυβέρνησή του είχε ήδη εργαστεί εντατικά πάνω στο θέμα μέχρι να ξεσπάσει ο πόλεμος.
«Πρέπει να προωθήσουμε την ισότητα», προσέθεσε, την ώρα που οι αραβικής καταγωγής πολίτες του Ισραήλ αντιμετωπίζονται ως Β’ κατηγορίας.
Για τους υπερορθόδοξους εβραίους «αυτό μπορεί να γίνει με θετικό πνεύμα και με ευρεία συμφωνία», υποστήριξε ο Νετανιάχου.
Εξήρε μάλιστα την «πραγματική επιθυμία» των Χαρεντί για συμβιβασμό, δηλώνοντας αισιόδοξος για την έγκριση νέου νόμου μέχρι τις 30 Ιουνίου, βάσει του χρονοδιαγράμματος που έχει τεθεί προς τούτο.
Πολλοί αμφιβάλλουν ότι αυτό θα συμβεί.
Ως μέσο πίεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε προσωρινή διαταγή ακύρωσης όλων των κρατικών επιχορηγήσεων σε όσους φοιτητές ιερατικών σχολών δεν ανταποκρίνονται στις ειδοποιήσεις στρατολόγησης.
Το μέτρο τέθηκε σε ισχύ από την 1η Απριλίου.
Εν μέσω νομικού κενού, εν τω μεταξύ, ο στρατός δύναται να προχωρήσει άμεσα στην επιστράτευση όσων Χαρεντί έκαναν χρήση της απαλλαγής μέσα στο εξάμηνο του πολέμου.
Σύμφωνα με ισραηλινά ΜΜΕ, είναι περισσότερα από 66.000 άτομα, ηλικίας 18-26 ετών.
Μέσα το ίδιο διάστημα, όσοι εξ αυτών αποφάσισαν να καταταγούν έφτασαν μετά βίας τους 540.
Υπερορθόδοξοι εβραίοι συνωστίζονται έξω από γραφείο στρατολόγησης στο Ισραήλ, προκειμένου να διεκπεραιώσουν την απαλλαγή τους από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία (REUTERS/Hannah McKay/File Photo)
Παλιές πρακτικές, νέα προβλήματα
Αντιτιθέμενοι στις σύγχρονες αξίες και πρακτικές, οι υπερορθόδοξοι εβραίοι χαρακτηρίζονται από μια αυστηρή προσκόλληση στο εβραϊκό δίκαιο και στις εβραϊκές παραδόσεις.
Το αποτέλεσμα είναι να διαχωρίζονται από τα υπόλοιπα τμήματα της κοινωνίας.
Χαρακτηρίζουν καθήκον των μαθητών των ιερατικών σχολών (γεσίβα) «να προστατεύουν πνευματικά τον εβραϊκό λαό».
Θεωρούν τον ισραηλινό στρατό αντίθετο με τον τρόπο ζωής τους, λόγω π.χ. της στρατολόγησης γυναικών ή επειδή η θητεία στις τάξεις του καθιστά δύσκολη την τήρηση της αργίας του Σαββάτου και άλλων εβραϊκών πρακτικών.
Ήταν βάσει αυτών των επιχειρημάτων που επιτράπηκε αρχικά, από το 1948, η εξαίρεση των Χαρεντί από την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία.
Τότε, η κοινότητά τους αριθμούσε 40.000 άτομα, αντιστοιχώντας στο 5% του πληθυσμού του Ισραήλ.
Όμως σήμερα το ποσοστό αυτό έχει πια εκτοξευτεί στο 13,5%, λόγω των υψηλών ποσοστών γεννητικότητας τις τάξεις τους.
Οι γυναίκες Χαρεντί γεννούν κατά μέσο όρο 6,5 παιδιά, ενώ στο υπόλοιπο Ισραήλ είναι στα 2,5.
Μέχρι το 2065, οι υπερορθόδοξοι εβραίοι αναμένεται να αντιστοιχούν στο 32% του πληθυσμού, σύμφωνα με την ισραηλινή στατιστική υπηρεσία.
Στην παρούσα φάση, υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο περίπου 13.000 άρρενες Χαρεντί είναι κοντά στην ηλικία στρατολόγησης, στα 18 έτη.
Ωστόσο λιγότερο από το 10% στρατεύονται, σύμφωνα με την Επιτροπή Κρατικού Ελέγχου της Κνεσέτ (ισραηλινή Βουλή), η οποία πραγματοποίησε πρόσφατα ακρόαση για το θέμα.
Αντίστροφα, ο αριθμός των μαθητών στις γεσίβα είναι ο μεγαλύτερος που έχει καταγραφεί ποτέ.
Σχεδόν οι μισοί υπερορθόδοξοι εβραίοι στο Ισραήλ, εν τω μεταξύ, ζουν με κρατικά επιδόματα και φοροαπαλλαγές, χωρίς να έχουν ενταχθεί στο εργατικό δυναμικό της χώρας.