Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

Πυρηνικά τρικ της Άγκυρας µε διαστημικό μπερντέ

To αρκετά φιλόδοξο νέο διαστημικό πρόγραμμα που παρουσιάστηκε από τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, εν μέσω μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα του, κάνει πολλούς να αναρωτιούνται αν εξαγγέλθηκε για να χρησιμεύσει ως κάλυψη για την παράκαμψη των διεθνών κανονισμών, έτσι ώστε η Τουρκία να αποκτήσει την ικανότητα ανάπτυξης βαλλιστικών πυραύλων μεγάλης εμβέλειας.

Του Νίκου Βασιλειάδη
Το φιλόδοξο πρόγραµµα του Ερντογάν καλύπτει τη φιλοδοξία της Τουρκίας να αναπτύξει πυραυλική τεχνολογία µεγάλου βεληνεκούς
Οι στόχοι

Σύμφωνα με το τουρκικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, το νέο πρόγραμμα, το οποίο παρουσιάστηκε στις 9 Φεβρουαρίου, αποτελείται από 10 στόχους, με την «πρωταρχική και πιο σημαντική αποστολή» να κάνει την πρώτη επαφή της Τουρκίας με το φεγγάρι το 2023.

Το πρώτο στάδιο αυτού του στόχου προϋποθέτει «έναν εθνικό, εγχώρια παραγόμενο υβριδικό πύραυλο που θα εκτοξευτεί σε τροχιά στα τέλη του 2023 μέσω διεθνούς συνεργασίας». Άλλοι στόχοι περιλαμβάνουν τη δημιουργία διαστημικού σταθμού, την ανάπτυξη ενός περιφερειακού συστήματος εντοπισμού θέσης και τέλος την αποστολή του πρώτου τούρκου αστροναύτη στο διάστημα.

Οι επικριτές της κυβέρνησης Ερντογάν αμφισβητούν την απόφαση αυτή της τουρκικής κυβέρνησης να δαπανήσει τεράστια χρηματικά ποσά σε ένα διαστημικό πρόγραμμα σε μια εποχή που η ήδη καταρρέουσα οικονομία της χώρας έχει πληγεί σοβαρά από την πανδημία. Ωστόσο, ο δεδηλωμένος στόχος του Ερντογάν για την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων μεγάλης εμβέλειας, σε συνδυασμό με τους περιορισμούς στην εισαγωγή ξένων τεχνολογιών λόγω των κυρώσεων από τις ΗΠΑ, υποδηλώνει ότι η τουρκική κυβέρνηση ενδέχεται να σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει το διαστημικό της πρόγραμμα ως κάλυψη.

Η επιθυμία του Ερντογάν να αναπτύξει πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς ξεκινά στις αρχές του 2012, όταν ο πρόεδρος του Συμβουλίου Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας της Τουρκίας (TÜBΙTAK) ανακοίνωσε ότι ο τότε πρωθυπουργός Ερντογάν ζήτησε να ξεκινήσουν την ανάπτυξη πυραύλων για μία απόσταση 2.500 χιλιομέτρων. Σύμφωνα με τις διεθνώς αποδεκτές ταξινομήσεις, αυτό σήμαινε ότι η Τουρκία ενδιαφερόταν να αναπτύξει βαλλιστικούς πυραύλους μεσαίας εμβέλειας (MRBM), που κυμαίνονται μεταξύ 1.000 και 3.000 χιλιομέτρων.

Προσπάθειες

Η Υπεύθυνη Γραμματεία Αμυντικών Βιομηχανιών (SSM), η κορυφαία αρχή για τον σχεδιασμό και τις προμήθειες της αμυντικής βιομηχανίας, επιβεβαίωσε την ύπαρξη τέτοιων προσπαθειών από τον Σεπτέμβριο του 2012. Τον Νοέμβριο του 2015 ο Ερντογάν σε τηλεοπτική του συνέντευξη εξέφρασε την επιθυμία του να αναπτύξει πυραύλους μεγαλύτερης εμβέλειας. «Αυτή τη στιγμή κατασκευάζουμε πυραύλους, αλλά δεν είμαστε στο επιθυμητό επίπεδο σε σχέση με το εύρος, το οποίο πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερο», είπε. «Αυτό που θέλουμε είναι να είναι τουρκικής κατασκευής, μεγάλης εμβέλειας και επιθετικοί [βλήματα]. … Αν κατασκευάσουμε επιθετικούς, θα λύσουμε και το θέμα της άμυνας της χώρας».

Οι δηλώσεις αυτές του Ερντογάν δεν προκάλεσαν – παραδόξως – καμία αντίδραση διεθνώς, για το πώς η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ και μη πυρηνικό κράτος, ενδιαφέρεται για την απόκτηση πυραυλικών δυνατοτήτων μεγάλης εμβέλειας.

Βέβαια, αν και η Τουρκία συμμετέχει σε ρυθμίσεις μη διάδοσης και ελέγχου των εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος ελέγχου τεχνολογίας πυραύλων (MTCR), δηλαδή περιορισμούς στην εισαγωγή/εξαγωγή βαλλιστικών πυραύλων και συστήματα μη επανδρωμένων αεροπορικών οχημάτων και του κώδικα δεοντολογίας της Χάγης (HCOC), που και τα δύο στοχεύουν στον περιορισμό της εξάπλωσης και χρήσης βαλλιστικών πυραύλων, αυτό δεν σημαίνει πως η χώρα εμποδίζεται να αναπτύξει εθνικό διαστημικό πρόγραμμα ή να έχει διεθνή συνεργασία σε τέτοια προγράμματα.

Όμως, είναι κοινό μυστικό πως οι βαλλιστικοί πύραυλοι μεγάλης εμβέλειας συνδέονται συνήθως με πυρηνικά όπλα, καθώς θεωρούνται το ιδανικό μέσο παράδοσης για τέτοια όπλα. Κάθε κράτος που έχει αποκτήσει πυρηνικά όπλα έχει επίσης αναπτύξει παρόμοια τεχνολογία.
Μπορούν, όμως, οι προσπάθειες επίτευξης αυτής της δυνατότητας να είναι ο προάγγελος των φιλοδοξιών πυρηνικών όπλων για την Τουρκία του Ερντογάν, ένα μέλος του ΝΑΤΟ;
Σε ένα έγγραφο του 2012 για το Carnegie Endowment for International Peace με τίτλο «Η Τουρκία και η βόμβα», αναφέρεται ότι η προοπτική ενός πυρηνικά οπλισμένου Ιράν είναι πιθανό να ωθήσει την Άγκυρα να αναπτύξει και αυτή τα δικά της πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, υπάρχει μόνο μία «περίσταση κατά την οποία ένα τέτοιο σενάριο θα αποκτήσει κάποιο βαθμό πιθανότητας», όπως «… μια κατάρρευση της σχέσης ασφάλειας της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Σήμερα οι δύο χώρες, Τουρκία και ΗΠΑ έχουν πολλές διαφωνίες. Αναμφισβήτητα το πιο σημαντικό από αυτά είναι η απόκτηση του ρωσικού πυραυλικού αμυντικού συστήματος S-400 από την Τουρκία, το οποίο οδήγησε στην απομάκρυνση της χώρας από το κοινό μαχητικό πρόγραμμα F-35 και την επιβολή κυρώσεων στο πλαίσιο του νόμου Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act (CAATSA) .

∆υνατότητες

Πολλοί πιστεύουν ότι η επιλογή του Ερντογάν για το ρωσικό πυραυλικό αμυντικό σύστημα, παρά την αντίδραση από τις ΗΠΑ, είχε ως στόχο τη διαφοροποίηση των αμυντικών δυνατοτήτων του για να αντιμετωπίσει μια πιθανή απειλή από τους συμμάχους της με αποκορύφωμα τη δήλωση πριν από δύο εβδομάδες του υπουργού Εσωτερικών της χώρας, Sleyley Soylu, ο οποίος είπε σε ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα ότι οι ΗΠΑ ήταν πίσω από μια αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιούλιο του 2016 για ανατροπή του Ερντογάν.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου 2019 ο Ερντογάν έκανε μια εκπληκτική δήλωση σχετικά με τις δυνατότητες πυρηνικών όπλων. «Ορισμένες χώρες έχουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές», είπε σε συνάντηση του κυβερνώντος κόμματος. Αλλά η ∆ύση επιμένει «δεν μπορούμε να τα έχουμε», πρόσθεσε. «Αυτό δεν μπορώ να δεχτώ». Αυτές οι επίσημες δηλώσεις είναι σημάδι μιας εξωτερικής πολιτικής που φανερώνει πως η Τουρκία έχει απομακρυνθεί από την παραδοσιακή προσέγγιση της χώρας στη ∆ύση.

Ομοίως, σε μια έκθεση του 2017 με τίτλο «Κίνδυνοι πυρηνικής υποδομής και διάδοσης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, της Τουρκίας και της Αιγύπτου», το Ινστιτούτο Επιστήμης και ∆ιεθνούς Ασφάλειας, μια ιδιωτική ομάδα στην Ουάσινγκτον που παρακολουθεί την εξάπλωση των πυρηνικών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι προσπάθειες Ερντογάν να κερδίσει την πρωτοκαθεδρία του μουσουλμανικού κόσμου αυξάνουν «τον κίνδυνο να αναζητήσει η Τουρκία πυρηνικά όπλα».

Έτσι, λοιπόν, τώρα το κύριο μέλημα των δυτικών υπηρεσιών πληροφοριών φαίνεται να είναι η σύνδεση μεταξύ Τουρκίας και Πακιστάν. Οι New York Times, μάλιστα, δημοσίευσαν πρόσφατα μια έκθεση του ∆ιεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών, μια δεξαμενή σκέψης του Λονδίνου, η οποία ισχυρίζεται ότι κάποιες εταιρείες στην Τουρκία βοήθησαν τη μυστική προσπάθεια του Πακιστάν να αναπτύξει ένα πυρηνικό όπλο εισάγοντας υλικά από την Ευρώπη και κατασκευάζοντας κάποια ειδικά εξαρτήματα φυγοκέντρησης. Οι δύο χώρες, Τουρκία και Πακιστάν, διαθέτουν ομάδα στρατιωτικού διαλόγου υψηλού επιπέδου και οι πληροφορίες λένε πως έχουν ήδη συμφωνήσει τη συνεργασία στους τομείς της τεχνολογίας πυραύλων και πυρηνικών όπλων.

Βέβαια, ο κίνδυνος απόπειρας απόκτησης πυρηνικού όπλου κατά παράβαση των διεθνών του υποχρεώσεων θα ήταν σημαντικός για τον Ερντογάν. Τυχόν κυρώσεις θα καταστρέψουν την ήδη εύθραυστη οικονομία της Τουρκίας. Ωστόσο, όπως έδειξαν τα τελευταία δύο χρόνια, ο Ερντογάν δεν είναι κάποιος που τηρεί τους κανόνες. Εάν πιστεύει ότι η βόμβα θα τον βοηθούσε να προστατεύσει τη θέση του, θα μπορούσε κάλλιστα να σκεφτεί να αναλάβει τον κίνδυνο.

Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΗΠΑ: Η Τουρκία δεν έχει ασυλία για τις επιθέσεις εναντίον των Κούρδων διαδηλωτών στην Ουάσιγκτον

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

spot_img

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ