Είναι εδώ και καιρό ξεκάθαρο ότι στις κρίσιμες εκλογές του Νοεμβρίου οι Ρεπουμπλικανοί δεν θα ψηφίσουν συλλήβδην «δαγκωτό» τον Ντόναλντ Τραμπ.
Αντίθετα ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός τους στηρίζει πλέον ανοιχτά την προεδρική υποψήφια των αντίπαλων Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις.
Κυμαίνονται από τον διαβόητο πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Ντικ Τσέινι -επί προεδρίας του νεοσυντηρητικού Τζορτζ Μπους του νεότερου- και μέλη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (GOP) στο Κογκρέσο, έως μια πλειάδα πρώην αξιωματούχων επί των διακυβερνήσεών τους.
Υπάρχουν βέβαια και τούμπαλιν αποσκιρτήσεις.
Στο πλευρό του Ρεπουμπλικανού πρώην προέδρου και εκ νέου υποψήφιου για τον Λευκό Οίκο βρίσκονται, για παράδειγμα, ο αποσυρθείς από την κούρσα ως τρίτος υποψήφιος Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ -της γνωστής πολιτικής δυναστείας- καθώς και η Τούλσι Γκάμπαρντ, πρώην βουλεύτρια των Δημοκρατικών και υποψήφια για το προεδρικό χρίσμα του κόμματος το 2020.
Όμως οι ρυθμοί αυτομολήσεων από τα δύο πολιτικά στρατόπεδα είναι άνισοι, με τη «ζυγαριά» να κλίνει σαφώς στην πλευρά της Κάμαλα Χάρις.
Το μέγα ερώτημα είναι ο αντίκτυπος που θα έχει αυτή η στήριξη στο εκλογικό σώμα, σε μια αναμέτρηση στην οποία θεωρείται κρίσιμη και η τελευταία ψήφος.
Σε αμφίρροπες πολιτείες-κλειδιά, όπως στη Τζόρτζια, στην Πενσυλβάνια ή στο Ουισκόνσιν, θα μπορούσε για παράδειγμα να επηρεάσει διάφορες ομάδες ψηφοφόρων.
Από τους ανεξάρτητους και τους αναποφάσιστους, μέχρι τους μετριοπαθείς συντηρητικούς, που δεν θέλουν τον Ντόναλντ Τραμπ.
Όσο περνά δε ο καιρός και κοντοζυγώνει η ώρα της κάλπης, η εκ των έσω κριτική στον πρώην πρόεδρο γίνεται όλο και πιο έντονη.
Αρκετοί Ρεπουμπλικανοί επικριτές του δηλώνουν νέτα-σκέτα ότι αποφάσισαν να στηρίξουν την προεδρική υποψήφια των αντιπάλων τους, όχι γιατί πιστεύουν περισσότερο σε αυτήν ή στο πρόγραμμά της, αλλά επειδή απλά γιατί δεν εμπιστεύονται τον Τραμπ.
Νεοσυντηρητικό «απεταξάμην»
Βασική εκπρόσωπος αυτού του αντιτραμπικού «αντάρτικου» στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών είναι η Λιζ Τσέινι, που το 2020 είχε στηρίξει τον Ντόναλντ Τραμπ.
Η κόρη του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Ντικ Τσένι, και βουλεύτρια των Ρεπουμπλικανών για έξι χρόνια -μέχρι πέρυσι- ήταν τρίτη στην κοινοβουλευτική ιεραρχία του κόμματος μέχρι τον Μάιο του 2021, αφότου είχε ήδη μπει σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης με τον Τραμπ.
Ήταν μια από τους δέκα Ρεπουμπλικανούς βουλευτές που ψήφισαν υπέρ της δεύτερης παραπομπής του για τον ρόλο του στην εισβολή στο Καπιτώλιο, τον Ιανουάριο του 2021.
Βαθιά συντηρητική και «γεράκι» στην εξωτερική πολιτική, στηρίζει τώρα ανοιχτά την προεδρική υποψήφια των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις.
«Δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε την εξουσία στον Ντόναλντ Τραμπ», είπε.
«Έχουμε καθήκον να θέσουμε τη χώρα μας και το Σύνταγμα πάνω από τον κομματισμό».
«Στη 248χρονη ιστορία του έθνους μας, δεν υπήρξε ποτέ άνθρωπος που να αποτελούσε μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία μας», διακήρυξε αργότερα ο πολεμοκάπηλος πατέρας της, Ντικ Τσέινι, με την εξαιρετικά σκοτεινή θητεία ως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.
Εν μέσω διχασμού στις τάξεις των Δημοκρατικών για τη στάση της κυβέρνησης Μπάιντεν στη συνεχιζόμενη σφαγή στη Λωρίδα της Γάζας, η δημόσια υποστήριξή του Τσέινι στην υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις έκανε πολλούς υποστηρικτές του κόμματος να εκφράσουν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, εύλογες απορίες.
Ορισμένοι, όπως ο διάσημος κωμικός και τηλεπαρουσιαστής Τζον Στιούαρτ, εξέφρασαν χωρίς περιστροφές τον αποτροπιασμό τους.
Ο Ντόναλντ Τραμπ αποκήρυξε τους Τσέινι -πατέρα και κόρη- «άσχετους».
Όμως δεν είναι παρά δύο από μια πλειάδα Ρεπουμπλικανών, που σπεύδουν να διαχωρίσουν τη θέση τους από τον προεδρικό υποψήφιο του ίδιου του κόμματός τους.
Οι Ρεπουμπλικανοί και η μακρά λίστα των «αποστατών»
Στο προεκλογικό συνέδριο των Δημοκρατικών, τον Αύγουστο, στο Σικάγο, μεταξύ των ομιλητών ήταν ο Ρεπουμπλικανός πρώην βουλευτής Άνταμ Κίζινγκερ και η Στέφανι Γκρίσαμ, πρώην εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου επί προεδρίας Τραμπ και
προσωπάρχης της πρώην πρώτης κυρίας, Μελάνια Τραμπ.
Επίσης τον Αύγουστο, σχεδόν 30 μέλη των Ρεπουμπλικανών ανακοίνωσαν την πρωτοβουλία «Ρεπουμπλικανοί υπέρ της Χάρις», συμπεριλαμβανομένων πρώην αξιωματούχων της κυβέρνησης Τραμπ.
Την ίδια περίοδο δημοσιοποιήθηκε ανοιχτή επιστολή-καταπέλτης κατά του Ντόναλντ Τραμπ από 238 πρώην εργαζόμενους στα επιτελεία του πρώην προέδρου Τζορτζ Μπους και των δύο προεδρικών υποψηφίων των Ρεπουμπλικανών έναντι του Μπαράκ Ομπάμα το 2008 και το 2012 -του αείμνηστου Τζον Μακέιν και τον γερουσιαστή Μιτ Ρόμνεϊ.
«Άλλα τέσσερα χρόνια προεδρίας Τραμπ θα προκαλούσαν ανεπανόρθωτη ζημιά» στις ΗΠΑ, ανέφεραν, στηρίζοντας την υποψηφιότητα της Δημοκρατικής Κάμαλα Χάρις.
Το παράδειγμά τους ακολούθησαν στις 18 Σεπτεμβρίου -μια εβδομάδα μετά το τελευταίο προεδρικό ντιμπέιτ- με έτερη ανοιχτή επιστολή 111 Ρεπουμπλικανοί πρώην βουλευτές και αξιωματούχοι στους τομείς της εθνικής ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, επί των προεδριών του Ρόναλντ Ρήγκαν και των Τζορτζ Μπους, πατέρα και υιού.
Παρά τις διαφωνίες τους με την ατζέντα της Κάμαλα Χάρις, τονίζουν, «πιστεύουμε ότι έχει τα στοιχειώδη προσόντα για να υπηρετήσει ως πρόεδρος και ο Ντόναλντ Τραμπ όχι».
Για την ακρίβεια, τον χαρακτηρίζουν «ανίκανο να υπηρετήσει ξανά ως πρόεδρος ή σε οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα».
Στους συνυπογράφοντες περιλαμβάνονται ο πρώην διευθυντής της CIA και του FBI Γουίλιαμ Γουέμπστερ και ο πρώην Διευθυντής της Υπηρεσίας Πληροφοριών (DNI) των ΗΠΑ, Τζον Νεγροπόντε.
Δια της ατόπου έχουν εν τω μεταξύ τοποθετηθεί στην προεδρική κούρσα του Νοεμβρίου ο ίδιος ο Μιτ Ρόμνει, μέχρι και ο αντιπρόεδρος του Τραμπ, Μάικ Πενς.
Αν και δεν έχουν στηρίξει την υποψηφιότητα Χάρις, έχουν μιλήσει πολλάκις κατά του πρώην προέδρου και εκ νέου προεδρικού υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών.
Πολιτικές ζυμώσεις
Ένας καταιγισμός προεκλογικών διαφημιστικών σποτ κατά του Ντόναλντ Τραμπ κατακλύζει πλέον τις οθόνες των Αμερικανών, με την υπογραφή του Lincoln Project.
Πρόκειται για μια συντηρητική ομάδα πολιτικής δράσης (PAC), που από το 2019 έχουν ρίξει εκατομμύρια δολάρια στην εκστρατεία να ανακόψει την πορεία του Τραμπ προς τον Λευκό Οίκο.
Παρά τις βαθιές ιδεολογικές διαφορές με τους Δημοκρατικούς, το Lincoln Project στήριξε το 2020 τον Τζο Μπάιντεν. Τώρα στηρίζει την Κάμαλα Χάρις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η ένωση «Ψηφοφόροι της Χέιλι υπέρ της Χάρις».
«Περισσότεροι από 4,4 εκατομμύρια άνθρωποι ψήφισαν τη Νίκι Χέιλι στις προκριματικές εκλογές [των Ρεπουμπλικανών] του 2024», εξηγούν στην ιστοσελίδα τους, «και υπάρχουν πολύ περισσότεροι υποστηρικτές της που δεν ψήφισαν».
Τώρα πολλοί εξ αυτών διαφωνούν με την πολιτική στήριξη της Χέιλι στον Τραμπ, κηρύσσοντας «αντάρτικο» σε κρίσιμες πολιτείες.
Υπάρχουν επίσης οι λεγόμενοι «Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι εναντίον του Τραμπ».
Αν και δεν στηρίζουν ανοιχτά την προεδρική υποψήφια των Δημοκρατικών, έχουν αρχίσει μια αντιτραμπική διαφημιστική εκστρατεία πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στις αμφίρροπες πολιτείες της Πενσυλβάνια, του Μίσιγκαν και του Ουισκόνσιν.
Όχι τυχαία, η Κάμαλα Χάρις κλείνει το «μάτι» στους δυσαρεστημένους Ρεπουμπλικανούς.
«Νομίζω ότι θα ήταν προς όφελος των Αμερικανών να υπάρχει ένα μέλος στο υπουργικό συμβούλιό μου, που θα είναι Ρεπουμπλικανός», είπε τις προάλλες στο CNN, στην πρώτη τηλεοπτική συνέντευξή της, αφότου πήρε το χρίσμα των Δημοκρατικών.
Ήταν μια δήλωση-«βόμβα» στο πολωμένο προεκλογικό σκηνικό στις ΗΠΑ, με το βλέμμα προφανώς στραμμένο και στις νέες πολιτικές ισορροπίες που θα διαμορφωθούν μέσα από τις κάλπες του Νοεμβρίου στο Κογκρέσο.
Όμως στην αντιτραμπική πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών φαίνεται ότι έχουν πέσει πολλές μετεκλογικές ιδέες στο τραπέζι για την επόμενη ημέρα.
«Σίγουρα θα υπάρξει μια μεγάλη αλλαγή, θεωρώ, ως προς το πώς λειτουργεί η πολιτική μας», δήλωσε η Λιζ Τσέινι, χωρίς να αποκλείσει ακόμη και τη δημιουργία ενός νέου συντηρητικού κόμματος στις ΗΠΑ.