Σε συνέντευξη του στον ΣΚΑΪ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας μίλησε εφ’ όλης της ύλης και υπογράμμισε ότι ο κ. Μπορέλ θα παρουσιάσει στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων κατάλογο μέτρων και εξέφρασε την άποψη ότι αυτά θα περιλαμβάνουν «κυρώσεις που θα δαγκώνουν».
Απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με χώρες που παρουσιάζονται διστακτικές στην επιβολή κυρώσεων, ο κ. Πέτσας υπογράμμισε ότι, πλέον, όλοι έχουν αντιληφθεί ότι με τη στάση της η Άγκυρα απομακρύνεται από τη Δύση.
Για την τουρκική προκλητικότητα
Το τελευταίο έτος, είχαμε τρεις περιπτώσεις όπου ο κ. Ερντογάν και η τουρκική Κυβέρνηση δεν είδε τα πράγματα όπως ενδεχομένως θα περίμενε. Στην περίπτωση του παράνομου και άκυρου τουρκολιβυκού Μνημονίου, από το περασμένο φθινόπωρο και μετά, η Ελλάδα με όλους τους συμμάχους της -σε όλα τα διεθνή φόρα- ανέδειξε ότι είναι άκυρο και δεν παράγει κανένα αποτέλεσμα. Μετά είχαμε το θέμα του Έβρου και των Καστανιών, όπου ξανά η Ελλάδα έδειξε ότι μπορεί να φυλάσσει τα σύνορα της χώρας που είναι και σύνορα της Ευρώπης και να μην επιτρέπει να εκβιάζεται από την πολιτική του κ. Ερντογάν. Και τρίτον, είδαμε ότι ενώ ο ίδιος προσπαθεί, με παράνομες ενέργειες -όπως αυτή του παράνομου και άκυρου τουρκολιβυκού Μνημονίου- να χαράξει κάποιες θαλάσσιες ζώνες, η Ελλάδα έρχεται με αποφασιστικότητα, με σύνεση, με σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο σε συμφωνία με δύο χώρες, με την Ιταλία και την Αίγυπτο και προχώρησε στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, οι οποίες σήμερα έχουν εισαχθεί και στην Ολομέλεια της Βουλής προς κύρωση. Άρα, και στα τρία πεδία νιώθει ότι χάνει ο κ. Ερντογάν και ανεβάζει τους τόνους της ρητορικής του. Ελπίζουμε ότι αυτά γίνονται για εσωτερική κατανάλωση. Περιμένουμε να δείξει ότι εννοεί αυτά που λέει στους Ευρωπαίους εταίρους μας, όπως στον Γερμανό Υπουργό Εξωτερικών, που επισκέφθηκε την Ελλάδα και την Άγκυρα για να αποκλιμακώσει έγκαιρα όχι μόνο τη ρητορική του, αλλά και τις ενέργειές του.
Η Ελλάδα έδειξε ότι είναι έτοιμη να κάνει ό,τι χρειαστεί για να προασπίσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αυτό δεν τίθεται σε αμφισβήτηση, ούτε στη συζήτηση. Αυτό που τίθεται στη συζήτηση είναι αν η τουρκική πλευρά όταν λέει ότι σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και ότι θέλει να σεβαστεί το Δίκαιο της Θάλασσας και τους κανόνες καλής γειτονίας, αν τα εννοεί. Αν λοιπόν, τα εννοεί, το πλαίσιο είναι ξεκάθαρο. Είναι οι διερευνητικές επαφές για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών των δύο χωρών. Αυτό και μόνο.
Ο διάλογος δεν είναι γενικός και αφηρημένος. Ούτε είναι οι συζητήσεις με την Τουρκία ένα πλαίσιο «ακορντεόν». Είναι ένα πλαίσιο συγκεκριμένο. Και αυτό είναι των διερευνητικών επαφών. Αν δεν προχωρήσει η Τουρκία σε έμπρακτη αποκλιμάκωση είναι κατανοητό ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Πρώτα προχωρά η αποκλιμάκωση, με ρητορική και πρακτική με τις ενέργειες δηλαδή τη λήξη για παράδειγμα της παράνομης τουρκικής NAVTEX και μη ανανέωσή της, το οποίο μπορεί να δείχνει ότι πράγματι εννοεί αυτά που λέει. Μετά θα πρέπει να περάσει ένα χρονικό διάστημα να δούμε ότι υπάρχει συνέπεια σε αυτήν την κίνηση και μετά μπορούμε να προχωρήσουμε σε διερευνητικές επαφές. Το διάστημα αυτό δεν είναι απαραίτητο να είναι πολύ μεγάλο, αρκεί να υπάρχει συνέπεια από πλευράς της Τουρκίας στις ενέργειές της. Είναι ξεκάθαρο ότι ένα δίλημμα αντιμετωπίζει αυτήν τη στιγμή η τουρκική ηγεσία. Ή αποκλιμάκωση ή κυρώσεις. Δεν υπάρχει κάτι άλλο.
Έχουμε το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, τις δύο επόμενες ημέρες, στο οποίο ο κ. Μπορέλ είναι υποχρεωμένος, μετά την εντολή που έχει πάρει από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, να υποβάλει έναν κατάλογο μέτρων, δηλαδή κυρώσεων, σε βάρος της Τουρκίας. Επομένως, θα δούμε πρώτα τον κατάλογο και μετά να τοποθετηθούν τα κράτη και φυσικά και η Ελλάδα.
Νομίζω ότι έχουν αντιληφθεί όλοι την σοβαρότητα της κατάστασης, όχι μόνο η Γερμανία, ως προεδρεύουσα μάλιστα χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όλοι οι εταίροι μας. Θυμίζω και τη χθεσινή ανακοίνωση, από πλευράς των Η.Π.Α., που δείχνει ότι όλοι έχουν αντιληφθεί ότι απομακρύνεται η Τουρκία από τη Δύση. Και έχουν, μία από τις λίγες ευκαιρίες, οι γείτονές μας να δείξουν ότι αυτό δεν ισχύει.
Για την κύρωση των Συμφωνιών με την Ιταλία και την Αίγυπτο
Είναι αδιανόητο να μην έχουμε ήδη από σήμερα ψηφισμένη την κύρωση των δύο Συμφωνιών, ώστε να πάει ο Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών αύριο στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων με κυρωμένες από τη Βουλή και με Φ.Ε.Κ. τις δύο αυτές πολύ σημαντικές Συμφωνίες. Και δεύτερο: Είναι τελείως ανεύθυνο κόμμα που δεν παίρνει θέση, να ζητά ονομαστική ψηφοφορία από άλλους βουλευτές. Και επίσης γεννά και ένα μείζον θέμα στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως ξέρετε, το προηγούμενο χρονικό διάστημα υπήρχαν τάσεις του κόμματος αυτού, που εκπροσωπούνται από συγκεκριμένους βουλευτές, που είχαν δηλώσει δημοσίως ότι αυτές οι δύο Συμφωνίες είναι επωφελείς για την Ελλάδα, για τα εθνικά μας συμφέροντα. Είναι καλές Συμφωνίες που θα μπορούσαν να ψηφιστούν. Επομένως, όταν τίθεται θέμα κομματικής πειθαρχίας – φαντάζομαι όταν ζητά κανείς ονομαστική ψηφοφορία- θα πρέπει να σταθμίσουν αυτοί οι βουλευτές αν θα βάλουν πρώτο, πάνω από το εθνικό συμφέρον, το οποίο εκφράζουν αυτές οι δύο Συμφωνίες, το κομματικό συμφέρον και την κομματική πειθαρχία. Θα είναι πραγματικά κάτι καινοφανές αυτό αν συμβεί, ανεύθυνο και αδιανόητο. Και περιμένουμε να δούμε την εξέλιξη, όσον αφορά τη στάση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν εκφράσει δημοσίως τη θέση τους ότι αυτή η Συμφωνία είναι μία καλή Συμφωνία.
Για τον κορωνοϊό
Κατ’ αρχάς, αυτή τη στιγμή η απόφαση να ανοίξουν τα σχολεία είναι για τις 7 Σεπτεμβρίου και έχουμε το περιθώριο να παρακολουθούμε όλη την εβδομάδα την εξέλιξη των κρουσμάτων. Ευτυχώς, δείχνουν μια σταθεροποίηση και μια πτωτική τάση τις δύο τελευταίες ημέρες, αλλά είναι νωρίς για να κρίνουμε. Οι οριστικές αποφάσεις θα παρθούν την 1η Σεπτεμβρίου. Δηλαδή, αν θα ισχύσει η αρχική ημερομηνία της 7ης Σεπτεμβρίου ή αν θα πάμε στις 14, αν δοθεί μία ολιγοήμερη παράταση στην έναρξη του σχολικού έτους.
Όσον αφορά για τα παιδιά, είναι ξεκάθαρο ότι η μάσκα δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα, ούτε τους αποσπά την προσοχή από το μάθημα, ούτε δημιουργεί πρόβλημα, ούτε με το οξυγόνο, ούτε με το διοξείδιο του άνθρακα, ούτε κανένα πρόβλημα στο ανοσοποιητικό τους. Επομένως, εφόσον δεν υπάρχει πρόβλημα πραγματικά είναι ανοησία να λέμε στα παιδιά ότι θα πάνε και δεν θα φοράνε μάσκα. Τα παιδιά που δεν θα φορούν μάσκα δεν θα εισέρχονται στο μάθημα. Δεν μπορούμε να θέσουμε σε κίνδυνο την υγεία των άλλων ανθρώπων που θα ακολουθήσουν τις συστάσεις των ειδικών. Πρέπει η Πολιτεία οργανωμένα να έχει μία θέση. Και η θέση αυτή είναι ότι: Το παιδί αυτό που δεν θα φορέσει μάσκα, δεν θα μπει στην αίθουσα διδασκαλίας, για να μην θέσει σε κίνδυνο τους συμμαθητές του και κατ’ επέκταση να μην συμβάλει στη διασπορά στην κοινότητα. Δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν γονέα ο οποίος δεν θα θέλει το παιδί του να είναι στο σχολείο. Γιατί με αυτή την απόφαση σημαίνει ότι το παιδί του δεν θα συμμετέχει στην εκπαιδευτική διαδικασία.