Στη δικαιοσύνη προσέφυγε καθηγήτρια φιλόλογος ζητώντας ν΄ ακυρωθεί η απόλυσή της. Η καθηγήτρια υποστηρίζει πως απολύθηκε γιατί έκανε αδικαιολόγητες απουσίες λόγω του μπούλινγκ που δέχθηκε από το διευθυντή του σχολείου που εργαζόταν.
Ειδικότερα, η καθηγήτρια εργαζόταν σε νυκτερινό γυμνάσιο-λύκειο νησιού και είχε συγκρούσεις με τον διευθυντή του σχολείου, καθώς, όπως ισχυρίζεται, αρνιόταν να συμμορφωθεί στις μη νόμιμες εντολές του.
Η φιλόλογος υποστηρίζει ότι δεν δέχθηκε τις υποδείξεις του διευθυντή να είναι ελαστική στις απουσίες των μαθητών, καθώς το σχολείο ήταν νυκτερινό. Στη μη συμμόρφωσή της προς τις υποδείξεις του διευθυντή, εκείνος άρχισε να αφήνει χαρτάκια, στα οποία υποδείκνυε στους καθηγητές να μην βάζουν απουσίες σε συγκεκριμένους μαθητές.
Ακόμα, σύμφωνα με την καθηγήτρια, ο διευθυντής επέτρεψε την εγγραφή ενός μαθητή στην Α’ λυκείου χωρίς να έχει απολυτήριο γυμνασίου και μετά από δική της αντίδραση τον ενέγραψε στην Α’ γυμνασίου.
Μετά από αυτά ξεκίνησε ένας ψυχολογικός και λεκτικός πόλεμος μεταξύ του διευθυντή και της φιλολόγου. Παρουσία των συναδέλφων της, όπως υποστηρίζει, την προσέβαλε και της φώναζε, ενώ δεν επέτρεψε να παρακολουθήσει ένα εκπαιδευτικό σεμινάριο του υπουργείου Παιδείας, λέγοντάς της ότι εάν πήγαινε θα την έβγαζε «αδικαιολογήτως απούσα».
Έκτοτε αντιμετώπιζε ένα ανηλεές bullying ψυχολογικού βιασμού, που θα μπορούσε να την είχε οδηγήσει σε αυτοκτονικές τάσεις εάν δεν υπήρχε η οικογένειά της να τη στηρίζει, επισημαίνει στην αίτηση ακύρωσης ενώπιον της Δικαιοσύνης. Όπως σημειώνει, αντιμετώπισε συμπτώματα πανικού, κατάθλιψης, νευρώσεων, ιλίγγους, αστάθεια και ναυτία.
Στη συνέχεια, μετά από αίτησή της, αποσπάστηκε στον νομό Αττικής, ενώ όλο αυτό το διάστημα ελάμβανε αναρρωτικές άδειες λόγω της κακής ψυχολογικής κατάστασης, στρην οποία είχε περιέλθει.
Όταν ήρθε στην Αττική αντιμετώπισε προβλήματα σχετικά με τη χορήγηση κανονικών και αναρρωτικών αδειών, με υγειονομικές επιτροπές, καθώς και με μία εμπαθή και εκδικητική σε βάρος της συμπεριφορά εκ μέρους της διευθύντριας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όπως αναφέρει.
Ακόμη, ζητούσε αναρρωτικές άδειες, εκ των οποίων άλλες ελάμβανε, άλλες όχι και άλλες τις ελάμβανε μειωμένες, με αποτέλεσμα να βρεθεί αντιμέτωπη με έξι αδικαιολόγητες αποχές από τα καθήκοντά της, κάτι που την οδήγησε στο πειθαρχικό συμβούλιο και την οριστική απόλυσή της.
Τέλος, η καθηγήτρια υποστηρίζει ότι η πειθαρχική απόφαση της απόλυσης δεν έχει επαρκή αιτιολογία και παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, ενώ παράλληλα με την απόλυσή της χάνει και το συνταξιοδοτικό δικαίωμά της μετά από 22 χρόνια υπηρεσίας στην εκπαίδευση.