Η έναρξη ισχύος της σύμβασης με την AstraZeneca είναι ένα σημαντικό βήμα προόδου, σημείωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν – Σε εξέλιξη ανάλογες συζητήσεις με τις Sanofi-GSK, Johnson & Johnson, CureVac και Moderna
Η πρώτη σύμβαση που διαπραγματεύτηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξ ονόματος των κρατών- μελών της ΕΕ με φαρμακευτική εταιρεία, τέθηκε σήμερα σε ισχύ με την επίσημη υπογραφή μεταξύ της AstraZeneca και της Επιτροπής, όπως ανακοίνωσε η Κομισιόν. Η σύμβαση θα επιτρέψει την αγορά εμβολίου κατά της COVID-19 για όλα τα κράτη- μέλη της ΕΕ, καθώς και τη δωρεά σε χώρες με χαμηλότερο και μεσαίο εισόδημα ή την αποστολή προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Μέσω της σύμβασης, θα αγοραστούν συνολικά για όλα τα κράτη- μέλη 300 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου AstraZeneca, με δυνατότητα για επιπλέον 100 εκατομμύρια δόσεις, που θα διανεμηθούν αναλογικά με βάση τον πληθυσμό.
Η Επιτροπή συνεχίζει να συζητά παρόμοιες συμφωνίες με άλλους παρασκευαστές εμβολίων και έχει ολοκληρώσει επιτυχημένες διερευνητικές συνομιλίες με την Sanofi-GSK στις 31 Ιουλίου, την Johnson & Johnson στις 13 Αυγούστου, την CureVac στις 18 Αυγούστου και τη Moderna στις 24 Αυγούστου.
«Η Επιτροπή εργάζεται ασταμάτητα για να παρέχει στους πολίτες της ΕΕ ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο κατά του COVID-19 το συντομότερο δυνατό. Η έναρξη ισχύος της σύμβασης με την AstraZeneca είναι ένα σημαντικό βήμα προόδου σε αυτό το θέμα» σημείωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν.
Από την πλευρά της, η Στέλλα Κυριακίδη, επίτροπος για την Υγεία και την Ασφάλεια των Τροφίμων, ανέφερε ότι «οι διαπραγματεύσεις μάς απέδωσαν τώρα σαφή αποτελέσματα» σημειώνοντας ότι «η σημερινή υπογραφή -η οποία κατέστη δυνατή χάρη στις σημαντικές βασικές εργασίες της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Ολλανδίας- θα διασφαλίσει ότι οι δόσεις του εμβολίου, εάν αποδειχθεί αποτελεσματικό και ασφαλές, θα παραδοθούν σε όλα τα κράτη- μέλη» και προσέθεσε: «Αναμένουμε να ανακοινώσουμε πολύ γρήγορα πρόσθετες συμφωνίες με άλλους παρασκευαστές εμβολίων».
Οι απαραίτητες απαιτήσεις ασφάλειας και η ειδική αξιολόγηση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης της αγοράς της ΕΕ εγγυώνται ότι τα δικαιώματα των πολιτών θα παραμείνουν πλήρως προστατευμένα.