Η 15η Μαρτίου του 2023 θα είναι πλέον ημέρα θλίψης όχι μόνο για την ΑΕΚ, αλλά για ολόκληρο τον ελληνικό αθλητισμό. Ο Παπαϊωάννου δεν ήταν ένας όποιος κι όποιος ποδοσφαιριστής, αλλά ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα που εμφανίστηκαν ποτέ στα ελληνικά γήπεδα.
Του Σταύρου Ζαγκανά
Η ΑΕΚ και ο φίλαθλος κόσμος της χώρας μας θρηνεί για την απώλεια του κορυφαίου Έλληνα ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα που αναχώρησε στα 80 του για τα γήπεδα των… αιθέρων.
Ήταν ο ποδοσφαιριστής που η FFHS τον αναγνώρισε το 2000 ως τον κορυφαίο Έλληνα ποδοσφαιριστή του 20ού αιώνα, ενώ το 2003 ψηφίστηκε ως ο τρίτος καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής από την ΕΠΟ για τον εορτασμό των 50 χρόνων της UEFA. Μαζί, δε, με τον Μίμη Δομάζο, τον Γιώργο Κούδα και τον Γιώργο Δεληκάρη αποτελούν την ιδανική τετράδα μέσων και επιθετικών-μέσων του ελληνικού ποδοσφαίρου, ενώ με βάση τα νούμερα και τις στατιστικές ο Παπαϊωάννου δεν έλειπε από τις ανάλογες εντεκάδες του ελληνικού ποδοσφαίρου που καταρτίζονται ανά διαστήματα από επίσημους φορείς ή και από τους απλούς φιλάθλους στις συζητήσεις και στα φόρουμ.
Ο Μίμης Παπαϊωάννου γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1942 στη Νέα Νικομήδεια της Ημαθίας. Εκεί έπαιξε πρώτη φορά ποδόσφαιρο, πριν τον αποκτήσει η Βέροια το 1959. Ήρθε στην ΑΕΚ από την ομάδα του χωριού του, τη «Νέα Γενεά» Νέας Νικομήδειας Ημαθίας, το καλοκαίρι του 1962, κατόπιν υπόδειξης του Τρύφωνα Τζανετή και απόφασης του προέδρου Νίκου Γκούμα. Με το ποσό-ρεκόρ, για την εποχή, των 175 χιλ. δραχμών, η ΑΕΚ θα καταφέρει να τον αποκτήσει το 1962. Έμελλε να είναι μία από τις πιο σημαντικές μεταγραφές στην Ιστορία της ΑΕΚ, την οποία υπηρέτησε μέχρι το 1979, κατακτώντας 5 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα.
Τη χρονιά εκείνη μετέβη στις ΗΠΑ όπου αγωνίστηκε για μια περίοδο στον Παγκύπριο Νέας Υόρκης ως παίκτης-προπονητής και κατάφερε να κατακτήσει το νταμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα και Κύπελλο. Αν και πλησίαζε τα 40, προσέλκυσε το ενδιαφέρον της κορυφαίας επαγγελματικής λίγκας των ΗΠΑ, της NASL, αλλά πλέον είχε αποφασίσει να σταματήσει.
Ντουέτο με τον Νεστορίδη
Μαζί με τον Κώστα Νεστορίδη και τους άλλους μεγάλους άσους της εποχής οδήγησαν την «Ένωση» στην κατάκτηση του τίτλου το 1963. Μετά τον τίτλο του 1963, πρωταγωνίστησε στις κατακτήσεις των πρωταθλημάτων του 1968, του 1971, του 1978 και του 1979, στα Κύπελλα του 1964, του 1966 και του 1978, στη συμμετοχή στα προημιτελικά του Πρωταθλητριών το 1968-69 και στα ημιτελικά του ΟΥΕΦΑ το 1977. Σφράγισε μάλιστα την τελευταία πρόκριση, αυτή στα προημιτελικά με αντίπαλο την Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς, σκοράροντας με ασύλληπτη κεφαλιά (με τη γνωστή ικανότητά του να στέκεται στον αέρα) το τρίτο γκολ που οδήγησε την αναμέτρηση στην παράταση και στη συνέχεια στα πέναλτι, όπου προκρίθηκε η ΑΕΚ.
Ο Μίμης Παπαϊωάννου ήταν ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών για την ΑΕΚ, με 289 γκολ σε 566 εμφανίσεις. Τα 236 σε 481 εμφανίσεις στην Α’ Εθνική.
Ήταν επίσης πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα, το 1964 και το 1966.
Αν και ξεκίνησε ως παρτενέρ του Κώστα Νεστορίδη στην επίθεση και συνέχισε την καριέρα του ως επιθετικός, ο αριστεροπόδαρος Μίμης Παπαϊωάννου είχε όλα τα τεχνικά χαρακτηριστικά που του επέτρεπαν να ξεχωρίζει και στο δημιουργικό παιχνίδι, πέρα από το να είναι εκτελεστής.
Πηδούσε στον… Θεό!
Αν και «κοντός» για επιθετικό παίκτη, που βρισκόταν και σε θέση φορ (κρυφός έστω), ο Παπαϊωάννου υπήρξε δεινός κεφαλοσφαιριστής. Έκανε ειδική προπόνηση στο άλμα, καθώς πηδούσε… στον Θεό. Ο Παπαϊωάννου των 168 εκατοστών είχε εκθέσει αρκετούς Εγγλέζους σέντερ-μπακ «θηρία»!
Υπήρξε «αρχηγός» (της ΑΕΚ) για πολλά χρόνια, πράγμα που σημαίνει πως διέθετε τεράστιο αυτοέλεγχο, κόσμια ποδοσφαιρική συμπεριφορά, παίζοντας καθαρό παιχνίδι. Όσο για τα αγωνιστικά, δεν ήταν το κλασικό «δεκάρι». Ήταν μεσο-επιθετικός – έπαιζε δηλαδή κάτω από το κέντρο του γηπέδου και βεβαίως μέσα στις αντίπαλες «περιοχές.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Σε 480 αγώνες με τη φανέλα της ΑΕΚ (κορυφαίος σε συμμετοχές στο πρωτάθλημα) πέτυχε 234 γκολ (κορυφαίος και σε γκολ), ένα ασύλληπτο νούμερο για ποδοσφαιριστή που δεν ήταν κλασικός επιθετικός, ενώ αναδείχθηκε δύο φορές «πρώτος σκόρερ» του πρωταθλήματος (1964, 1966).
Το ίδιο και στην Εθνική, καθώς σε 61 παιχνίδια ο Μίμης Παπαϊωάννου σκόραρε 21 φορές. Αυτό σημαίνει πως είναι 5ος σκόρερ όλων των εποχών, έχοντας όμως πολύ λιγότερους αγώνες από εκείνους που προπορεύονται.
Η Ρεάλ και η μεταγραφή που δεν έγινε
Από το πρώτο πρωτάθλημα που κατακτά με την ΑΕΚ, το 1963, το όνομα τού Μίμη Παπαϊωάννου ακούγεται παντού. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν ήταν 23 ετών, αποτελεί το κορυφαίο ίσως ταλέντο του ελληνικού ποδοσφαίρου και το ενδιαφέρον της μεγάλης Ρεάλ Μαδρίτης δεν θα αργήσει να εκδηλωθεί.
Στις 12 Μαΐου 1965 η ΑΕΚ αντιμετωπίζει τη Ρεάλ σ’ ένα φιλικό ματς το οποίο θα έληγε 3-3. Παρότι η ΑΕΚ έχασε την ευκαιρία για μια διεθνή νίκη, έστω και φιλική, ο Παπαϊωάννου αρπάζει την ευκαιρία για να δείξει στους Μαδριλένους ποιος στ’ αλήθεια ήταν, επιτυγχάνοντας δύο γκολ.
Το ενδιαφέρον της Ρεάλ υπήρξε άμεσο. Στο τέλος Ιουλίου του ’65 καταφθάνει στην Αθήνα ο τότε ταμίας της Ρεάλ, ο γνωστός και από το μπάσκετ Raimundo Saporta, για συζητήσεις με τον τότε πρόεδρο της ΑΕΚ Αλέξανδρο Μακρίδη.
Ο Saporta προτείνει στον Μακρίδη 4.000.000 δραχμές (ένα τεράστιο ποσό για τα μέσα του ’60), για να πάρει στη Ρεάλ τον Παπαϊωάννου, αλλά ο Μακρίδης νιώθοντας την πίεση του κόσμου, που θέλει να βλέπει τον Παπαϊωάννου με την κιτρινόμαυρη φανέλα, τα… μασάει. Θα το δούμε, του λέει, θα το συζητήσουμε με το διοικητικό συμβούλιο και τέτοια…
Οι εφημερίδες γράφουν πως ο Saporta ενδιαφερόταν να «κλείσει» τον Μίμη Παπαϊωάννου για την επόμενη χρονιά, το 1966, γιατί έως τότε δεν επιτρεπόταν ξένος παίκτης να παίξει στο ισπανικό πρωτάθλημα.
Η μεταγραφή δεν έγινε και αυτό ο Παπαϊωάννου το πήρε βαριά, προβαίνοντας σε κάτι το αναπάντεχο.
Η… παραλίγο καριέρα στο τραγούδι
Στις 24 Οκτωβρίου 1965 ο Μίμης Παπαϊωάννου δείχνει πως είναι έτοιμος να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο, φεύγοντας για την τότε Δυτική Γερμανία, μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα (μαζί και ο Χρήστος Νικολόπουλος στο μπουζούκι), εμφανιζόμενος ως τραγουδιστής!
Κι ενώ θα επιστρέψει στην Ελλάδα, μετά από κάνα δίμηνο, ο Παπαϊωάννου θα δηλώσει, προς έκπληξη όλων, ότι θα συνεχίσει να τραγουδά και στα ελληνικά μαγαζιά και κάπου εκεί… θα αλλάξει η πλάκα. Η ΑΕΚ θα αποδεχτεί αυτόν τον ας-τον-πούμε «εκβιασμό» και για να μην τον χάσει του σκάει ένα μεγάλο ποσό (500.000 δρχ.), όχι βεβαίως ίδιο μ’ εκείνο που θα του έδινε η Ρεάλ, δένοντάς τον για πάντα στην ομάδα.
Κυπελλούχος το 1966, πρωταθλητής το 1967-68, και ξανά τη σεζόν 1970-71, όμως και πάλι τον Δεκέμβριο του 1971 ο Μίμης Παπαϊωάννου, που τότε είχε κλείσει τα 29 του, σκέφτεται να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο για ν’ ασχοληθεί ξανά με το τραγούδι!
Μάλιστα, τώρα υπάρχει και δισκογραφία (!), στη μικρή εταιρεία Polyphone, ενώ και πάλι ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι στη μέση. Κόβονται, δε, και δύο 45άρια, με τα ακόλουθα τραγούδια (ανάμεσα και ο γνωστός ύμνος «Εμπρός της ΑΕΚ παλικάρια / σουτάρετε και σπάστε τα δοκάρια»):
1. «Μες στη φωτιά μου» (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου) / ΑΕΚ (Στ. Καζαντζίδη – Χρ. Κολοκοτρώνη) και 2. «Σαν πουλί κυνηγημένο» (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου / «Έχω ελαττώματα» (Χρ. Νικολόπουλου – Πυθαγόρα).
Θα βγουν και μερικά ακόμη τραγούδια σε δισκάκια το 1972, αλλά ευτυχώς ο Μίμης Παπαϊωάννου δεν θα εγκατέλειπε το ποδόσφαιρο ούτε εκείνη τη χρονιά, μα ούτε και την επομένη, παραμένοντας στα γήπεδα για 5-6 χρόνια ακόμη.
Η μεγαλειώδης πορεία του ΟΥΕΦΑ
Θα είχαμε έτσι την ευκαιρία να τον απολαύσουμε και στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ της περιόδου 1976-77 (επί προεδρίας Λουκά Μπάρλου και με προπονητή τον Τσεχοσλοβάκο/Ολλανδό Φράντισεκ Φάντρονκ), όταν η ΑΕΚ θα απέκλειε διαδοχικά τις Ντιναμό Μόσχας, Ντέρμπι Κάουντι, Ερυθρό Αστέρα Βελιγραδίου και Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς, φθάνοντας μέχρι τα ημιτελικά, για να αποκλειστεί εκεί από την ιταλική Γιουβέντους.
Η συμβολή του Παπαϊωάννου σ’ εκείνη την ανυπέρβλητη πορεία υπήρξε βεβαίως σημαντικότατη, με καθοριστικά γκολ στους αγώνες με την Ντιναμό, τον Ερυθρό Αστέρα και την Κ.Π.Ρ.
Δύο νέα πρωταθλήματα για εκείνη την αληθινά μεγάλη ΑΕΚ, για τις σεζόν 1977-78 και 1978-79, όπως κι ένα Κύπελλο Ελλάδος, το 1978, ήταν οι τελευταίοι σημαντικοί τίτλοι που θα σήκωνε στα χέρια του αυτός ο τεράστιος ποδοσφαιριστής.
Πέρα από τα μαγικά με το αριστερό πόδι του και τις ασύλληπτες κεφαλιές του, ο Μίμης Παπαϊωάννου θα μείνει στην Ιστορία και με τη φωνή του. Αυτός, άλλωστε, τραγουδάει τον ύμνο της ΑΕΚ, για την εποχή που της Ρεάλ το φόβητρο έγινε το όνομά της… Τον ύμνο που ακουγόταν και θα ακούγεται έπειτα από κάθε γκολ στην «Αγιά Σοφιά» και θα συνοδεύει το ταξίδι του «αρχηγού των αρχηγών» που έφυγε στα 80 του για την αιωνιότητα…
[postgallery]
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Κωνσταντίνος Αργυρός: Η εντυπωσιακή νέα σύντροφος του τραγουδιστή
Forbes: Οι σταρ που «έχτισαν» περιουσίες το 2022 – Πόσα χρήματα κέρδισε ο καθένας