Ένα μεγάλο δημόσιο έργο βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Θα έπρεπε να έχει παραδοθεί από το 2010, όμως πέντε χρόνια μετά ακόμα οι εργασίες συνεχίζονται. Στοιχίζει στους φορολογούμενους 16 εκατ. ευρώ τον μήνα. Στην κατασκευή του συμμετέχουν κορυφαίες γερμανικές εταιρείες, όπως η Siemens και η Bosch.
Η περιγραφή αυτή θα μπορούσε να αφορά ένα εργοτάξιο κάπου στην Ελλάδα, όμως βρίσκεται στην καρδιά της Γερμανίας.
Πρόκειται για το νέο διεθνές αεροδρόμιο του Βερολίνου, που τα γερμανικά ΜΜΕ χαρακτηρίζουν «το εργοτάξιο του τρόμου».
Το έργο, κόστους 6,8 δις ευρώ, είχε προγραμματιστεί να παραδοθεί το 2010. Κατασκευαστικά λάθη και διοικητικές αδυναμίες όμως έχουν οδηγήσει στην κατάρριψη κάθε χρονοδιαγράμματος, με κάθε μήνα καθυστέρησης να κοστίζει στον Γερμανό φορολογούμενο 16 εκατ. ευρώ.
Όλα άρχισαν όταν το νέο Airbus A380 κατέκτησε τους αιθέρες, γεγονός που οδήγησε στην απόφαση να καθυστερήσει η παράδοση του έργου προκειμένου να επεκταθεί.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών, ζητήθηκε από μηχανικούς και αρχιτέκτονες να επανασχεδιάσουν το αεροδρόμιο και να επανακατασκευάσουν τοίχους, εξόδους, φώτα κινδύνου, συστήματα εξαερισμού, παράθυρα, ανελκυστήρες και σκάλες.
Το αεροδρόμιο επεκτάθηκε από τα 200.000 στις 350.000 τετραγωνικά μέτρα. Οι εργασίες κατανεμήθηκαν σε 7 κατασκευαστές και εκατοντάδες υπεργολάβους.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το σύστημα πυρασφάλειας. Η ομάδα των μηχανικών ανήκε στην Siemens και την Bosch. Πρότειναν ένα σύστημα που περιελάμβανε 3.000 πόρτες πυρασφάλειας, 65.000 εκτοξευτές αφρού, χιλιάδες ανιχνευτές καπνού, έναν λαβύρινθο από κανάλια για τη διοχέτευση του καπνού και περίπου 100 χλμ καλώδια.
Ωστόσο, οι δοκιμές αποκάλυψαν καίριες αστοχίες στο σύστημα, με δυσλειτουργικούς συναγερμούς, λάθος τοποθετημένες καλωδιώσεις και επικίνδυνα σχεδιασμένους αγωγούς καπνού.
Η αποτυχία παράδοσης του έργου εντός της προθεσμίας αποτέλεσε την αρχή ενός κύκλου αλληλοκατηγοριών, με τους εκπροσώπους των Bosch και Siemens να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι οι εταιρείες τους δεν φέρουν καμία ευθύνη.
Για να μην ξεφύγει από κάθε έλεγχο η κατάσταση, ο διευθύνων σύμβουλος της κοινοπραξίας που κατασκεύαζε το έργο προσπάθησε να υποβαθμίσει την επικινδυνότητα των εγκαταστάσεων, ενώ σύστησε μια ειδική επιτροπή για να μελετήσει το πρόβλημα και να προτείνει μια λύση, έτσι ώστε το αεροδρόμιο να παραδοθεί εντός της προθεσμίας.
Τον Μάρτιο του 2012 η επιτροπή πρότεινε μια… ρηξικέλευθη λύση: 800 χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι θα βρίσκονται σε μόνιμη βάση σε κομβικά σημεία του αεροδρομίου, και αν τυχόν κάποιος μύριζε φωτιά θα… τηλεφωνούσε στην πυροσβεστική και θα οδηγούσε τους επιβάτες στις εξόδους διαφυγής!
Τον Απρίλιο του 2012 τα ΜΜΕ καλωσόρισαν το, έστω και καθυστερημένο, άνοιγμα του αεροδρομίου.
Σε μία αστραφτερή τελετή, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ έκοψε την κορδέλα.
Ωστόσο, μόλις απομακρύνθηκαν οι κάμερες, η Πυροσβεστική αρνήθηκε να δώσει άδεια λειτουργίας, όταν άκουσε για τους «ανθρώπινους ανιχνευτές καπνού».
Ως αποτέλεσμα, ο μέχρι τότε διευθύνων σύμβουλος της κοινοπραξίας αποπέμφθηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε ο πρώην ΔΣ των γερμανικών σιδηροδρόμων και της Air Berlin.
Η παράδοση του αεροδρομίου συνέχισε να υπερβαίνει το ένα χρονικό όριο μετά το άλλο, και πλέον υπολογίζεται ότι δεν πρόκειται να ανοίξει πριν το 2018 – 2019, με κόστος τριπλάσιο του προϋπολογισθέντος.