Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Σκανδαλώδεις προσλήψεις σεκιουριτάδων στον Δήμο Αθηναίων λίγο πριν την επάνοδο των Δημοτικών Αστυνομικών

Toυ Θάνου Πασχάλη

Λεφτά με τη σέσουλα και για ξόδεμα  φαίνεται πως έχει ο Δήμος Αθηναίων και προχωρά και σε νέες προσλήψεις, αυτή τη φορά ιδιωτικών αστυνομικών μέσω  ιδιωτικής εταιρείας “Σεκιούριτι “για την φύλαξη των κτιρίων-εγκαταστάσεων του.

Το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισε κατά πλειοψηφία στις 20 Μαίου, και ενώ είχε ήδη ξεκινήσει η διαδικασία για την επαναπρόσληψη των δημοτικών αστυνομικών που είχαν απολυθεί η τεθεί σε διαθεσιμότητα,να εγκρίνει τη διενέργεια διεθνούς μειοδοτικού διαγωνισμού για την σύναψη σύμβασης με ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι με αποκλειστικό σκοπό τη φύλαξη των κτιρίων του.

Η ενέργεια αυτή -και ενώ σύντομα θα επανακάμψουν στο δήμο εκατοντάδες δημοτικοί αστυνομικοί ορισμένοι από τους οποίους είναι επιφορτισμένοι, όπως συνέβαινε και παλαιότερα,  για τη φύλαξη των εγκαταστάσεων του δήμου, εξόργισε τους εργαζόμενους του Δήμου που προσέφυγαν εναντίον του στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής.

“Η προκήρυξη του ως άνω διαγωνισμού από τον Δήμο Αθηναίων, δηλώνει ο δικηγόρος των εργαζομένων Πέτρος Τσαντίλας, λίγες μάλιστα ημέρες πριν λάβουμε γνώση του ακριβούς αριθμού των δημοτικών αστυνομικών που θα επιστρέψουν στο Δήμο, εγείρει πολλά ερωτήματα ως προς τη σκοπιμότητα που αυτή εξυπηρετεί.

“Και εμείς αναρωτιόμαστε..Δεν φτάνουν οι δημοτικοί αστυνομικοί που θα επιστρέψουν ; Υπάρχει διαθέσιμο κρατικό χρήμα και για ανώφελες προσλήψεις ; Ρωτάμε…

 

ΠΡΟΣΦΥΓΗ

Του Συλλόγου Εργαζομένων Δήμου Αθηναίων (Σ.Ε.Δ.Α)

ΚΑΤΑ

Της Υπ΄ Αρ. Πρωτ. 171394/20.05.2015 Απόφασης του Δημοτικού

Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων

Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Με την από 14.05.2015 απόφασή του, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου

Αθηναίων αποφάσισε κατά πλειοψηφία, να εγκρίνει τη διενέργεια διεθνούς

μειοδοτικού διαγωνισμού για την συμπληρωματική φύλαξη κτηρίων-

εγκαταστάσεων του Δήμου Αθηναίων. Η ως άνω απόφαση, στηριζόμενη στην με

Α.Π. 132894/2015 έκθεση υφιστάμενης κατάστασης Φύλαξης Κτηρίων του Δήμου

Αθηναίων, τυγχάνει ακυρωτέα ως πλημμελώς αιτιολογημένη και αντιβαίνουσα

ειδικών διατάξεων και γενικών αρχών του Διοικητικού και Συνταγματικού Δικαίου.

ΙΙ. ΝΟΜΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Λόγος Ακύρωσης:

Πλημμελής Αιτιολογία- Παράβαση των διατάξεων Κώδικα

Διοικητικής Διαδικασίας.

Το άρθρο 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, κατοχυρώνει νομοθετικά, από

το 1999, την υποχρέωση αιτιολογίας όλων των ατομικών διοικητικών πράξεων

(ευμενών και δυσμενών) ορίζοντας στην παρ. 1 αυτού ότι «Η ατομική διοικητική

πράξη πρέπει να περιέχει αιτιολογία, η οποία να περιλαμβάνει τη διαπίστωση της

2

συνδρομής των κατά νόμο προϋποθέσεων για την έκδοσή της.». Βάσει μιας

πρώτης προσέγγισης του εξαιρετικά σύνθετου αυτού ζητήματος, αιτιολογία είναι,

γενικά, η αναφορά των κανόνων δικαίου που ρυθμίζουν την έκδοση της

διοικητικής πράξης και της ερμηνείας τους, της διαπίστωσης ότι συντρέχουν οι

πραγματικές και νομικές καταστάσεις ενόψει των οποίων επιβάλλεται ή

επιτρέπεται η έκδοση της πράξης κατ’ εφαρμογή των κανόνων αυτών, τη

διαπίστωση της συνδρομής και την εκτίμηση των σχετικών πραγματικών

περιστατικών, καθώς και των σκέψεων του διοικητικού οργάνου που οδήγησαν

στην έκδοση ή την άρνηση της έκδοσης της διοικητικής πράξης. Πρέπει να

τονιστεί ότι και πριν τη θέση σε ισχύ του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, το ΣτΕ

είχε αναγνωρίσει από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του (ήδη με την απόφαση

ΣτΕ 59/1930), την υποχρέωση αιτιολόγησης των διοικητικών πράξεων

διαπλάθοντας σταδιακά την κατασκευή των «εκ φύσεως αιτιολογητέων πράξεων»,

στις οποίες περιλαμβάνονταν κυρίως οι δυσμενείς πράξεις και οι πράξεις

διακριτικής ευχέρειας.

Ρητή συνταγματική κατοχύρωση της υποχρέωσης για αιτιολογία των διοικητικών

πράξεων δεν υπάρχει, αν εξαιρέσουμε τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 1 του

Συντάγματος, που υποχρεώνει τις αρχές να απαντούν αιτιολογημένα στις αιτήσεις

των πολιτών, διατύπωση από την οποία δεν μπορεί να συναχθεί, ωστόσο,

γενικός κανόνας, και του άρθρου 11 παρ. 2 που προβλέπει την απαγόρευση των

υπαίθριων συναθροίσεων με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής. Ως

συνταγματικό έρεισμα της υποχρέωσης για αιτιολογία αξιοποιείται συνήθως η

αρχή του κράτους δικαίου, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 παρ. 1 του

Συντάγματος και ως ειδικότερη πτυχή της η αρχή της νομιμότητας, από τις οποίες

απορρέει η αρχή της φανερής δράσης της διοίκησης και της διαφάνειας, ενώ

γίνεται σύνδεση με το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και προηγούμενης

ακρόασης (άρθρο 20 του Συντάγματος), με την αρχή της αξιοκρατίας και

σπανιότερα με την αρχή του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (άρθρο 2

παρ. 1 του Συντάγματος).

Σε ενωσιακό επίπεδο, η υποχρέωση της διοίκησης για αιτιολογία των πράξεών

της κατοχυρώνεται στο άρθρο 41 παρ. 1 περ. γ’ του Χάρτη Θεμελιωδών

Δικαιωμάτων, στο πλαίσιο του δικαιώματος χρηστής διοίκησης, επιτυγχάνοντας,

μ’ αυτόν τον τρόπο, τη σύνδεση της εν λόγω υποχρέωσης με τα δικαιώματα

3

άμυνας του διοικουμένου και ιδίως με το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης. Την

αιτιολογία όλων των πράξεων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης προβλέπει και

το άρθρο 296 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 253 ΕΚ).

Σημασία της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων

Η υποχρέωση της διοίκησης για αιτιολογία έχει μεγάλη χρησιμότητα σε πολλά

επίπεδα: Στο διαδικαστικό στάδιο, η παράθεση των νομικών και πραγματικών

λόγων που στηρίζουν τις μονομερείς αποφάσεις της διοίκησης, ως τυπική

απαίτηση της κατάρτισης των ατομικών πράξεων, αναπτύσσει προστατευτική

λειτουργία για τους διοικουμένους καθώς συμβάλλει στην εγγύηση των ατομικών

τους δικαιωμάτων και συμφερόντων, αποτελεί πηγή ενημέρωσής τους και

συντελεί στον εξορθολογισμό των διοικητικών αποφάσεων καθώς το εκάστοτε

διοικητικό όργανο «εξαναγκάζεται» να εξετάσει σοβαρά την κάθε υπόθεση και να

καταστρώσει έναν νομικό συλλογισμό που θα διασφαλίσει τη σωστή εφαρμογή

του νόμου. Εξάλλου, μέσω της αιτιολογίας ελέγχεται η άσκηση του δικαιώματος

της προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου, αφού η λήψη υπόψη των

ουσιωδών ισχυρισμών του και ο σχολιασμός τους από τη διοίκηση θα

αποτυπωθεί στην αιτιολογία της διοικητικής πράξης. Από την άλλη, ενώπιον των

δικαστηρίων, η παράθεση αιτιολογίας λειτουργεί επιβοηθητικά τόσο ως προς τον

δικαστή, ο οποίος μέσω του ελέγχου της διευρύνει τα όρια του δικού του ελέγχου

και έχει την ευκαιρία να υπεισέλθει στα ζητήματα ουσιαστικής παρανομίας της

κάθε υπόθεσης και να τα επιλύσει, όσο και ως προς τον διοικούμενο, ο οποίος

μπορεί να αναπτύξει πληρέστερα τα επιχειρήματά του για να επιδιώξει την

ικανοποίηση του συμφέροντός του.

Τέλος, βάσει της διάταξης του άρθρου 17 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής

Διαδικασίας, η αιτιολογία σχετίζεται, αναπόφευκτα, με το βάρος απόδειξης για τη

συνδρομή των πραγματικών περιστατικών που είναι προϋπόθεση της έκδοσης

της πράξης, αφού όταν η πράξη εκδίδεται αυτεπαγγέλτως, η συγκέντρωση των

αποδεικτικών στοιχείων επαφίεται στο αρμόδιο όργανο ενώ όταν εκδίδεται μετά

από αίτηση του ενδιαφερομένου τη σχετική υποχρέωση φέρει ο τελευταίος.

4

Στην προκειμένη περίπτωση, αν και πρόκειται για κανονιστική πράξη, η

αναγκαιότητα πλήρους και επαρκούς αιτιολόγησης εδράζεται στις αυτές ως άνω

εκτεθείσες διατάξεις. Παρά ταύτα, παρατηρούμε, πως ούτε στο σώμα της

απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, ούτε στα αναφερόμενα σε αυτήν έγγραφα

υφίσταται επαρκής αιτιολογία της προσβαλλόμενης με την παρούσα πράξης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, (Ν 3731/2008 άρθρο 21

παράγραφος 11), οι ανάγκες των ΟΤΑ για φύλαξη των κτηρίων τους, είναι

δυνατόν να καλύπτονται κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού από επιχειρήσεις

παροχής υπηρεσιών ασφαλείας. Εκ των ως άνω προκύπτει σαφώς, πως

παρέχεται μεν η δυνατότητα άσκησης μειοδοτικού διαγωνισμού εκ του νόμου,

εναπόκειται δε, στην διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε Οργανισμού Τοπικής

Αυτοδιοίκησης να κρίνει αν, και κατά πόσον είναι επιβεβλημένη η άσκηση αυτού,

συνυπολογιζόμενων των αναγκών του, αλλά και του διαθέσιμου λοιπού

προσωπικού. Αν και η κρίση επί της ουσίας και της σκοπιμότητας λήψης της ως

άνω απόφασης δεν είναι ελεγκτέα από εσάς, εντούτοις η ύπαρξη επαρκούς

αιτιολόγησης, δυνάμει της οποίας να αιτιολογείται η ανάγκη άσκησης μειοδοτικού

διαγωνισμού, αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης

πράξης και τυγχάνει ελέγξιμο από εσάς.

Για να είναι παραδεκτή δε, ως επαρκής και πλήρης η ως άνω αιτιολογία, πρέπει

υποχρεωτικά να αναφέρονται όλες οι ανάγκες για φύλαξη στα υφιστάμενα

Δημοτικά κτήρια, και ταυτοχρόνως να αποδεικνύεται η αδυναμία κάλυψης των

αναγκών αυτών από το υφιστάμενο ανθρώπινο δυναμικό. Παρόλα αυτά, εξ όσων

προκύπτει εκ των υφιστάμενων στην αιτιολογία της πράξης στοιχείων και των

μνημονευόμενων σε αυτήν εγγράφων, παρά την αποτύπωση των αναγκών σε

φύλαξη ( κτιριακών εγκαταστάσεων προς φύλαξη, και απαιτούμενων δαπανών),

δεν αναπτύσσεται σε κανένα σημείο η δυνατότητα κάλυψης των αναγκών αυτών

από το υφιστάμενο προσωπικό του Δήμου, συνυπολογιζόμενων και των

απολυθέντων ή διαθέσιμων υπαλλήλων που επιστρέφουν στην υπηρεσία του

Δήμου δυνάμει του Ν. 4325/2015.

Μάλιστα κρίνεται ως προδήλως καταχρηστική η προκήρυξη του ως άνω

διαγωνισμού από τον Δήμο Αθηναίων, λίγες μόλις ημέρες πριν λάβουμε γνώση

του ακριβή αριθμού των Δημοτικών Αστυνομικών που θα επιστρέψουν στον Δήμο

5

Αθηναίων, και πριν την ολοκλήρωση της διαδικασίας στελέχωσης του

επανασυσταθέντος κλάδου των Σχολικών Φυλάκων, εγείροντας πολλά

ερωτήματα ως προς την σκοπιμότητα που αυτή επιτελεί.

Επειδή, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει ουσιωδώς ως προς την αιτιολογία,

Επειδή, η ως άνω πλημμελής αιτιολογία αυτής, συνιστά λόγο ακύρωσής της από

Επειδή, η απόφαση αυτή ελήφθη κατά προδήλως καταχρηστικό τρόπο όπως

ρητώς αναφέρθηκε άνωθι,

Επειδή, η παρούσα εισάγεται παραδεκτώς ενώπιόν σας,

Επειδή, έχουμε έννομο συμφέρον προσβολής αυτής,

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

και με την επιφύλαξη παντός ετέρου νομίμου δικαιώματος μας

ΖΗΤΟΥΜΕ

Να γίνει δεκτή η παρούσα Προσφυγή μας.

Να ακυρωθεί η Υπ΄ Αρ.Πρωτ. 171394/20.05.2015 Απόφαση του

Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων.

Αθήνα, 28 Μαΐου 2015

Ο Πρόεδρος του ΣΕΔΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ