Του Νίκου Νικολετάκη
Η Μαριάννα βρίσκεται κλειδωμένη πίσω από τα κάγκελα στο δωμάτιο της στον Άμμο Μεσσηνίας κοντά στην Καλαμάτα. Εικόνες γροθιά στο στομάχι στην Ελλάδα του 2024. Η 29χρονη περνά μάλιστα αρκετές ώρες κάθε μέρα και σε έναν υπαίθριο χώρο με κούνια στην αυλή που θυμίζει κλουβί! Το θέμα είχε αναδείξει το ereportaz από πέρσι. Διαβάστε το ρεπορτάζ εδώ.
Όπως μας λέει η κ. Σοφία Νινιού, πρώην ανάδοχος της Μαριάννας, που έχει αναλάβει την φροντίδα της κοπέλας ως δικαστική συμπαραστάτης μαζί με άλλα μέλη της οικογένειας της, είναι αναγκασμένη να την κρατά κλειδωμένη καθώς το κορίτσι αντιμετωπίζει ένα σοβαρό ψυχοσωματικό νόσημα.
«Αναγκαστήκαμε να την κλειδώσουμε για δική της προστασία και για δική μας, πρέπει να επιβιώσουμε έτσι, αφού δεν υπάρχει άλλος τρόπος να βοηθηθούμε από το κράτος. Η καθημερινότητα είναι μαρτυρική. Τα προβλήματα κάτι περισσότερο από σοβαρά και κανένας δεν δίνει σημασία ακόμα και για τα ζητήματα υγείας» τονίζει η μητέρα η οποία σημειώνει ότι το κορίτσι αναγκάζεται να παίρνει 25 χάπια την ημέρα τα οποία και πάλι δεν της φτάνουν για όλο το 24ωρο.
Η κ. Νινιού που είχε ήδη αποκτήσει δύο δικά της παιδιά, έγινε ανάδοχος της Μαριάννας το 1997, όταν το κοριτσάκι ήταν 22 μηνών. Τότε το πήρε από το «Κέντρο Βρεφών Η Μητέρα». Όπως μας λέει, είχε πληροφορηθεί από την αρχή ότι είχε ελαφρά νοητική υστέρηση όμως σταδιακά η κατάσταση του παιδιού επιδεινώθηκε. «Πήραμε ένα παιδάκι και μείναμε τελείως αβοήθητοι. Εμείς νομίζαμε ότι θα έχουμε κάποια βοήθεια και θα είναι όλα καλύτερα. Προσπαθούσαμε μέχρι το 2017, ότι δυσκολίες και αν είχαμε, από κει και μετά όμως χειροτέρεψαν τα πράγματα, βοήθεια καμία. Το παιδάκι είναι εντελώς παρατημένο, ούτε μία ψυχοθεραπεία, κανείς δεν έρχεται. Μόνο όταν ειδοποιούμε την κινητή ψυχιατρική μονάδα του νοσοκομείου Καλαμάτας έρχεται ο γιατρός, αλλά και πάλι δεν μπορείς να τον καλέσεις γιατί σου λέει «η κατάσταση αυτή είναι μία και συγκεκριμένη, παίρνει την αγωγή της, τα ίδια φάρμακα, με λίγη παραλλαγή από και μετά σου λέει «τι να σου κάνω, πρέπει κι άλλοι να βοηθήσουν».
Όπως μας λέει η κ. Νινιού η οικογένεια πήρε την απόφαση να κλειδώνει την κοπέλα πριν από μερικά χρόνια, για την ασφάλεια της ίδιας και των άλλων: «Το αποφάσισα εγώ όταν είδα ότι δεν μπορούμε να επιβιώσουμε με το παιδί ελεύθερο μέσα στο σπίτι. Προσπαθούμε όλα να τα κάνουμε ασφαλή. Το ρεύμα περνάει έξω από το σπίτι και το δωμάτιο μέσα έχει μία μπαλαντέζα, την ημέρα βγαίνει από την πρίζα, είναι ένα απολύτως προστατευμένο δωμάτιο. Γιατί πρώτα της είχαμε τηλεόραση, την πέταξε κάτω, την ποδοπάτησε τη μεγάλη κατατρομάξαμε. Μετά γκρέμισε από το μπάνιο έναν καθρέφτη, τον βγάλαμε και αυτόν, παραλίγο να χτυπήσει.
Η κ. Νινιού πήρε μόνη της την απόφαση να κλειδώνει το κορίτσι χωρίς να πάρει τη γνώμη κάποιου αρμόδιου επιστήμονα: «Δεν ρώτησα κανέναν άλλον εκτός από την οικογένεια μου. Η οδηγία είναι από μένα που ξέρω ότι το παιδί πρέπει να είναι προστατευμένο, ταϊσμένο και να καλοπερνάει. Θα μου πεις τώρα καλοπέραση είναι να την έχεις κλειδωμένη μερικές ώρες; Και τι να κάνω δηλαδή; Άμα την πάω κάπου αλλού νομίζετε ότι θα την έχουν ξεκλείδωτη; Θα την τσακίσουν αυτό σας το λέω» τονίζει. Αν και η οικογένεια προσπάθησε να παρακολουθήσει ειδική εκπαίδευση από την προσχολική ηλικία, οι αρμόδιοι την έστειλαν σε κανονικές τάξεις τόσο στο νηπιαγωγείο όσο και στο δημοτικό σχολείο. «Το κορίτσι δέχθηκε bullying από πολύ μικρή ηλικία, από συμμαθητές αλλά και εκπαιδευτικούς. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν τον Απρίλιο του 2006 να κλονιστεί σοβαρά η υγεία του παιδιού και από τότε να ξεκινήσει ένας πραγματικός γολγοθάς για όλους.
Το παιδί ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Κλειστήκαμε στο σπίτι. Οι δυο μας. Χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον από το “Μητέρα”. Δεν άντεξε την απόρριψη από τ’ άλλα παιδιά στα σχολεία που πήγαινε και την ψυχολογική βία που υπέστη και αρρώστησε. Μας κάλεσε ο διευθυντής του δημοτικού σχολείου όταν η Μαριάννα πήγαινε στη Δευτέρα τάξη και μας είπε να την πάμε σε ΚΔΑΥ» αναφέρει η κ. Νινιού. Δεν είχε την επιστημονική Βοήθεια που χρειαζόταν ή, αν την είχε, πάντα αυτή ερχόταν με καθυστέρηση. Νοσηλεύτηκε δύο φορές στη ΜΕΠ Ραφήνας και 86 ημέρες δεν μας άφηναν να τη βλέπουμε. Διαμαρτυρήθηκα αλλά κανείς δεν με άκουγε. Μετά από πολλά, τον Ιανουάριο του 2007 έβαλαν συνοδό στο παιδί για να μπορεί να πάει σχολείο. Ήταν μια ψυχολόγος που πήγαινε
το απόγευμα στο ΤΕΙ και το βράδυ δούλευε. Η κοπέλα κουραζόταν και πολλές φορές δεν ερχόταν. Το συνόδευα μόνη μου στο σχολείο. Έμενα στο προαύλιο 4 ώρες για να με βλέπει.
Το παιδί δεν είχε την κατάλληλη προσοχή από ειδικούς, όπως έπρεπε, και κουράστηκε. Ξανακύλησε. Ξανάρχισε να έχει κρίσεις. Ζητούσα έναν απλό νοσηλευτή από το «Μητέρα» να έρθει σπίτι και να με βοηθήσει, αλλά τίποτα. Το αποτέλεσμα ήταν να κλείσουν το παιδί για δεύτερη φορά στη ΜΕΠ Ραφήνας. Μια νοσηλεία που την έκανε χειρότερα. Να γράψετε ότι το παιδί μου χάνεται στη γραφειοκρατία, στην ανυπαρξία και στην αγάπη που ισχυρίζονται ότι έχουν τα ιδρύματα γι’ αυτά τα παιδιά. Οι ανάδοχοι γονείς έχουν υποχρεώσεις δυστυχώς όμως δεν έχουν κανένα δικαίωμα», μας λέει η Σοφία Νινιού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μεσσηνία: Σε απόγνωση ανάδοχη μητέρα 27χρονης με ψυχιατρικό πρόβλημα – “Αδιαφορεί η πολιτεία”
Σκιάθος: 83χρονη πήγε να φωτογραφίσει τις απογειώσεις – Έφυγε με σπασμένο ισχίο
Για να έχει μάλιστα περισσότερο χώρο να κινείται η Μαριάννα η οικογένεια αποφάσισε να μετακομίσει από το Περιστέρι στο χωριό Άμμος κοντά στην Καλαμάτα. «Είχα ζητήσει εγώ βοήθεια από το νοσοκομείο της Καλαμάτας από την κοινωνική υπηρεσία, είχα συναντήσει μια πολύ καλή κυρία που έφυγε και πήρε σύνταξη, είχα πολύ καλή συνεννόηση μαζί της και προσπαθούσε να με βοηθήσει με το παιδί. Μετά όμως εκείνη έφυγε, ήρθαν κάποιες άλλες κυρίες οι οποίες όμως δεν νομίζω ότι μπορούσαν να κάνουν και κάτι. Γιατί στο δήμο δεν περισσεύει τίποτα, δεν υπάρχει τίποτα να σε βοηθήσει εκεί από κοινωνικής πλευράς. Ούτε και αυτές μπορούσαν να κάνουν κάτι» λέει με παράπονο.
Το 2022 η κ. Νινιού έστειλε επιστολή ζητώντας βοήθεια από την τότε υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αρμόδια για τα θέματα πρόνοιας Δόμνα Μιχαηλίδου.
«Της έλεγα ότι βαρέθηκα να κλειδώνω τα νιάτα, με το ένα χέρι να ταΐζω το παιδί και με το ίδιο χέρι να το κλειδώνω. Νιώθω δηλαδή πολύ άσχημα που το κάνω αυτό κάθε φορά αλλά είμαι υποχρεωμένη, δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Άργησαν να μου απαντήσουν, τους έστειλα και ένα βίντεο. Αυτό που πιστεύουν ως νοοτροπία είναι ότι «αν δεν μπορείς να το έχεις δώστο. Δεν είναι όμως λύση αυτή. Να δώσω ένα παιδί τόσο καλά μεγαλωμένο, φροντισμένο, δεν είναι ότι δεν καταλαβαίνει, καταλαβαίνει αλλά όταν περνάνε άσχημες σκέψεις από το μυαλό της μπορεί να σου επιτεθεί χωρίς να το καταλάβει. Και μετά σου λέει «Συγνώμη μανούλα μου». Μα της λέω «παιδί μου δεν το ήθελες», είναι πάρα πολύ καλό και ευγενικό παιδάκι» επισημαίνει η γυναίκα που έχει αναλάβει τον ρόλο της μητέρας του κοριτσιού.
«Ήρθαν σε επαφή με την κυρία Μιχαηλίδου η κοινωνική υπηρεσία του νοσοκομείου Καλαμάτας, είπαν το ένα είπαν το άλλο, εγώ περίμενα βοήθεια, βοήθεια δεν ήρθε ποτέ, μόνο ήρθαν εκείνες, στα γενέθλιά της κιόλας και μου λέει η κοινωνική λειτουργός «άνοιξε την πόρτα». Της λέω «άμα ανοίξω την πόρτα θα γίνεις καινούργια» δεν μπορώ να την ανοίξω και για τη δική σου ασφάλεια και για τη δική της». Βέβαια δεν είναι πάντοτε έτσι, μπορεί να μην έκανε και τίποτα αλλά εγώ που ξέρω πώς κινείται δεν μπορώ να το ρισκάρω. Εδώ η ψυχολόγος εδώ που μίλαγε μαζί της φοβόμουν μήπως της επιτεθεί. Δεν έκανε κάτι το παιδάκι, αν όμως έκανε;
Μέχρι τις 10 το πρωί είναι καλά η διάθεσή της από κει πέρα όχι, γιατί πίνει χάπια, κοιμάται στις 9, τα φάρμακα τελειώνουν,
θέλει τρεις δόσεις. 22 ώρες καλύπτονται. Η Κοινωνική λειτουργός επέμενε:«Αν δεν ξεκλειδώσεις την πόρτα θα σε πάω στον Εισαγγελέα». Της λέω «να με πας όπου θέλεις». Φεύγουν οι γυναίκες και μετά από δύο μέρες ξανάρχονται και μου λέει η μία: «Κοίταξε να δεις, δύο νύχτες δεν κοιμηθήκαμε, πρέπει οπωσδήποτε να σε πάμε στον Εισαγγελέα».
Ακόμα δεν με πήγες της λέω; Πήγαν τελικά και μου στέλνει ο εισαγγελέας τρεις αστυνομικούς, δύο άντρες μία κοπέλα. Βρήκαν τη Μαριάννα να κάνει μπανάκι στην πισίνα πέρσι το καλοκαίρι κι εμείς να την προσέχουμε. Κατάλαβαν οι άνθρωποι, τους εξήγησα γιατί μπαίνει εδώ, γιατί κάθεται εκεί και φύγανε βουρκωμένοι το καταλαβαίνετε; Τράβηξαν και μία φωτογραφία και την πήγαν στην εισαγγελέα. Δεν έκανε τίποτα γιατί κατάλαβε ότι το παιδί δεν κινδυνεύει από κάτι, απεναντίας το προστατεύουμε γιατί δεν έχουμε από πουθενά βοήθεια. Υπάρχει κράτος πουθενά; Όχι!» σημειώνει η κ. Νινιού.
Μετά από δικαστικό αγώνα η οικογένεια ανέλαβε την επιτροπεία της Μαριάννας και στη συνέχεια τη δικαστική της συμπαράσταση. Από τότε διεκόπη το επίδομα που λαμβάνουν οι ανάδοχοι παιδιών. Αυτή τη στιγμή ανεβαίνει τον δικό της Γολγοθά με μόνη ενίσχυση τα 313 ευρώ επίδομα αναπηρίας από το ΚΕΠΑ. Η οικογένεια επιβιώνει με μία χαμηλή σύνταξη.
Το μόνο που ζητάω είναι στήριξη. Έναν άνθρωπο να έρχεται να μιλάει με το παιδί, να μπορεί να βγάζει τα εσώψυχα του. Με μένα μιλάει, με την αδερφή της μιλάει, με τον πατέρα της κάνει το ίδιο, αλλά δεν θέλει και κάποιον ειδικό; Πού να βρεθεί αυτός; Δυσεύρετος» καταλήγει η κ. Νινιού.
Ψυχίατρος: Προσωπικά δεδομένα
Ο Ψυχίατρος που παρακολουθεί τα τελευταία χρόνια την Μαριάννα και η Κοινωνική Λειτουργός της κινητής μονάδας ψυχικής υγείας του νοσοκομείου Καλαμάτας που έχει τον φάκελο της 29χρονης αρνήθηκαν να μας δώσουν οποιαδήποτε πληροφορία για την υπόθεση επικαλούμενοι τον νόμο περί προσωπικών δεδομένων.
Από τον Δήμο Καλαμάτας μας είπαν ότι «Η περίπτωση του συγκεκριμένου ατόμου ξεπερνούσε την αρμοδιότητα μας. Χρειαζόταν ειδικούς στον τομέα της υγείας. Έτσι λοιπόν εμείς από τον Απρίλιο του 2023 παραπέμψαμε την περίπτωση αυτή στην κινητή μονάδα ψυχικής υγείας του νοσοκομείου Καλαμάτας που έχει το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό να ασχοληθεί με την ιδιαιτερότητα αυτού του ατόμου».