«Καμπανάκι» κινδύνου με εύσχημο τρόπο κρούει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για την επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων, η οποία θυμίζει τις προ κρίσης εποχές. Άλλωστε και η συνεχιζόμενη πτώση των εξαγωγών δημιουργεί συνθήκες ανησυχίας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέσα στο επόμενο διάστημα.
Όπως αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδoς, η συγκυριακή, όπως την χαρακτηρίζει, επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων, δημιουργεί ερωτηματικά για το κατά πόσον η ελληνική οικονομία θα επανέλθει στην προ πανδημίας και προ του ρωσοουκρανικού πολέμου κατάσταση και θα συνεχίσει την προγενέστερη πορεία βελτίωσης.
Υπενθυμίζεται άλλωστε πως, ήδη από το 2022, ενώ το δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατέγραψε βελτίωση με την Ελλάδα να μπαίνει σε τροχιά πρωτογενών πλεονασμάτων, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών επιδεινώθηκε περαιτέρω.
Η επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων τοποθετείται από την ΤτΕ αρχικά λόγω της εκδήλωσης της πανδημίας και στη συνέχεια λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, και γι’ αυτό τονίζει πως θα πρέπει να θεωρείται προσωρινή, καθώς σε σημαντικό βαθμό συνδέεται αφενός με τη δημοσιονομική επέκταση λόγω της πανδημίας και αφετέρου με τις εξελίξεις στις τιμές της ενέργειας που έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο.
Ιστορικά η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ). Ωστόσο, την προηγούμενη δεκαετία καταγράφηκαν σταδιακή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, που συνέβαλαν στον περιορισμό του ελλείμματος του ΙΤΣ, από επίπεδα κοντά στο 15% του ΑΕΠ το 2007-2008 σε 1,5% στο τέλος του 2019.
Όμως, το ξέσπασμα της πανδημίας το 2020 και στη συνέχεια o πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας ανέκοψαν την πορεία βελτίωσης, με αποτέλεσμα το έλλειμμα του ΙΤΣ να ανέλθει σε επίπεδα άνω του 6% την περίοδο 2020-2021 και να ξεπεράσει το 10% το 2022, λόγω και της αύξησης των τιμών της ενέργειας.
Το 2023 καταγράφηκε σημαντική συρρίκνωση του ελλείμματος του ΙΤΣ, το οποίο διαμορφώθηκε σε 6,3% του ΑΕΠ, και αναμένεται περαιτέρω βελτίωση τα επόμενα έτη. Ταυτόχρονα, οι έκτακτες δημοσιονομικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας μέσω των μέτρων στήριξης, που ξεκίνησαν το 2020 και παρατάθηκαν το 2021, σε συνδυασμό με τα δημοσιονομικά μέτρα για την αντιμετώπιση της αύξησης των τιμών της ενέργειας λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας το 2022, συνετέλεσαν στην επιβάρυνση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά τα έτη αυτά. Η σταδιακή απόσυρση όμως αυτών των μέτρων
από το 2023 συνέβαλε στη βελτίωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος.
Συγκεκριμένα, το αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης (στοιχεία εθνικών λογαριασμών, κριτήριο σύγκλισης) διαμορφώθηκε από πλεόνασμα 0,9% του ΑΕΠ το 2019 σε έλλειμμα 9,7% του ΑΕΠ το 2020, 7% του ΑΕΠ το 2021 και 2,4% του ΑΕΠ το 2022 και εκτιμάται σε έλλειμμα 2,3% του ΑΕΠ το 2023.
Η παρούσα ανάλυση ανασκοπεί τις πρόσφατες εξελίξεις του ΙΤΣ με αναφορά στην υπόθεση των δίδυμων ελλειμμάτων και επιχειρεί να εκτιμήσει κατά πόσον το δημοσιονομικό έλλειμμα συντελεί στο έλλειμμα του ΙΤΣ, καθώς και το βαθμό συσχέτισης μεταξύ των δύο, κατά το προηγούμενο διάστημα, με βάση τα μέχρι τώρα διαθέσιμα στοιχεία
Μετά τη διεύρυνση την περίοδο 2020-2021 λόγω της πανδημίας, το κενό αποταμίευσης-επενδύσεων της γενικής κυβέρνησης κατέγραψε σημαντική συρρίκνωση το 2022, η οποία συνεχίστηκε και το πρώτο εννεάμηνο του 2023.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση της αποταμίευσής της και αντανακλά κυρίως την ανάκαμψη των φορολογικών εσόδων λόγω της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και τη σταδιακή απόσυρση των δημοσιονομικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της αύξησης του ενεργειακού κόστους.
Αντίθετη πορεία ακολούθησε το κενό αποταμίευσης-επενδύσεων των νοικοκυριών, το οποίο διευρύνθηκε το 2022, αφού η αποταμίευση των νοικοκυριών μειώθηκε ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκαν οι επενδύσεις τους.
Η μείωση της αποταμίευσης των νοικοκυριών αντανακλά κυρίως την αύξηση της κατανάλωσής τους, η οποία υπεραντιστάθμισε την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Το πρώτο εννεάμηνο του 2023 καταγράφηκε περαιτέρω ενίσχυση των επενδύσεων των νοικοκυριών, ενώ η αποταμίευσή τους, αν και παρέμεινε αρνητική, κατέγραψε μικρή βελτίωση σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Η επιδείνωση του κενού αποταμίευσης-επενδύσεων των μη χρηματοοικονομικών εταιριών το 2022 συνδέεται με την αύξηση των επενδύσεών τους, η οποία ήταν μεγαλύτερη από την αντίστοιχη αύξηση της αποταμίευσής τους για τη χρηματοδότηση αυτών.
Κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2023 το εν λόγω κενό κατέγραψε σημαντική συρρίκνωση, αφού η αποταμίευσή τους κάλυψε σχεδόν εξ ολοκλήρου τις επενδύσεις τους. Συνολικά, η συρρίκνωση του κενού αποταμίευσης της γενικής κυβέρνησης αντιστάθμισε μόνο μερικώς τη διεύρυνση του αντίστοιχου κενού πρωτίστως των νοικοκυριών και δευτερευόντως των μη χρηματοοικονομικών εταιριών, με αποτέλεσμα να καταγραφεί επιδείνωση του ΙΤΣ το 2022.
Η επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων αρχικά λόγω της εκδήλωσης της πανδημίας COVID-19 και στη συνέχεια λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας θα πρέπει ‒ σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία ‒ να θεωρείται προσωρινή, καθώς σε σημαντικό βαθμό συνδέεται αφενός με τη δημοσιονομική επέκταση λόγω της πανδημίας και αφετέρου με τις εξελίξεις στις τιμές της ενέργειας που έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο.
Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται και από την εμπειρική ανάλυση, η οποία ανέδειξε επίσης ότι από μόνη της η άρση των έκτακτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων εντός του 2022 και του 2023 και η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας στο εξής θα έχουν περιορισμένη συμβολή στην περαιτέρω βελτίωση του ΙΤΣ, υποθέτοντας ότι οι λοιποί προσδιοριστικοί παράγοντες παραμένουν αμετάβλητοι (ceteris paribus).
Η αύξηση του ελλείμματος του ΙΤΣ το 2022 δημιούργησε ανησυχία για πιθανή επιστροφή της χώρας σε καταστάσεις ανάλογες με εκείνες της περιόδου 2007-2008 που οδήγησαν στην κρίση του 2010. Ωστόσο, μια σειρά από χαρακτηριστικά αναδεικνύουν τις διαφορές της παρούσας συγκυρίας με την περίοδο εκείνη, όπως η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όρους τιμών και κόστους από το 2010 και η αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στο ΑΕΠ.
Οι παραπάνω όμως ποιοτικές διαφορές μεταξύ του 2007-2008 και του 2022 δεν πρέπει να δημιουργούν εφησυχασμό. H περαιτέρω βελτίωση του ΙΤΣ απαιτεί την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας, καθώς και της θέσης των ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών στις ξένες αγορές.
Προς την κατεύθυνση αυτή σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσουν η αποτελεσματική και έγκαιρη αξιοποίηση των πόρων του NGEU, καθώς και η προώθηση των μεταρρυθμίσεων που τίθενται ως ορόσημα για τις εκταμιεύσεις των πόρων αυτών.
Τέλος, οι απαιτούμενες επενδύσεις – τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα – θα διευκολυνθούν και από την επανάκτηση πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία, η οποία αναμένεται να διατηρήσει το κόστος δανεισμού σε χαμηλότερα επίπεδα.