Την παρουσίαση ενός πλαισίου πέντε πρωτοβουλιών για να ενισχυθούν δανειολήπτες και τράπεζες έκανε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας κατά την ενημέρωση της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής «για την εύρυθμη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τις προκλήσεις και τις προοπτικές του, με έμφαση στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων».
Ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε πως σήμερα, ενάμιση χρόνο μετά την διακυβέρνηση της ΝΔ, έχει επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στα θεμελιώδη μεγέθη του τραπεζικού συστήματος, ιδίως αναφορικά με τη διαχείριση ενεργητικού και παθητικού των τραπεζών, από την ασκούμενη οικονομική πολιτική της κυβέρνηση και των τολμηρών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που είχαν ως αποτέλεσμα την ανάκτησης της εμπιστοσύνης αγορών
Σχετικά με την σημερινή «εικόνα» των τραπεζών, ο υπουργός ανέφερε πως το ύψος των «κόκκινων» δανείων μειώθηκε σημαντικά, καθώς το συνολικό άνοιγμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από 75 δισ. ευρώ που ήταν τον Ιούνιο του 2019 – με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να διαμορφώνεται στο 43,6% – σήμερα αυτά έχουν μειωθεί κατά 16 δισ. ευρώ, και διαμορφώνονται πλέον στα 59 δισ. ευρώ, και κατά 48,5 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων στη χώρα μας. Ο δε σχετικός δείκτης έχει συρρικνωθεί κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες από το καλοκαίρι του 2019, και διαμορφώνεται πλέον στο 35%. Πάντως, ο υπουργός Οικονομικών παρατήρησε πως το μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος παραμένει πολύ υψηλό, ανεξαρτήτως αν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών έχουν μειωθεί, λόγω των μεταβιβάσεων σε φορείς εκτός τραπεζικού συστήματος.
Σχετικά με το παθητικό των τραπεζών, ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας, ανέφερε πως η ρευστότητα βελτιώθηκε αισθητά. Υπήρξε πλήρης άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 26 δισ. ευρώ μεταξύ Ιουνίου 2019 και Δεκεμβρίου 2020. Μια άνοδος, σημείωσε ο υπουργός, που όπως υποστηρίζει και η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεσή της, προήλθε, κατά κύριο λόγο, από τον τομέα των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, ιδίως από καταθέσεις νοικοκυριών, εξαιτίας της προληπτικής αποταμίευσης, της αναστολής καταναλωτικών δαπανών και των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης της Ελληνικής κυβέρνησης, ενώ θετική συμβολή είχε η αυξημένη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, την περίοδο της πανδημίας, που επηρέασε ευνοϊκά την εξέλιξη των επιχειρηματικών καταθέσεων, καθώς και ότι οι ελληνικές τράπεζες τηρούν πλέον τα ελάχιστα εποπτικά όρια για το δείκτη κάλυψης ρευστότητας.
Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ο υπουργός, μία συστημική τράπεζα εξέδωσε πρόσφατα «green bond», που αποτελεί την πρώτη έκδοση ομολόγου υψηλής εξασφάλισης από το 2015. Ενώ το 2021, οι τράπεζες προγραμματίζουν νέα έξοδο στις αγορές για άντληση κεφαλαίων και ρευστότητας.
Ο κ. Σταϊκούρας, πάντως, επισήμανε, ότι παρά τα θετικά αυτά στοιχεία, οι προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα συνεχίζουν να υφίστανται. Ιδιαίτερα ο κίνδυνος νέας επιδείνωσης του ύψους των «κόκκινων» δανείων, εξαιτίας της πίεσης που έχει δεχτεί η πραγματική οικονομία ως αποτέλεσμα της υγειονομικής κρίσης. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, ο υπουργός ανέφερε πως η κυβέρνηση προχώρησε στο σχέδιο «ΗΡΑΚΛΗΣ», λέγοντας πως «εκτιμάται ότι θα επιτύχουμε, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μείωση «κόκκινων» δανείων περίπου 32 δισ. ευρώ, ή πλέον του 40% του συνόλου κατά τη ολοκλήρωση των συναλλαγών. Στο νέο πλαίσιο ρύθμισης οφειλών και την παροχή 2ης ευκαιρίας.
Το πρόγραμμα «ΓΕΦΥΡΑ» παρέχει ουσιαστική στήριξη στους πολίτες που δοκιμάζονται από τον οικονομικό αντίκτυπο της υγειονομικής κρίσης. Επίσης ενισχύει την κουλτούρα πληρωμών και επιβραβεύει, για πρώτη φορά, τους συνεπείς δανειολήπτες και με τις κρατικές επιδοτήσεις – μαζί με την τρίτη φάση πληρωμών – ανέρχεται στα 48 εκατ. ευρώ. Και υπενθύμισε πως ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων ξεπέρασε τις 160.000 μέσα σε διάστημα τριών μηνών, 23 φορές υψηλότερος από τον αριθμό των αιτήσεων που υπεβλήθησαν στο προσωρινό πρόγραμμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο είχε μάλιστα διαρκέσει 13 μήνες. Από τους πρώτους πέντε κύκλους του χρηματοδοτικού εργαλείου της Επιστρεπτέας Προκαταβολής έχει διοχετευθεί ρευστότητα συνολικού ύψους 6,8 δισ. ευρώ στην πραγματική οικονομία. Μέχρι σήμερα, έχουν ενισχυθεί 544.591 μοναδιαίοι δικαιούχοι. Ενώ έχει ξεκινήσει η υποβολή αιτήσεων για τον 6ο κύκλο του προγράμματος. Η συνολική ένεση ρευστότητας προς τις επιχειρήσεις, μέσω αυτού του επιτυχημένου χρηματοδοτικού εργαλείου, προβλέπεται να προσεγγίσει τα 3 δισ. ευρώ μέσα στο πρώτο τετράμηνο του έτους, και συνολικά περίπου τα 8,5 δισ. ευρώ από την αρχή της υγειονομικής κρίσης.
Ο υπουργός αναφέρθηκε στα 7,1 δισ. ευρώ που έχουν διατεθείς την αγορά μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως είναι το ΤΕΠΙΧ και το Ταμείο Εγγυοδοσίας, με εγγυήσεις και επιδότηση επιτοκίου, ενώ είπε ότι οι δράσεις που έχει αναλάβει το χρηματοπιστωτικό σύστημα για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών, ιδιαίτερα εν μέσω πανδημίας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, από την έναρξη της υγειονομικής κρίσης πέρυσι έως τα τέλη Ιανουαρίου 2021, δόθηκε η δυνατότητα αναστολής πληρωμής δόσεων δανείων σε 406.362 δάνεια, συνολικού ύψους 28,4 δισ. ευρώ. Επίσης, 415.225 μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια, συνολικού ύψους 22 δισ. ευρώ, ρυθμίστηκαν διμερώς και επιτυχώς μεταξύ τραπεζών, εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, και οφειλετών, από τον Ιούλιο 2019 έως τα τέλη Ιανουαρίου 2021.
Σχετικά με τις ενέργειες που δρομολογούνται από την κυβέρνηση για το προσεχές διάστημα για να ενισχυθούν δανειολήπτες και τράπεζες, ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας ανέφερε:
Έχουμε ήδη αναπτύξει στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και προωθούμε τις αναγκαίες ενέργειες για την παράταση και επέκταση του πετυχημένου σχήματος «Ηρακλής». Όπως έγινε τέσσερις φορές και στην Ιταλία. Μια τέτοια επέκταση θα καλύπτει το διάστημα από τον Απρίλιο του 2021 μέχρι τον Οκτώβριο του 2022, και θα αποβλέπει στη περαιτέρω – σημαντική – μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Εκτιμούμε, είπε ο υπουργός, ότι οι τράπεζες θα μπορέσουν, μέσα από τον νέο πρόγραμμα, να πραγματοποιήσουν ακόμη πιο δυναμικές πολιτικές μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους, φτάνοντας σύντομα σε μονοψήφια ποσοστά.
Η κυβέρνηση, με την αξιοποίηση διεθνών συμβούλων, εξετάζει και αξιολογεί την πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη δημιουργία μιας εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, η οποία θα αναλάβει τη διαχείριση ενός ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων, προβλέποντας και την αντιμετώπιση του ζητήματος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Η αξιολόγηση γίνεται με γνώμονα την ανάλυση κόστους – οφέλους για πολίτες, Δημόσιο και τράπεζες, τηρώντας και τις προϋποθέσεις που θέτουν οι ευρωπαϊκοί κανόνες. Την ίδια αξιολόγηση κάνουν αυτή την περίοδο τραπεζικά ιδρύματα, φορείς και θεσμοί, χωρίς κανείς – μέχρι σήμερα – να την έχει ολοκληρώσει.
Δρομολογούμε τη σταδιακή εφαρμογή της ρύθμισης οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η κυβέρνηση, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς (τράπεζες, εταιρείες διαχείρισης από δάνεια και πιστώσεις, ΕΦΚΑ, ΑΑΔΕ κ.ά.), έχει συστήσει ομάδες εργασίας, οι οποίες εργάζονται, σε καθημερινή βάση για τη σταδιακή υλοποίηση της νέας ρύθμισης οφειλών και παροχής δεύτερης ευκαιρίας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Έχει ήδη υλοποιηθεί μεγάλο μέρος του νομοθετικού έργου που απαιτείται και έχει εκδοθεί η πρώτη Κοινή Υπουργική Απόφαση, που αφορά τη δημιουργία και λειτουργία του Μητρώου Εμπειρογνώμων αναδιάρθρωσης οφειλών. Ταυτόχρονα, υλοποιείται η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος, με επιμέρους πλατφόρμες, το οποίο εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμο προς λειτουργία την 1η Ιουνίου, ημερομηνία που θα ξεκινήσει και η εφαρμογή του νόμου για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ήδη, η πρώτη πλατφόρμα για το Μητρώο Εμπειρογνώμων ενεργοποιήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου.
Δρομολογούμε την υλοποίηση ενός νέου προγράμματος ΓΕΦΥΡΑ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτό θα παρέχει επιδότηση μεγάλου μέρους της δόσης επιχειρηματικών δανείων, για διάστημα 8 μηνών προκειμένου να δώσει ανάσα στις επιχειρήσεις. Επιλέξιμες θα είναι μεσαίες, μικρές, πολύ μικρές και ατομικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίες έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από την πανδημία και πληρούν συγκεκριμένα οικονομικά και περιουσιακά κριτήρια επιλεξιμότητας. Όπως και στο πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ για την πρώτη κατοικία, έτσι και στο νέο πρόγραμμα, παρέχουμε επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών, με υψηλά ποσοστά επιδότησης, που φτάνουν στο 90% της δόσης. Ενώ σε όσους έχουν μη εξυπηρετούμενο δάνειο παρέχουμε επιδότηση έως 80% της δόσης, προκειμένου να τα ρυθμίσουν και να αποφύγουν κατασχέσεις και πλειστηριασμούς. Η επιδότηση θα καλύπτει τόσο το κεφάλαιο όσο και τους τόκους του δανείου. Η διαδικασία θα είναι απλή, γρήγορη και πλήρως ηλεκτρονική, χωρίς να απαιτούνται δικαιολογητικά.
Θα ενισχύσουμε και θα επεκτείνουμε την τραπεζική χρηματοδότηση, με τη διοχέτευση στην οικονομία των κονδυλίων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης Next Generation EU. Το ποσό που αναλογεί στη χώρα μας ανέρχεται στα 32 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 19,4 δισ. ευρώ αφορούν επιχορηγήσεις, και θα κατευθυνθούν σε μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, οι οποίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Σταϊκούρας τόνισε πως αυτοί οι βασικοί άξονες αξιοποίησης των κονδυλίων εστιάζουν στη στήριξη της καινοτομικής επιχειρηματικότητας, στην ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, στην προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, στην ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης, στην υλοποίηση πολύ – τροπικών υποδομών μεταφορών, στη δίκαιη μετάβαση απολιγνιτοποίησης, στην τεχνολογική αναβάθμιση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, στην άμβλυνση των κοινωνικών αποκλεισμών και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Βασική επιδίωξη του οικονομικού επιτελείου, τόνισε, είναι τα τραπεζικά ιδρύματα να αποτελέσουν ξανά μοχλό ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και ενεργοποίησης των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Η διαχείριση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων και συνολικά η ενίσχυση της εύρυθμης λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα «ξεκλειδώσει» την ουσιαστική επανεκκίνηση της πιστωτικής επέκτασης.
Αποτέλεσμα αυτού θα είναι – μεταξύ άλλων – η προσέλκυση και η υλοποίηση νέων επενδύσεων, η αξιοποίηση αδρανών πόρων της οικονομίας και η περαιτέρω βελτίωση του αξιόχρεου της χώρας.