Νόμιμη και συνταγματική έκρινε το Συμβούλιο της Επικρατείας τη διακοπή της επικουρικής συνδικαλιστικής σύνταξης που λάμβαναν επί σειρά δεκαετιών συνδικαλιστικά στελέχη, που διετέλεσαν πρόεδροι, γενικοί γραμματείς πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων, καθώς και μέλη της διοίκησης της ΓΣΕΕ.
Σημειώνεται ότι η εν λόγω σύνταξη ξεκίνησε να καταβάλλεται το 1937 με τον αναγκαστικό νόμο 971/1937 και με απόφαση του υπουργού Εργασίας του 1951. Το 1999 επήλθε συγχώνευση Ταμείων και μετά την εφαρμογή του νόμου 2676/1999 τα συνδικαλιστικά στελέχη ελάμβαναν μόνο την επίμαχη επικουρική σύνταξη, η οποία κατ’ ανώτατο όριο έφθανε τα 500-600 ευρώ.
Όμως, την 1η Ιανουαρίου 2013 με απόφαση του υπουργού Εργασίας καταργήθηκε η παροχή της επικουρικής σύνταξης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του μεσοπρόθεσμου προγράμματος 2013-16.
Τελικά, το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 660/2016 απόφασή του έκρινε ότι αυτό έγινε για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, καθώς είναι και συνταγματικό, αλλά και σύμφωνο με τους ευρωπαϊκούς νομοθετικούς κανόνες.
Στο Α Τμήμα ΣτΕ είχαν προσφύγει 11 συνδικαλιστικά στελέχη από διάφορες πόλεις της χώρας κάποιοι εκ των οποίων λάμβαναν δύο συντάξεις, μία λόγω της απασχόλησής τους κατά το παρελθόν, και μια δεύτερη λόγω της συνδικαλιστικής τους ιδιότητας.
Στη δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι «η διακοπή καταβολής των ως άνω συντάξεων των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων μειώνει μεν το ύψος του εισοδήματος των δικαιούχων αυτών από συντάξεις δεν θίγει όμως τον πυρήνα του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, διότι οι δικαιούχοι αυτών εξακολουθούν να λαμβάνουν συνταξιοδοτικές παροχές λόγω απασχολήσεως».
Παράλληλα, το ΣτΕ αναφέρει ότι η νομοθετική διάταξη που επέβαλλε την περικοπή των επικουρικών συνδικαλιστικών συντάξεων αποβλέπει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται πρωτίστως στον εξορθολογισμό του ασφαλιστικού συστήματος και δευτερευόντως στην εξοικονόμηση πόρων.