Το Συμβούλιο της Επικρατείας επεξεργάστηκε σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος με το οποίο προσαρμόζεται η ελληνική νομοθεσία σε ευρωπαϊκή οδηγία για την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών και κρίθηκε ότι δυο άρθρα του είναι αντίθετα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν επιτρέπουν τη διπλή ποινική δίωξη.
Ειδικότερα, το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος κατατέθηκε για νομοπαρασκευαστική επεξεργασία στο Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ε΄ Τμήμα εξέδωσε την υπ΄ αριθμ. 5/2021 γνωμοδότησή του, με πρόεδρο τον αντιπρόεδρο Παναγιώτη Ευστρατίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας, Δημήτρη Βασιλειάδη.
Σύμφωνα με το σχέδιο διατάγματος, σκοπός της ευρωπαϊκής οδηγίας είναι να διασφαλιστεί η προστασία των αποσπώμενων εργαζομένων από άλλο κράτος μέλος της ΕΕ στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της απόσπασης τους, με τη θέσπιση υποχρεωτικών διατάξεων ως προς τους όρους εργασίας, της υγείας και της ασφάλειας τους. Η οδηγία εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις ομίλου επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος της ΕΕ ή σε κράτος που έχει υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλος της ΕΕ.
Στην γνωμοδότησή του, το ΣτΕ αναφέρει ότι στα άρθρα 7 και 8 του σχεδίου διατάγματος προβλέπονται ποινικές και διοικητικές κυρώσεις σε βάρος όσων εργοδοτών παραβιάσουν τις διατάξεις του εν λόγω διατάγματος.
Αναλυτικότερα, προβλέπεται ότι στους εργοδότες παραβάτες θα επιβάλλονται πρόστιμα από 300 ευρώ έως 50.000 ευρώ και παράλληλα θα τιμωρούνται «με φυλάκιση τουλάχιστον 6 μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον 300 ημερησίων μονάδων, το ύψος καθεμιάς από τις οποίες (ημερήσιες μονάδες) δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 3 ευρώ ή και τις δύο αυτές ποινές».
Κατόπιν αυτού το ΣτΕ αναφέρει:
«Ενόψει της θέσπισης διοικητικών προστίμων, τα οποία, λόγω του αντικειμένου, της φύσεως και του ύψους τους, ενδέχεται να ισοδυναμούν με ποινική κύρωση, και της επιβολής σωρευτικώς ποινικών και διοικητικών κυρώσεων σε βάρος του εργοδότη, όταν ο τελευταίος είναι φυσικό πρόσωπο και όχι επιχείρηση – νομικό πρόσωπο, για παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3, 4, 6, 10 και 12 του διατάγματος, επισημαίνεται στη Διοίκηση ότι τίθεται ζήτημα αντιθέσεως των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 7 και 8 του υπό επεξεργασία σχεδίου προεδρικού διατάγματος προς την αρχή “ne bis in idem” που κατοχυρώνεται στις διατάξεις του άρθρου 4 του 7ου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1705/1987, και του άρθρου 50 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η οποία απαγορεύει τη διπλή “ποινική δίωξη” ή καταδίκη του ίδιου προσώπου για την ίδια παραβατική συμπεριφορά».