Στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσέφυγε η Εύα Καϊλή ζητώντας να μην γίνει δεκτό από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το αίτημα της Ευρωπαίας Γενικής Εισαγγελέως για άρση της ασυλίας λόγω ανακριβειών σε παρουσίες και επιδόματα των βοηθών της.
Στην προσφυγή, που κατέθεσε για λογαριασμό της ευρωβουλευτή ο Έλληνας δικηγόρος, διαπρεπής και στο Βέλγιο Σπύρος Παπάς, υποστηρίζεται ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι της αυτόφωρης σύλληψης και του κινδύνου παρεμπόδισης των ερευνών, καθώς οι συγκεκριμένες παρατυπίες αφορούσαν παρελθόντα έτη και τα συμπεράσματα των ερευνών είχαν γίνει αποδεκτά από την Εύα Καϊλή.
Στην προσφυγή υποστηρίζεται ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι της αυτόφωρης σύλληψης και του κινδύνου παρεμπόδισης των ερευνών, καθώς οι συγκεκριμένες παρατυπίες αφορούσαν παρελθόντα έτη και τα συμπεράσματα των ερευνών είχαν γίνει αποδεκτά από την Εύα Καϊλή.
Αν και η συγκεκριμένη προσφυγή δεν έχει καμία σχέση με την υπόθεση του Κατάρ καθώς δεν έχει ζητηθεί για αυτήν η άρση ασυλίας, τα δεδομένα της συνδέονται καθώς η Εύα Καϊλή συνελήφθη για την υπόθεση του Κατάρ, μετά από έφοδο που έγινε στο σπίτι της παραβιάζοντας την ασυλία της , ενώ η βαλίτσα, με χρήματα, που κατείχε ο πατέρας της ήταν χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι της. Επίσης έγινε έφοδος στα γραφεία της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρά το γεγονός ότι οι χώροι του ΕΚ είναι απαραβίαστοι εκτός κι αν υπάρχει άδεια από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπήρξε τέτοια άδεια.
Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζεται ότι η εξαίρεση (άρση) του κανόνα(ασυλία) που θεσπίζεται στο επίπεδο της Συνθήκης, θα πρέπει να γίνεται αυστηρά (στενά).Και στη συγκεκριμένη περίπτωση της Εύας Καϊλή δύσκολα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι συνέτρεξε η έννοια του αυτοφώρου ώστε να δικαιολογείται η σύλληψη της.
Στην περίπτωση που κριθεί ότι παραβιάστηκε η ασυλία της Εύας Καϊλή, σύμφωνα με το βελγικό δίκαιο δεν θα μπορεί να γίνει επίκληση των αποδεικτικών στοιχείων που συνελέγησαν κατά παραβίαση της ασυλίας, γιατί η συλλογή τους είναι παράνομη.
Όσο για το αίτημα της Ευρωπαίας Εισαγγελέως, η Εύα Καϊλή έχει αποδεχθεί τα αποτελέσματα της έρευνας που διεξήχθη από το αρμόδιο όργανο (OLAF) αναφορικά με τους συνεργάτες της και τα κονδύλια που διατέθηκαν σε αυτούς ενώ δεν ευρίσκονταν στις Βρυξέλλες. Επίσης έχει δεχθεί να επιστρέψει τις όποιες διαφορές προέκυψαν από τα συμπεράσματα της έρευνας. Τα ζητήματα αυτά, θεωρείται ότι εγείρονται συχνά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και επιλύονται με διοικητικά μέτρα.
Ωστόσο, η άρση ασυλίας ενός ευρωβουλευτή απαιτεί την ύπαρξη δύο βασικών προϋποθέσεων. Την επ΄αυτοφώρω σύλληψη του και δεύτερη προϋπόθεση είναι με τη μη άρση της ασυλίας να υπάρχει κίνδυνος να παρεμποδισθεί η έρευνα.
Η έρευνα της OLAF αφορούσε τα έτη 2014-2019 με συνέπεια να μην συντρέχουν οι όροι του αυτοφώρου. Και όσο για τη δεύτερη προϋπόθεση, η έρευνα είχε ολοκληρωθεί και τα συμπεράσματά της είχαν γίνει αποδεκτά. Για τους λόγους αυτούς ζητείται και η ακύρωση του αιτήματος.
Ως προς τη ουσία της υπόθεσης η Εύα Καϊλή, φέρεται να μην είχε αντίρρηση για την άρση ασυλίας της , αλλά το γεγονός ότι η Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέας υπέβαλε το αίτημα της μερικές ημέρες μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης του Κατάρ, χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την άρση ασυλίας, εγείρουν ερωτηματικά και δημιουργούν την εντύπωση της μεθόδευσης.