“Πήγαινε στις 3 τα ξημερώματα για δουλειά και οι εθνικιστές τον σταμάτησαν και τον μαχαίρωσαν. Ο γιος μου ήταν πολύ ήρεμος. Εγώ πάντα του έλεγα να γυρίσει πίσω και εκείνος μου έλεγε να μείνει λίγο ακόμη να ξεπληρώσουμε τα δάνεια και να παντρευτούν οι αδελφές του”.
Ξεσπώντας σε λυγμούς, ο πατέρας του Σαχζάντ Λουκμάν, του νεαρού Πακιστανού υπηκόου, που ξεψύχησε στη μέση του δρόμου στα Κάτω Πετράλωνα ενώ πήγαινε με το ποδήλατο στην εργασία του, κατέθεσε χθες στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, στο εδώλιο του οποίο κάθονται δύο φερόμενα μέλη της Χρυσής Αυγής.
Ο Καντίν Χουσείν βρέθηκε στην Ελλάδα μόνο και μόνο για να καταθέσει στο δικαστήριο, αφού παρίσταται ως πολιτική αγωγή. Όπως είπε: “μια φορά μόνο μας είχε πει ότι στην Ελλάδα δεν είναι καλά τα πράγματα για τους μετανάστες, ότι γίνονται επιθέσεις. Ερχόμενος στην Αθήνα νόμιζα ότι θα αντιμετωπίσω ένα εχθρικό κλίμα, όμως βρήκα πολύ αγάπη. Να τους σβήσετε τους εθνικιστές, να μην υπάρχουν για να μένουν όλοι μαζί με ειρήνη”.
Πρόεδρος: Από που γνωρίζετε ότι τον γιο σας τον μαχαίρωσαν οι εθνικιστές όπως λέτε;
Πολ.ενάγων: Τα γνωρίζω απ’ όσα έχω ακούσει. Αυτά γίνονται από φασίστες. Εγώ πιστεύω ότι ο γιος μου δεν είχε μαλώσει με κανένα εδώ στην Ελλάδα. Ακόμη όμως και αν μάλωνε ήταν τόσο ήρεμος που προσπαθούσε να λύσει το πρόβλημα με συζήτηση. Μετά τη δολοφονία του γιου μου, εργάζομαι και εγώ για να καλύψω ανάγκες της οικογένειας μου.
Σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, ήταν και η μητέρα του θύματος, Σουχράν Μπιμπί, που επίσης ξέσπασε αρκετές φορές σε λυγμούς. “Σκότωσαν το παιδί μου, την ώρα που πήγαινε για να βγάλει το ψωμί του. Δεν θέλω να τους συγχωρήσω με τίποτα. Κόψανε τη καρδιά μου. Να τιμωρηθούν σκληρά. Ο γιος μου ήταν ήρεμος, δεν είχε μαλώσει ποτέ με κανένα ούτε και μέσα στο σπίτι μας. Κάποια στιγμή ενώ είχε έρθει στην Αθήνα μου είπε ότι δεν πάνε καλά τα πράγματα και εγώ του είπα να γυρίσει πίσω. Μας έλεγε ότι εδώ χτυπάνε, δέρνουν και σκοτώνουν τους μετανάστες. Του έλεγα να γυρίσει πίσω αλλά εκείνος έλεγε ότι ήθελε να μείνει για να ξεχρεώσει. Τον σκότωσαν γιατί ήταν διαφορετικός, ήταν μετανάστης. Εγώ του έλεγα ότι δεν ήθελα να φύγει. Με τα χρήματα που μας έστελνε εμείς ξεχρεώναμε δάνειο που είχαμε πάρει για να κάνει το ταξίδι” υποστήριξε στο δικαστήριο.
Από νωρίς το πρωί στο δικαστήριο κατέθεταν αστυνομικοί, ενώ οι δυο κατηγορούμενοι κατά την είσοδο τους στην αίθουσα μετά από διακοπή, προπηλακίστηκαν από πρόσωπα που βρίσκονταν στην είσοδο. Μεταξύ των μαρτύρων που κατέθεσαν ήταν και η Χόκσα Ίρις, που δήλωσε αρραβωνιαστικιά του κατηγορουμένου Δ. Λιακόπουλου.
Η ίδια ισχυρίστηκε στο δικαστήριο πως ο κατηγορούμενος δεν είναι ρατσιστής, “γιατί αν ήταν ούτε εγώ θα είχα σχέση μαζί του, ούτε και αυτός μαζί μου, διότι εγώ είμαι από την Αλβανία”. Όσο για το θάνατα του νεαρού Πακιστανού, είπε πως ο Δ.Λιακόπουλος “δεν είναι άνθρωπος που βγαίνει τα βράδια και σκοτώνει. Δεν μπήκα στη διαδικασία να ρωτήσω αν είχε μαζί του μαχαίρι”.
Πρόεδρος: Λέτε ότι μπαίνατε στο δωμάτιό του και ότι ο κατηγορούμενος δεν είναι ρατσιστής. Δεν είχατε δει τα ρατσιστικά φυλλάδια στο δωμάτιό του;
Μάρτυρας: Όχι δεν τα είχα δει, εγώ μόνο τα ρούχα του τακτοποιούσα δεν έψαχνα στα πράγματά του.
Πρόεδρος: Τι πιστεύετε εσείς τελικά για το περιστατικό. Γιατί μάλλον τα έχετε όλα λυμένα….Γιατί έγινε;
Μάρτυρας: Δεν τον ρώτησα λεπτομέρειες, δεν ήθελα και να ρωτήσω.
Η δίκη συνεχίζεται στις 17 Ιανουαρίου.