Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2024

Στο Σύνταγμα το «κλειδί» της υποχρεωτικότητας…

Το πολιτικό κόστος είναι μεγάλο, τα ερωτήματα διευρύνονται όσο δεν απαντώνται, οι ενστάσεις συνταγματικότητας αποκτούν ακροατήριο, ωστόσο και η εφαρμογή της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού έχει αποτελέσματα καθώς από την ανακοίνωση του μέτρου περίπου 50.000 πολίτες άνω των 60 ετών έκλεισαν ραντεβού πρώτης δόσης, προφανώς για να αποφύγουν το πρόστιμο των 100 ευρώ μηνιαίως.

Του Μιχ. Ι. Ασημάκη


Διχασμένες οι απόψεις των ειδικών για τη συνταγματικότητα του μέτρου όσον αφορά την καθολικότητα


Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ξεκινήσει να το συζητά τον νέο χρόνο, σύμφωνα με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Άνγκελα Μέρκελ το εισηγήθηκε την παραμονή της αποχώρησής της από την καγκελαρία, η Αυστρία το ανακοίνωσε, αλλά θα το εφαρμόσει μόνο εάν βρει καγκελάριο διαθέσιμο να υιοθετήσει την απόφαση των δύο παραιτηθέντων, όμως η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει επιφυλάξεις.

Κίνητρα

Η πρόταση του πρωθυπουργικού συμβούλου, καθηγητή Ηλία Μόσιαλου, να δοθούν κίνητρα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στους άνω των 60 ετών ώστε να εμβολιαστούν δεν έτυχε ανταπόκρισης, παρότι το περασμένο καλοκαίρι είχαν δοθεί χρηματικά κίνητρα στους 25άρηδες γι’ αυτόν τον σκοπό κι έγιναν δεκτά σε σημαντικό βαθμό.
Επιπλέον, κανείς από την κυβέρνηση δεν εξηγεί γιατί δίδεται τόσο μεγάλο χρονικό περιθώριο (έως τις 16.1.2022 για την πρώτη δόση) στους υπόχρεους, αφού ταυτόχρονα εκφράζεται η πεποίθηση ότι τις επόμενες μέρες το φαινόμενο θα εκτονωθεί κι επομένως δεν έχει νόημα κανείς να επιβληθεί σε κανέναν.
Η εφαρμογή του μέτρου συνιστά κατάργηση των ατομικών ελευθεριών, αναφέρουν οι διαφωνούντες. Στον αντίποδα, οι συμφωνούντες υπογραμμίζουν πως αν δεν εφαρμοστεί, τότε ο αριθμός των θυμάτων θα αυξηθεί κατακόρυφα γιατί ούτως ή άλλως 9 στους 10 που καταλήγουν στις ΜΕΘ COVID-19 είναι άνθρωποι της Τρίτης Ηλικίας και 8 στους 10 ανεμβολίαστοι.

Συνταγματολόγοι

«Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα συνταγματικότητας» δηλώνει ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ευάγγελος Βενιζέλος, εξηγώντας πως «όταν έχεις τέτοια οξύτατα προβλήματα, παγκόσμια προβλήματα δημόσιας υγείας, τότε υπάρχει επιτακτικό δημόσιο συμφέρον το οποίο εξειδικεύεται και από το Σύνταγμά μας και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, και από το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, και από όλο το σύστημα ρυθμίσεων του Διεθνούς Δικαίου που επιβάλλει τη λήψη, δικαιολογεί και από ένα σημείο και μετά επιβάλλει τη λήψη παρόμοιων μέτρων τα οποία σέβονται την αρχή της αναλογικότητας». Χαρακτηρίζει δε «αναγκαίο» το μέτρο λέγοντας πως με αφορμή και τη μετάλλαξη «Όμικρον» «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού στους άνω των 60 είναι αναγκαίο και πρόσφορο και, εν στενή εννοία, ανάλογο». Προτείνει την επέκταση της υποχρεωτικότητας σε άλλες, ειδικές κατηγορίες, όπως των εργαζομένων στην εστίαση. «Είναι δυνατόν όσοι πηγαίνουν στα εστιατόρια να είναι υποχρεωτικά εμβολιασμένοι, αλλά οι εργαζόμενοι και οι ιδιοκτήτες να μην είναι; Οι εκπαιδευτικοί, οι δικαστικοί λειτουργοί, τα ελεγκτικά όργανα του κράτους, τα στελέχη της Αρχής Διαφάνειας, το προσωπικό της ας πούμε που κάνει ελέγχους. Δεν θα ήταν παράδοξο να σε δικάσει για την παράβαση αυτών των διατάξεων ένας ανεμβολίαστος δικαστικός λειτουργός;». Σε ό,τι αφορά το τυχόν πολιτικό κόστος που μπορεί να έχει μια τέτοια απόφαση αναφέρει: «Όταν έχεις να κάνεις με τη δημόσια υγεία, με ζητήματα ζωής και θανάτου, με ζητήματα λειτουργίας του σκληρού πυρήνα του ΕΣΥ, είναι δυνατόν να σκέφτεσαι το πολιτικό κόστος; Έχεις υποχρέωση απέναντι στην πατρίδα, απέναντι στο Σύνταγμα και απέναντι στην κοινωνία να αναλάβεις το κόστος των αποφάσεων αυτών».

Αντίθεση

Από την άλλη πλευρά, ο συνταγματολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής, Τάκης Βιδάλης, διατυπώνει αντίθετη θέση, χαρακτηρίζοντας αντισυνταγματική τη ρύθμιση. Εξηγεί σχετικά: «Η προστασία της δημόσιας υγείας θεμελιώνεται συνταγματικά στη γενική υποχρέωση του κράτους να ‘‘μεριμνά για την υγεία των πολιτών’’ (άρθρο 21, παρ. 3). Το ερώτημα που τίθεται αμέσως είναι εάν το κράτος, στο πλαίσιο αυτής της υποχρέωσής του, μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς στην προσωπική αυτονομία μας. Το ίδιο το Σύνταγμα αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) δέχονται κάτι τέτοιο ρητά μόνο με τη δυνατότητα επιβολής περιοριστικών μέτρων στην ελεύθερη κίνηση και εγκατάσταση (άρθρο 5). Έτσι μπορεί να απαγορευθεί -ή και να επιβληθεί ακόμη- η μετακίνηση ή η εγκατάσταση σε ορισμένη περιοχή, ώστε να αποκλεισθεί η μετάδοση σοβαρών ασθενειών και ο κίνδυνος επιδημίας ή πανδημίας».

Βούληση

Συναφώς, δε, τονίζει: «Ο εμβολιασμός αποτελεί ισχυρό όπλο πρόληψης της μετάδοσης ασθενειών, επομένως και της προστασίας της δημόσιας υγείας. Η διενέργειά του, ωστόσο, εξαρτάται από την ελεύθερη βούληση του προσώπου. Αυτό ισχύει για κάθε ιατρική πράξη -προληπτική, διαγνωστική ή θεραπευτική- σύμφωνα με τη θεμελιώδη αρχή της ‘‘συναίνεσης ύστερα από ενημέρωση’’ (informed consent) που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη ιατρική δεοντολογία αλλά και αποτυπώνεται στο Δίκαιο. Κατ’ αρχήν, επομένως, ο εμβολιασμός δεν μπορεί να είναι ‘‘υποχρεωτικός’’. Αυτό σημαίνει ότι: Δεν μπορεί να διενεργηθεί με επέμβαση στο σώμα του προσώπου, παρά τη θέλησή του, διότι αυτό θα αντέβαινε στην αρχή της ανθρώπινης αξίας, όπως οποιοδήποτε βασανιστήριο. Δεν μπορεί να επιβληθεί ως αναγκαίος όρος για την εκπλήρωση δημόσιας υποχρέωσης (π.χ. της στρατολογικής ή της υποχρέωσης εκπαίδευσης για τα παιδιά). Στην περίπτωση αυτή, ο πολίτης θα έπρεπε να διαλέξει μεταξύ της αθέλητης επέμβασης στο σώμα του (κατά παράβαση της αρχής της ανθρώπινης αξίας) και της υποβολής του σε κυρώσεις, επειδή δεν συμμορφώνεται στη δημόσια υποχρέωση, κάτι που επίσης θα ισοδυναμούσε με προσβολή της ανθρώπινης αξίας του».

Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ και οι προσφυγές

Όσον αφορά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο έκρινε συνταγματική την υποχρεωτικότητα εξετάζοντας -σε Ολομέλεια- τις προσφυγές πυροσβεστών, υγειονομικών κ.λπ., θεωρούνταν αναμενόμενη καθώς από το προηγούμενο έτος απέρριπτε όλες τις σχετικές ενστάσεις. Μεταξύ άλλων, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο, σύμφωνα με την ανακοίνωση του προέδρου Δ. Καλτσούνη, σημείωσε πως η υποχρεωτικότητα στηρίζεται σε έγκυρα επιστημονικά δεδομένα επίσημων φορέων στην Ελλάδα (Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, ΕΟΔΥ) και διεθνώς, σύμφωνα με τα οποία ο εμβολιασμός είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος ελέγχου εξάπλωσης της νόσου, ενώ τα οφέλη των εμβολίων υπερτερούν των τυχόν παρενεργειών, οι οποίες είναι εξαιρετικά σπάνιες. Επίσης ότι «η υποχρέωση εμβολιασμού δεν παραβιάζει τις αρχές της ισότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων, διότι η διαφορετική μεταχείριση με κριτήριο τον εμβολιασμό ερείδεται επί αντικειμενικού κριτηρίου, κυρίως λόγω της μη αμφισβητούμενης ούτε από τους αιτούντες μειωμένης συχνότητας και έντασης με την οποία νοσούν και μεταδίδουν τη νόσο οι εμβολιασμένοι σε σχέση με τους ανεμβολίαστους».

Από το 2020

Η αρχή λοιπόν είχε γίνει στις 16 Νοεμβρίου 2020, όταν το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη είχε καταθέσει αίτηση ακύρωσης της διαταγής του αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. που απαγόρευε όλες τις δημόσιες, υπαίθριες συγκεντρώσεις στο σύνολο της επικράτειας ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω διασπορά του κορωνοϊού, ενώ για τον ίδιο λόγο τότε είχαν ανασταλεί κι άλλες δραστηριότητες, και δη οι εκπαιδευτικές. Η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε την αίτηση αναγνωρίζοντας το μέτρο ως αυστηρό, αλλά αναγκαίο, ενώ στάθηκε και στον προσωρινό χαρακτήρα του. Η ετυμηγορία, με την έννοια της σημαντικότητας, ήταν φανοστάτης και προάγγελος εξελίξεων, αφού οι δικαστές ερμήνευσαν το άρ. 11 του Συντάγματος με το δεδομένο της εποχής. Και τούτο διότι στην παρ. 2 του άρ. 11 ορίζεται πως «… οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρά διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής όπως νόμος ορίζει», συνεπώς «εισήχθη» και ο υγειονομικός παράγων που δεν είχε προβλεφθεί έως τότε.

Οι πυροσβέστες

Τον Ιούνιο του 2021, το τμήμα Αναστολών της Ολομέλειας του ΣτΕ δεν έκανε δεκτή την αίτηση δεκάδων υπηρετούντων στην ειδική μονάδα ΕΜΑΚ της Πυροσβεστικής, οι οποίοι ζητούσαν αναστολή της διαταγής του αρχηγείου για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό τους. Οι ανώτατοι δικαστές επεσήμαναν πως «η λειτουργία των ειδικών μονάδων δεν αρκεί να είναι μόνο συνεχής, αλλά πρέπει, εν όψει του ειδικού και κρίσιμου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών για την αντιμετώπιση καταστροφών, να στηρίζεται στην πλήρη διαθεσιμότητα του υπηρετούντος προσωπικού τους, η οποία είναι δυνατόν να διαταραχθεί σοβαρά σε περίπτωση που τα μέλη του προσβληθούν και νοσήσουν από τον κορωνοϊό COVID-19».

Υγειονομικοί

Τρεις μήνες αργότερα, το ίδιο τμήμα Αναστολών με τις αποφάσεις του 250-252/2021 επεφύλασσε ανάλογη μεταχείριση στους υγειονομικούς τονίζοντας πως οι αιτήσεις ακύρωσής τους δεν ήταν προδήλως βάσιμες, η δε βλάβη της οποίας γινόταν επίκληση δεν δικαιολογούσε τη χορήγηση αναστολής. Μάλιστα, «πέραν και ανεξαρτήτως» ενδεχόμενων υπηρεσιακών και οικονομικών μεταβολών με τις οποίες βαρύνονται έκτοτε όσοι υγειονομικοί παραμένουν ανεμβολίαστοι: «Η βλάβη δεν δικαιολογεί την αναστολή (σ.σ.: της υποχρεωτικότητας), σταθμιζόμενη με το ότι ο εμβολιασμός επιβάλλεται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας από την εξάπλωση του κορωνοϊού στους νοσηλευομένους που αποτελούν ιδιαιτέρως ευπαθή ομάδα και το ότι η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των νοσοκομείων θα διαταραχθεί σε περίπτωση που νοσήσει από κορωνοϊό μέλος του νοσηλευτικού προσωπικού».

Αμετάκλητα

Στις 27 Οκτωβρίου, τέλος, το Δ΄ Τμήμα του εν λόγω δικαστηρίου αποφάνθηκε οριστικώς και αμετακλήτως (αρ. απ. 1758 και 1759/2021), εξετάζοντας προσφυγή 62 γονέων και εκπαιδευτικών, ότι τα υγειονομικά μέτρα που ελήφθησαν και εισήχθησαν αποβλέπουν «στην αντιμετώπιση επιτακτικών λόγων δημοσίας υγείας, κατ’ εκτίμηση των επιδημιολογικών και υγειονομικών δεδομένων, αλλά και των συμφερόντων των παιδιών, κατόπιν των εισηγήσεων επιτροπών από ειδικούς, κατά την επιστημονική κρίση των οποίων ο υποχρεωτικός διαγνωστικός έλεγχος αποτελεί προληπτικό μέτρο, πρόσφορο και αναγκαίο, σε συνδυασμό με τα ήδη υφιστάμενα μέτρα δημόσιας υγείας για τη δημιουργία μέγιστων όρων ασφαλείας κατά τη διά ζώσης επαναλειτουργία των εκπαιδευτικών μονάδων σε συνθήκες πανδημίας».

Το πρόταγμα της «κοινωνικής αλληλεγγύης»

Σε επίπεδο ΕΕ, τον Απρίλιο του 2021 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συμπέρανε ότι «η κοινωνική αλληλεγγύη μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή του εμβολιασμού σε όλους, ακόμη και σε εκείνους που αισθάνονται λιγότερο απειλούμενοι από τη νόσο, από τη στιγμή που τίθεται το θέμα της προστασίας των πλέον ευάλωτων ατόμων». Επισκοπώντας σε υπόθεση ανεμβολίαστων παιδιών στην Τσεχία θεώρησε ότι η υποχρεωτικότητα εμβολιασμού τους «δεν συνιστά παραβίαση των κανόνων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως προς το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής». Η πολιτική εμβολιασμού, κατέληξε, «θέτει τους νόμιμους στόχους της προστασίας της υγείας καθώς και των δικαιωμάτων του άλλου, προστατεύοντας τόσο εκείνους που εμβολιάζονται όσο και εκείνους που δεν μπορούν να εμβολιασθούν για ιατρικούς λόγους».

Επιπλέον, με δεύτερη απόφασή του το ίδιο δικαστήριο, τον Αύγουστο, «άνοιξε την πόρτα» στην επέκταση της υποχρεωτικότητας, θεωρώντας σύννομες τις ενέργειες στέρησης του μισθού και των ασφαλιστικών δικαιωμάτων όσων δημοσίων υπαλλήλων (εν προκειμένω πυροσβεστών) αρνούνται να πειθαρχήσουν στις εντολές της Δημόσιας Διοίκησης, δηλαδή στο να εμβολιαστούν.

Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Λοβέρδος: Και επίσημα ψηφοφόρος του Ανδρουλάκη. Η ανακοίνωση

Ο ΣΥΡΙΖΑ…κλείνει το μάτι στους ανεμβολίαστους

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ